– –
Με τον τραπεζικό δείκτη του ΧΑ να έχει αυξηθεί κατά 26% σε ετήσια βάση, οι επενδυτές έχουν επικεντρωθεί σε τρία βασικά ερωτήματα όσον αφορά τον κλάδο, επισημαίνει η Axia Research: την κρατική παρέμβαση στις προμήθειες, τα επιτόκια και την ανάπτυξη.
Ο οίκος υπολογίζει ότι τα ανακοινωθέντα κρατικά μέτρα θα έχουν μικρή επίπτωση στην κερδοφορία, ενώ ο κίνδυνος κρατικής παρέμβασης έχει υποχωρήσει, κατά την άποψή μας, για το άμεσο μέλλον. Με το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ να διαμορφώνεται στο 1,75% ή υψηλότερα, οι εισηγμένες στο Χ.Α τράπεζες θα διατηρήσουν ισχυρά επίπεδα κερδοφορίας. Τέλος, κάθε τράπεζα έχει τον δικό της τρόπο να οδηγεί την ανάπτυξη, μετριάζοντας τον αντίκτυπο των μειούμενων επιτοκίων. “Βλέπουμε σημαντικά ανοδικά περιθώρια στις τιμές των μετοχών του κλάδου, υποστηριζόμενες από την οικονομική επέκταση, την αύξηση της ζήτησης πιστώσεων και τις στρατηγικές ενέργειες. Οι προοπτικές του κλάδου παραμένουν αναμφισβήτητα θετικές”, όπως τονίζει.
Σε αυτό το πλαίσιο η Axia βλέπει περιθώρια ανόδου της τάξης του 28%-55% και ειδικότερα για την Alpha Bank βλέπει 58% με τιμή στόχο τα 2,50 ευρώ (αμετάβλητη), για την Πειραιώς 54% με τιμή στόχο τα 6,00 ευρώ (από 5,30 ευρώ πριν), για την Eurobank 37% με τιμή στόχο τα 3,00 ευρώ (αμετάβλητη) και για την Εθνική τα περιθώρια ανόδου τοποθετούνται στο 28% με τιμή στόχο τα 9,90 ευρώ (από 10,50 ευρώ πριν).
Τα βασικά θέματα που θα τεθούν στο επίκεντρο το 2025:
Το πρώτο θέμα που θα βρεθεί στο επίκεντρο το επόμενο τος είναι τα καθαρά έσοδα από τόκους. Η Axia επισημαίνει τα ανθεκτικά NII που στηρίζουν τα ισχυρά περιθώρια, καθώς όλες οι τράπεζες που είναι εισηγμένες στο ΧΑ ανέφεραν σταθερή παραγωγή NII το τρίμηνο. Θεωρεί ότι η δημιουργία NII θα παραμείνει ισχυρή το 2025 λόγω των ισχυρών όγκων δανείων, της επανεπένδυσης του χαρτοφυλακίου τίτλων, ενώ το κόστος των προθεσμιακών καταθέσεων αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερό. Ενσωματώνοντας στα μοντέλα της ένα τερματικό επιτόκιο 2% για το 2025, 1,75% για το 2026 και 1,50% για το 2027, τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια NIM αναμένεται να παραμείνουν σε μέσο όρο 2,4% για τον κλάδο, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο της ΕΕ που παραμένει στην περιοχή του 1,8%, για την τριετία.
Δεύτερο θέμα είναι η πιστωτική επέκταση. Η πιστωτική ανάπτυξη θα πρέπει να είναι η κύρια εστίαση για τους επενδυτές το 2025, με ένα ισχυρό pipeline που θα οδηγήσει σε ισχυρό δανεισμό, τονίζει η Axia. Οι ελληνικές επιχειρήσεις, τώρα σε φάση ανάπτυξης, θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν τη ζήτηση μέσω κεφαλαιουχικών δαπανών, ενώ τα χαμηλότερα επιτόκια θα τονώσουν τον δανεισμό. Οι τράπεζες είναι έτοιμες να αυξήσουν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους κατά 6% το 2026-2027, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 3%. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο αναξιοποίητο δυναμικό των δανείων του RRF που δεν έχουν ακόμη εκταμιευθεί, γεγονός που θα δώσει σημαντική ώθηση τόσο στην οικονομία όσο και στην πιστωτική ανάπτυξη.
Τρίτο θέμα του 2025 θα είναι οι διαφοροποιημένες ροές εσόδων, σημειώνει η Axia. Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες αμοιβές αναμένεται να αποτελέσουν βασικό μοχλό για τις ελληνικές τράπεζες, ιδίως καθώς κινούνται σε ένα περιβάλλον μειούμενου επιτοκίου. Ο οίκος αναμένεο μια αυξητική τάση στα καθαρά έσοδα από προμήθειες με βελτιωμένους όγκους δανείων, καθώς και καλύτερες προσδοκίες στο υπό διαχείριση ενεργητικό των επιχειρηματικών τομέων διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και τραπεζοασφαλίσεων. Με μέση εκτίμηση ρυθμού ανάπτυξης 7% ετησίως, οι τράπεζες στην Ελλάδα αναμένεται να φτάσουν τις αντίστοιχες της ΕΕ που αυξάνουν τη γραμμή εισοδήματος από προμήθειες με μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3%.
Τέλος, η κατανομή του πλεονάζοντος κεφαλαίου θα είναι επίσης στο ραντάρ των επενδυτών. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν κλείσει τη διαφορά όσον αφορά τα κεφάλαια CET1 έναντι των τραπεζών στην ΕΕ, με τη συσσώρευση κεφαλαίων να συνεχίζει να υπερβαίνει τις προσδοκίες, με όλες τις τράπεζες να επιδεικνύουν ισχυρά επίπεδα κεφαλαίου. Αυτό θέτει τις προϋποθέσεις για θετικές αποδόσεις, όπως επαναγορές μετοχών και αυξημένους δείκτες πληρωμών, αν και αυτές οι αποφάσεις θα ληφθούν σταδιακά. Επιπλέον, τα υψηλά επίπεδα κερδοφορίας επέτρεψαν στις εισηγμένες στο Χ.Α τράπεζες να μειώσουν περαιτέρω την εξάρτηση από τα DTC (σε αναλογία με το CET1). “Συνολικά, πιστεύουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο κάθε τράπεζα θα αναπτύξει το πλεονάζον κεφάλαιό της θα είναι βασικός παράγοντας διαφοροποίησης και συνεισφοράς στα stories τους”, τονίζει η Axia.
Βασική ανησυχία ωστόσο αποτελεί για την Axia το ο ταχύτερος ρυθμός μείωσης των επιτοκίων, δεδομένου ότι το μερίδιο του λέοντος των δανείων των εισηγμένων στο ΧΑ τραπεζών είναι σε κυμαινόμενα επιτόκια. Μια ταχύτερη πτώση των επιτοκίων θα δώσει επίσης λιγότερο χρόνο στις τράπεζες να προχωρήσουν στις αναπτυξιακές τους στρατηγικές, επηρεάζοντας επομένως την κερδοφορία.