Η αδύναμη ζήτηση πετρελαίου από την Κίνα και η πρόσφατη εκλογή του Τραμπ ασκούν πιέσεις στις τιμές του Brent και εκτοπίζουν το ενδιαφέρον της αγοράς από τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Η αδύναμη ζήτηση πετρελαίου από την Κίνα και η πρόσφατη εκλογή του Τραμπ ασκούν πιέσεις στις τιμές του Brent και εκτοπίζουν το ενδιαφέρον της αγοράς από τις γεωπολιτικές εξελίξεις οι οποίες μέχρι πρότινος σχεδόν μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των επενδυτών και καθόριζαν την πορεία των τιμών.
Η δεύτερη θητεία του Τραμπ στο Λευκό Οίκο έχει επιφέρει μούδιασμα στην αγορά ειδικά την ώρα που ο επερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ ετοιμάζεται να εισάγει πολιτικές όπως είναι η ευκολότερη αδειοδότηση για έργα ορυκτών καυσίμων, οι δασμοί στις εισαγωγές και μια πιο άκαμπτη στάση έναντι του Ιράν. Ο Αμερικανός πρόεδρος αναμένεται να εντείνει τις κυρώσεις στο Ιράν, μέλος του ΟΠΕΚ το οποίο εξαιρείται από τις περικοπές παραγωγής και νωρίτερα φέτος είδε τις εξαγωγές του να αγγίζουν υψηλό έξι ετών.
Η χαμηλότερη ιρανική προσφορά θα μπορούσε να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στις τιμές του πετρελαίου εάν η ζήτηση παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα, μόνο που κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμβεί. Και αυτό, επειδή άλλες πολιτικές του Τραμπ όπως οι δασμοί 10% σε όλες τις εισαγωγές των ΗΠΑ και δασμοί 60% στις εισαγωγές από την Κίνα, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, οδηγώντας σε μείωση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου συνολικά. Μάλιστα, οι δασμοί θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ και της παγκόσμιας οικονομίας, μειώνοντας τη ζήτηση πετρελαίου έως και 500.000 βαρέλια την ημέρα το 2025 το ένα τρίτο της τρέχουσας πρόβλεψης της Wood Mackenzie για αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου το επόμενο έτος.«Αυτό έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει πτώση στις τιμές του πετρελαίου κατά 5 με 7 δολάρια το βαρέλι από τα τρέχοντα επίπεδα, υποθέτοντας ότι δεν υπάρχουν άλλοι κίνδυνοι, όπως η κλιμάκωση των εχθροπραξιών Ισραήλ-Ιράν», έγραψε την περασμένη εβδομάδα ο Σάιμον Φλάουερς, επικεφαλής αναλυτής της WoodMac.
Πιέσεις στο πετρέλαιο λόγω ασθενέστερης ζήτησης από την πλευρά της Κίνας
Η ζήτηση για πετρέλαιο είναι ασθενέστερη από το αναμενόμενο εν μέσω της βραδύτερης κινεζικής οικονομικής ανάπτυξης, της κρίσης ακινήτων που υπονομεύει τις κατασκευαστικές δραστηριότητες και την κατανάλωση ντίζελ και της αύξησης των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων (EV) και των ταξινομήσεων φορτηγών που καίνε LNG. Οι οικονομικές προοπτικές της Κίνας έχουν επανειλημμένως «φρενάρει» τις προβλέψεις του ΟΠΕΚ, ο οποίος τον Οκτώβριο μείωσε την πρόβλεψή του για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου για το 2024 επικαλούμενος τα στοιχεία πραγματικής κατανάλωσης μέχρι στιγμής φέτος και προσδοκίες για ελαφρώς χαμηλότερη ζήτηση σε ορισμένες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας. Μάλιστα, σε κάθε έκθεση από τον Αύγουστο, ο ΟΠΕΚ έχει αναφέρει ότι οι εκτιμήσεις του για την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου στην Κίνα ήταν πολύ αισιόδοξες όταν δημοσίευσε την πρώτη προοπτική για το 2024 τον Ιούλιο του 2023. Στο ίδιο πνεύμα και ο Εκτελεστικός Διευθυντής του ΙΕΑ, Φατίχ Μπιρόλ, ανέφερε ότι η ασθενέστερη από την αναμενόμενη κατανάλωση πετρελαίου στην Κίνα και οι αυξανόμενες πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου στο μέλλον.
