Σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις στην οικονομία, ο πρώτος αυστηρός χειμώνας μετά από τρία χρόνια έχει εκτοξεύσει την τιμή του φυσικού αερίου στα 58 ευρώ/MWh στις 10 Φεβρουαρίου, δηλαδή την υψηλότερη τιμή των τελευταίων δύο ετών.
Αυτές οι συνθήκες, σε συνδυασμό με τις πρόσφατες επιπτώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως οι δασμοί του Τραμπ, έχουν ήδη κάνει ορισμένους Ευρωπαίους αξιωματούχους να εξετάσουν το ενδεχόμενο επιστροφής στο ρωσικό φυσικό αέριο, όπως αναφέρει ο Economist, θεωρώντας ότι αυτό θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές της ενέργειας και να προσφέρει μια σημαντική ανακούφιση στα οικονομικά των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και βιομηχανιών.
Ο Jari Stehn από την Goldman Sachs έχει εκτιμήσει ότι το τέλος του πολέμου ενδεχομένως να οδηγήσει σε αύξηση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ κατά 0,5%, κυρίως λόγω της πτώσης της τιμής του φυσικού αερίου. Η αποκατάσταση των ροών ρωσικού φυσικού αερίου θα μπορούσε επίσης να έχει θετικές επιπτώσεις, ενισχύοντας τον Βλαντιμίρ Πούτιν να διαπραγματευτεί μια ειρηνική συμφωνία που θα μπορούσε να εφαρμοστεί, υποστηρίζουν οι υποστηρικτές αυτής της ιδέας, περιλαμβανομένων των χωρών όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Economist, ο Φρίντριχ Μερτς, πιθανός υποψήφιος για την καγκελαρία της Γερμανίας, δήλωσε ότι δεν προβλέπεται επιστροφή στο ρωσικό φυσικό αέριο «προς το παρόν», ωστόσο ανέφερε ότι δεν το αποκλείει για το μέλλον.
Η προσπάθεια απεξάρτησης της Ευρώπης από το φυσικό αέριο και το κόστος για τη Ρωσία
Η επίσημη θέση της Κομισιόν είναι ότι «δεν συνδέει» την επανέναρξη των ρωσικών ροών με τις ειρηνευτικές συνομιλίες. Πράγματι, η δεδηλωμένη φιλοδοξία της είναι να μην εισάγει καθόλου ρωσικό φυσικό αέριο ή πετρέλαιο μέχρι το 2027, ώστε να μειώσει την εξάρτηση από τη Ρωσία. Αυτήν τη στιγμή, η Ευρώπη λαμβάνει μόλις το 1% του φυσικού αερίου που χρειάζεται από τη Ρωσία έναντι 45% το 2021.
Η Ρωσία, από την άλλη, δεν μπορεί να ανακατευθύνει το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών της, γεγονός που μεταφράζεται σε σε μεγάλη οικονομική απώλεια για την πολεμική οικονομία της. Είναι ενδεικτικό ότι το 2022 οι πωλήσεις του καυσίμου αντιπροσώπευαν το 13% του προϋπολογισμού της, ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 8%. Το 2023 η Gazprom, ο κρατικός γίγαντας φυσικού αερίου της χώρας, σημείωσε την πρώτη του απώλεια από το 1999.
Τελικά, η απόφαση για το αν θα ανοίξουν οι κάνουλες θα ληφθεί και από τα δύο άκρα των αγωγών, αλλά και από αυτές που διασχίζουν οι αγωγοί, τη Ρωσία, τη Γερμανία και την Ουκρανία, αλλά και ορισμένες άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι ηγέτες τους θα δεχτούν σοβαρή πίεση και από άλλες χώρες. Ποιος είναι πιθανό να επικρατήσει;
Ερχεται ακόμη πιο δύσκολο καλοκαίρι
Με σταθερούς όρους, η ΕΕ καταναλώνει περίπου 320 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου ετησίως. Η χωρητικότητα αποθήκευσης στην περιοχή είναι περίπου 115 bcm ήτοι στο 1/3 των αναγκών.
Οι αποθήκες ήταν σχεδόν γεμάτες όταν ξεκίνησε ο χειμώνας. Έκτοτε, όμως, οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες σε μεγάλο μέρος της ΕΕ και τα εμπόδια στον εφοδιασμό την ανάγκασαν να καταναλώσει περισσότερο φυσικό αέριο από το αναμενόμενο. Η αποθήκευση τώρα βρίσκεται μόλις στο 48%, σε σύγκριση με 66% την ίδια περίοδο πέρυσι. Οι υψηλές τιμές αναγκάζουν τη βιομηχανία που χρειάζεται περισσότερη ενέργεια να επιβραδύνουν, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται περαιτέρω η ήδη αδύναμη ευρωπαϊκή βιομηχανική παραγωγή.
Το πρόβλημα θα είναι μεγάλο και το καλοκαίρι, καθώς, η αποθήκευση στην ΕΕ φτάνει σε ποσοστό πληρότητας 90% μέχρι την 1η Νοεμβρίου και η αναπλήρωση γίνεται μεταξύ Απριλίου και Οκτωβρίου. Φέτος η Ευρώπη θα πρέπει να αγοράσει μεγαλύτερες ποσότητες από ό,τι συνήθως, ακριβώς την περίοδο που το ίδιο επιδιώκουν και οι ασιάτες εισαγωγές.
