Στην ανατροπή της μοίρας του ευρωπαϊκού Νότου αναφέρεται άρθρο γνώμης των Financial Times υποστηρίζοντας ότι η τάση που παρατηρείται ίσως να μην αποδειχθεί τόσο πρόσκαιρη όσο μερίδα αναλυτών εκτιμά.
«Το αρκτικόλεξο ήταν αρκετά σκληρό. Πριν από μια δεκαετία και παραπάνω, Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία πάλευαν να αποδείξουν την πιστοληπτική τους ικανότητα σε έναν αμφίβολο κόσμο.
Ήταν τότε που επικράτησε ο «ιντριγκαδόρικος» όρος «PIGS».
Αλλά αυτό που πραγματικά πονούσε», υποστηρίζει ο αρθρογράφος Janan Ganesh, «ήταν η λέξη ‘περιφέρεια’. Όπως όταν αποκαλούμε την Πολωνία ‘ανατολική’ Ευρώπη.
Για χιλιετίες, ο μεσογειακός κόσμος θεωρούσε τα περισσότερα από όσα συνέβαιναν βόρεια των Άλπεων ως τυχάρπαστα, αν όχι βάρβαρα. Πόσο τσουχτερό είναι τώρα να ανατρέπεται αυτή η συμβατική σκέψη. Υπάρχει τωρα μια φάση εκδίκησης.
Η Ισπανία ήταν το ανεπτυγμένο έθνος με τις καλύτερες επιδόσεις στον κόσμο το 2024, έκρινε ο Economist. Η Ελλάδα δανειζόταν τόσο φθηνά όσο η Γαλλία προς το τέλος του ίδιου έτους. Η Πορτογαλία αναπτύσσεται ταχύτερα από τη Γερμανία από ό,τι πριν από την πανδημία. Οι οικονομικοί αριθμοί μπορεί να εναλλάσσονται.
Αυτό που δεν θα αλλάξει, είναι η σταδιακή μετατόπιση της πολιτικής ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο προς τα νότια. Ο μόνος επικεφαλής ευρωπαϊκής κυβέρνησης στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ ήταν η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τον οπορτουνισμό μιας γυναίκας ή το γεγονός ότι η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία μοιάζουν να έχουν στο τιμόνι τους κουτσά άλογα αυτή τη στιγμή. Μετά το Brexit, άνοιξε χώρος και για κάποιο άλλο μεγάλο έθνος να επιβληθεί στην ΕΕ.
Από τους προφανείς υποψήφιους να παίξουν αυτόν τον ρόλο- Πολωνία, Ισπανία και Ιταλία- οι δύο είναι χώρες Μεσογειακές.
Ο νέος δυναμισμός
Ακόμη και το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η νότια Ευρώπη, η έκθεσή της στην παράτυπη μετανάστευση μέσω θαλάσσης, είναι ένα είδος πίεσης. Η υπόλοιπη ήπειρος θα πρέπει να δώσει κίνητρα σε χώρες όπως η Ιταλία ώστε να μην μεταφέρει αυτές τις αφίξεις προς τα βόρεια. Τα νότια σύνορα της ηπείρου έχουν τώρα μια στρατηγική αξία που ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς κατά την ίδρυση της ΕΕ.
(…) Σε μια γερασμένη ήπειρο με χαμηλή ανάπτυξη, το κόλπο είναι να αξιοποιήσει κανείς τα πιο δυναμικά μέρη του κόσμου. Έχει σημασία, επομένως, ποιες χώρες έχουν ιστορικούς και γλωσσικούς δεσμούς με κρίσιμα σημεία του πλανήτη. Η Μαδρίτη ανταγωνίζεται τώρα το Μαϊάμι ως το δεύτερο σπίτι για κεφάλαια και ταλέντα από την ισπανόφωνη Λατινική Αμερική. Το αν η Λισαβόνα έχει την κλίμακα να λειτουργήσει ως παρόμοιος αγωγός για τους Βραζιλιάνους θα το δούμε, αλλά ο βασικός σύνδεσμος -η γλώσσα- υπάρχει.
Μήπως ο βορράς της ΕΕ βιώνει ένα ιστορικό ατύχημα κατά το οποίο μοιάζει όλο και λιγότερο με τον «κόσμο που έρχεται»; Δεν υπάρχει γαλλόφωνη ή ολλανδόφωνη ή γερμανόφωνη υπερδύναμη στον ορίζοντα, ενώ τα ισπανικά έχουν ξεπεράσει τα γαλλικά ως η γλώσσα με τις περισσότερες σπουδές στη Βρετανία).
Η αίσθησή μου για το πού στην Ευρώπη αισθάνομαι περιορισμένος και ποιες ειναι οι περιοχές – γέφυρα για κάπου αλλού, έχει πλέον αλλάξει κατά τη διαδρομή της ενήλικης ζωής μου».