«Φέτος, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου είναι πολύ αδύναμη, πολύ πιο αδύναμη από τα προηγούμενα χρόνια, και αναμένουμε ότι αυτό θα συνεχιστεί λόγω μιας λέξης – Κίνας», είπε ο Birol σε συνέντευξή του στο - τον περασμένο μήνα.
Η αδύναμη ζήτηση πετρελαίου της Κίνας έχει ήδη θέσει τον ΟΠΕΚ + εκτός τροχιάς στις πολιτικές διαχείρισης της προσφοράς.
Η διεθνής αγορά εκτιμά ότι εν μέσω περαιτέρω αβεβαιοτήτων σχετικά με την παγκόσμια προσφορά και ζήτηση πετρελαίου ο ΟΠΕΚ+ μπορεί να χρειαστεί να τροποποιεί την πολιτική παραγωγής του πιο συχνά από ό,τι είχε σκοπό. Και αυτό επειδή ταυτόχρονα με τους φόβους για την πορεία της ζήτησης, ενισχύονται και οι φόβοι για υπερπροσφορά. Πρώτον, υπήρξε υπερπαραγωγή από πολλά μέλη, υπονομεύοντας τις περικοπές από τους άλλους παραγωγούς στο σύμφωνο. Στη συνέχεια ήρθε το καλοκαίρι και τα πρώτα στοιχεία πραγματικής κατανάλωσης για το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του έτους, που δείχνουν ότι η αύξηση της ζήτησης πετρελαίου στην Κίνα δεν πλησιάζει καθόλου τις προσδοκίες του ΟΠΕΚ.
Για το λόγο αυτό άλλωστε, ο ΟΠΕΚ μείωσε την πρόβλεψή του για την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου φέτος επικαλούμενος την κατάσταση στην Κίνα και την Ινδία και άλλες περιοχές, σηματοδοτώντας την τέταρτη συνεχή αναθεώρηση προς τα κάτω του ομίλου στις προοπτικές του 2024.
Σε μηνιαία έκθεση την Τρίτη, ο ΟΠΕΚ ανέφερε ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί κατά 1,82 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2024, χαμηλότερα από την πρόβλεψη ανάπτυξης 1,93 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα τον περασμένο μήνα. Μέχρι τον Αύγουστο, ο ΟΠΕΚ είχε διατηρήσει τις προοπτικές αμετάβλητες από την πρώτη πρόβλεψή του τον Ιούλιο του 2023.
Στην έκθεση, ο ΟΠΕΚ μείωσε επίσης την εκτίμηση για την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για το 2025 σε 1,54 εκατομμύρια bpd από 1,64 εκατομμύρια bpd.
Η Κίνα αποτελεί το βασικό λόγο της υποβάθμισης του 2024. Ο ΟΠΕΚ μείωσε την πρόβλεψή του για την κινεζική ανάπτυξη σε 450.000 bpd από 580.000 bpd και δήλωσε ότι η χρήση ντίζελ τον Σεπτέμβριο μειώθηκε σε ετήσια βάση για έβδομο συνεχόμενο μήνα.
«Το ντίζελ δέχεται πιέσεις από την επιβράδυνση των κατασκευών εν μέσω ασθενούς μεταποιητικής δραστηριότητας, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη φορτηγών με καύσιμα LNG», δήλωσε ο ΟΠΕΚ αναφερόμενος στην Κίνα.
Υπενθυμίζεται ότι το καρτέλ έχει εφαρμόσει μια σειρά περικοπών της παραγωγής από τα τέλη του 2022 για να στηρίξει τις τιμές, οι περισσότερες από τις οποίες θα ισχύουν μέχρι το τέλος του 2025.
Ο όμιλος επρόκειτο να αρχίσει να χαλαρώνει το πιο πρόσφατο επίπεδο περικοπών κατά 2,2 εκατομμύρια bpd από τον Δεκέμβριο, αλλά στις αρχές Νοεμβρίου δήλωση ότι θα καθυστερήσει το σχέδιο για ένα μήνα, καθώς η ασθενής ζήτηση και η αυξανόμενη προσφορά εκτός του ομίλου διατηρούν την πτωτική πίεση στην αγορά.