Το Γκελζενκίρχεν, μια πρώην πόλη άνθρακα στη βιομηχανική περιοχή της Ρουρ, αποτελεί ένα ζωντανό παράδειγμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η γερμανική οικονομία. Η πόλη, που κάποτε ήταν συμβολική του γερμανικού «οικονομικού θαύματος», βρίσκεται τώρα σε βαθιά κρίση, με το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στη χώρα και μια οικονομία που φαίνεται να έχει σταματήσει να λειτουργεί για πολλούς κατοίκους της.
Η κρίση της γερμανικής οικονομίας
Η γερμανική οικονομία, η μεγαλύτερη της Ευρώπης, έχει συρρικνωθεί για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 2024, γεγονός που αποτελεί την πιο επίπονη περίοδο για τη χώρα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα υψηλά ενεργειακά κόστη που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη διακοπή της προμήθειας φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο έχουν πλήξει σοβαρά τους γερμανικούς κατασκευαστές. Η ενεργειακή κρίση έχει επιδεινώσει τα προβλήματα σε μια οικονομία που βασίζεται αρκετά στις εξαγωγές, ιδιαίτερα σε βιομηχανικά προϊόντα. Στο Γκελζενκίρχεν, η κρίση είναι ιδιαίτερα έντονη. Η πόλη, που κάποτε είχε 390.000 κατοίκους, έχει τώρα μόνο 260.000, ενώ το ποσοστό ανεργίας της είναι πολύ πάνω από τον εθνικό μέσο όρο. Επίσης, η πόλη έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής φτώχειας στη Γερμανία. Η παρακμή της βιομηχανίας, που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1960, έχει αφήσει το Γκελζενκίρχεν με ελάχιστες οικονομικές προοπτικές και μια πληθυσμιακή ομάδα που αισθάνεται ότι έχει εγκαταλειφθεί από την κεντρική κυβέρνηση στο Βερολίνο.
Το «φρένο χρέους» και τα επενδυτικά ελλείμματα
Ένα από τα κύρια ζητήματα που αντιμετωπίζει η γερμανική οικονομία είναι το λεγόμενο «φρένο χρέους» (Schuldenbremse), ένας συνταγματικός περιορισμός που εισήχθη μετά την οικονομική κρίση του 2009. Αυτό το μέτρο περιορίζει το ομοσπονδιακό έλλειμμα σε μόλις 0,35% του ΑΕΠ και δεν επιτρέπει καθόλου ετήσιο έλλειμμα στους ομοσπονδιακούς κρατιδιακούς προϋπολογισμούς. Αυτός ο περιορισμός έχει εμποδίσει τις γερμανικές κυβερνήσεις από το να πραγματοποιήσουν σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, εκπαίδευση και πράσινη ενέργεια, τα οποία θεωρούνται απαραίτητα για την ανάκαμψη της οικονομίας. Οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει μια σειρά από δομικά προβλήματα, όπως η ανάγκη για βελτίωση των ενεργειακών υποδομών, η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία και η αναβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών.
Πολιτικές επιλογές και οι επερχόμενες εκλογές
Με τις επερχόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές την Κυριακή, η εθνική συζήτηση εστιάζεται στο πώς μπορεί να ανασυγκροτηθεί η γερμανική οικονομία. Ο Friedrich Merz, ο ηγέτης του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και το φαβορί για την καγκελαρία, έχει δηλώσει ότι το «φρένο χρέους» θα παραμείνει στην κυβέρνησή του. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Merz μπορεί να είναι ανοιχτός σε μεταρρυθμίσεις στο μέτρο, ειδικά αν τα χρήματα χρειαστούν για επενδύσεις σε οικονομία και άμυνα. Η δυνατότητα για μια μεταρρύθμιση του «φρένου χρέους» θα εξαρτηθεί από την πολιτική της νέας κυβέρνησης. Η πιθανότητα να σχηματιστεί μια συνασπιστική κυβέρνηση με τη συμμετοχή των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και των Πρασίνων θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιέσεις για μια πιο ευέλικτη στάση προς το χρέος.
Η άνοδος της ακροδεξιάς
Η οικονομική δυσαρέσκεια στο Γκελζενκίρχεν και σε άλλες αδεκές βιομηχανικές περιοχές της Γερμανίας έχει συμβάλει στην άνοδο του ακροδεξιού κόμματος AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία). Το κόμμα, το οποίο κατηγορεί την κυβέρνηση για την ενεργειακή κρίση και την αποδιοργάνωση της βιομηχανίας, έχει αυξήσει δραματικά την υποστήριξή του στην περιοχή. Στο Γκελζενκίρχεν, το AfD κέρδισε το 22% των ψήφων στις τελευταίες εκλογές, το υψηλότερο ποσοστό σε όλη τη Γερμανία. Εντάσεις ανάμεσα στα mainstream κόμματα και την ακροδεξιά έχουν επικρατήσει, με πολλούς υποψήφιους να αρνούνται οποιαδήποτε συνεργασία με το AfD.
Οικονομικές προοπτικές και συμπεράσματα
Οι οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν ότι η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το 2025, κάτι που θα αποτελέσει την πιο παρατεταμένη περίοδο οικονομικής στασιμότητας στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Παρόλο που δεν αναμένονται δραματικές αλλαγές από τις επερχόμενες εκλογές, υπάρχει ανάγκη για μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές αλλαγές. Σύμφωνα με τον Nikolaus Wolf, καθηγητή Οικονομικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου, «Είναι ουσιαστικά μια μορφή οικονομικής αυτοκτονίας το να μην επενδύει η Γερμανία σε μια εποχή που όλες οι άλλες χώρες το κάνουν». Το Γκελζενκίρχεν, με την παρακμή της βιομηχανίας του και την ανεργία που εμφανίζεται σε κάθε γωνιά, αποτελεί μια υπενθύμιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η γερμανική οικονομία. Όπως λέει ο Klaus Herzmanatus, ένας τεταρταγενής ανθρακωρύχος που βγήκε στη σύνταξη το 2000, «Είμαστε μια βιομηχανική χώρα, δεν μπορούμε να δημιουργήσουν χάος στην βιομηχανία».
Η Γερμανία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή στην ιστορία της. Οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης θα καθορίσουν αν η χώρα θα μπορέσει να ανακαλύψει ξανά την οικονομική της δυναμική ή αν θα παραμείνεται σε μια παραταμένη περίοδο στασιμότητας.