Η επιπλέον προσφορά LNG φέτος θα είναι μικρή και θα προέρχεται από Αμερική και Κατάρ. Μεγαλύτεροι όγκοι θα φτάσουν του χρόνου.
Συνεπώς, η τιμή του φυσικού αερίου που θα παραδοθεί αυτό το καλοκαίρι είναι πάνω από αυτήν του επόμενου χειμώνα, γεγονός το οποίο καθιστά ασύμφορη την αποθήκευση του καυσίμου. Η ρυθμιστική αρχή φυσικού αερίου της Γερμανίας εξετάζει τις επιδοτήσεις για να ενθαρρύνει την αποθήκευση. Ορισμένες χώρες θέλουν να χαλαρώσουν τον στόχο αποθήκευσης της ΕΕ.
Οι εναλλακτικές
Η Ουγγαρία και η Σλοβακία εξακολουθούν να λαμβάνουν ρωσικές ροές από την Τουρκία. Αυτές οι χώρες και κάποιες ακόμη, συμπεριλαμβανομένης της Αυστρίας, πιθανότατα παίρνουν επίσης επαναεριοποιημένο ρωσικό LNG που ρέει μέσω της βόρειας Ευρώπης. Πληρώνουν, όμως, περισσότερα για προμήθειες που είνα λιγότερο ασφαλείς από πριν.
Η επανέναρξη των ροών μέσω Ουκρανίας, οι οποίες είχαν διακοπεί στις αρχές του έτους, θα βοηθούσε και ταυτόχρονα θα μείωνε τις τιμές σε όλη την Ευρώπη μειώνοντας τον μεγάλο ανταγωνισμό για προμήθειες. Μετά τις δηλώσεις Τραμπ για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, οι τιμές στο TTF μειώθηκαν κατά 9%.
Η αποκατάσταση των 15 δισεκατομμυρίων κυβικών εκατοστών που έφερε ο ουκρανικός αγωγός το 2023 -πολύ κάτω από το μέγιστο – θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές TTF κατά ένα τρίτο από το πρόσφατο υψηλό τους, λέει η Anne-Sophie Corbeau του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Η τράπεζα MUFG εκτιμά, επίσης, ότι οι τιμές θα μπορούσαν να μειωθούν ξανά στο μισό έως το 2026, εάν οι ροές μέσω της Ουκρανίας αυξηθούν από το χαμηλό επίπεδο του 2023.
Και, ενώ η Ουκρανία είναι ανένδοτη ότι δεν θα ανανεώσει τη συμφωνία της με τη Ρωσία, μελετώνται λύσεις, επισημαίνει ο Economist: η εθνική εταιρεία φυσικού αερίου της Σλοβακίας ιδρύει μια θυγατρική στην Ουκρανία και υποβάλλει αίτηση για άδεια μεταφοράς, η οποία θα επιτρέψει τις αποστολές από τη Ρωσία.
Μπορεί να επιδιορθωθεί o Nord Stream;
Υπάρχει επίσης μια πιο ακραία επιλογή: η επανέναρξη των πωλήσεων μέσω του αγωγού Nord Stream 1, ο οποίος κάποτε μετέφερε 55 bcm ετησίως στην Ευρώπη, και ίσως ακόμη και τον Nord Stream 2, έναν αγωγό της ίδιας χωρητικότητας που δεν τέθηκε ποτέ σε λειτουργία. Τα εμπόδια όμως, φαντάζουν ανυπέρβλητα: η Γερμανία, η οποία έχει καεί άσχημα από το προηγούμενο άνοιγμά της στη ρωσική ενέργεια, θα πρέπει να δώσει το πράσινο φως.
Μετά από δολιοφθορά, που αποδόθηκε στους Ουκρανούς, δύτες, τρεις από τους τέσσερις σωλήνες του Nord Stream απαιτούν επισκευή. Αυτό θα κόστιζε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, λέει ο Mike Fulwood του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης. Οι πιο σκληροπυρηνικοί πολέμιοι της Ρωσίας στην ΕΕ θα ασκούσαν έντονες πιέσεις κατά της μεγαλύτερης εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια.
Και φυσικά, πλέον υπάρχει ο παράγοντας Τραμπ, ο οποίος εκβιάζει ωμά την Ευρώπη για να αγοράσει περισσότερο LNG από τη χώρα του, όπως θα συμβεί εάν δεν υπάρξει μια ρωσική επανεκκίνηση. Η πλήρης επιστροφή των ρωσικών προμηθειών μπορεί να συνθλίψει τις τιμές σε όλο τον κόσμο, πράγμα που σημαίνει μεγάλο πλήγμα για τις αμερικανικές γεωτρήσεις και εοενδύσεις δισκεατομμυρίων σε έργα LNG θα τιναχτούν στον αέρα.
Από την άλλη πλευρά, λένε οι αναλυτές, ο Ντόναλντ Τραμπ θα ήθελε ένα Νόμπελ Ειρήνης και η επιστροφή μέρους του ρωσικού φυσικού αερίου ως μέρος μιας ειρηνευτικής συμφωνίας μπορεί να φαίνεται ένα τίμημα που αξίζει να πληρωθεί για κάτι τέτοιο.