Οι τελευταίες τάσεις που κατέγραψε η διεθνής εταιρεία ερευνών Gallup αποκαλύπτουν τι προβληματίζει τους ψηφοφόρους στη Γερμανία- Ο αναλυτής της Gallup, Benedict Vigers, εξηγεί στο euronews τους παράγοντες που θα καθορίσουν το εκλογικό αποτέλεσμα
Οι Γερμανοί προσέρχονται στις κάλπες νοιώθωντας ιδιαίτερα απαισιόδοξοι, όπως καταγράφεται στην τελευταία σφυγομέτρηση της διεθνούς εταιρείας ερευνών Gallup.
Οι τάσεις της Gallup προσδιορίζουν πέντε βασικά ζητήματα που περιμένουν τον επόμενο καγκελάριο της Γερμανίας:
– Ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου
Μετά από δύο χρόνια χωρίς σημαντική οικονομική ανάπτυξη, οι Γερμανοί είναι σήμερα πιο απαισιόδοξοι για το βιοτικό τους επίπεδο από ποτέ άλλοτε μετά την οικονομική κρίση του 2008. Το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι η κατάστασή τους βελτιώνεται μειώθηκε απότομα από 42% το 2023 σε 27% το 2024.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οικονομία της Γερμανίας – η παραδοσιακή ατμομηχανή της ευρύτερης οικονομίας της ΕΕ – προβλέπεται να έχει την ασθενέστερη επίδοση του μπλοκ το 2025.
Η εκτίμηση των Γερμανών για το 2024 τους κατατάσσει στους λιγότερο αισιόδοξους στην ΕΕ, μαζί με την Αυστρία (30%), τη Βουλγαρία (27%), την Ελλάδα (27%) και τη Γαλλία (24%).
«Καθώς οι Γερμανοί οδεύουν προς τις εκλογές, αισθάνονται πραγματικά απαισιόδοξοι για την πορεία του βιοτικού τους επιπέδου και της οικονομίας τους» εξήγησε στο euronews ο ειδικός αναλυτής της Gallup World Poll, Μπενεντίκτ Βίγκερς.
«Η τελευταία φορά που οι Γερμανοί εξέφρασαν τέτοια απαισιοδοξία για το βιοτικό τους επίπεδο ήταν το 2008 κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, για να δείξουμε πόσο ζοφερά αισθάνονται πολλοί ενήλικες. Νομίζω ότι ένας άλλος δείκτης που εκφράζει πολλά και αποτελεί ένα από τα κύρια οικονομικά ζητήματα σε αυτές τις εκλογές είναι το ζήτημα της στέγασης. Για πρώτη φορά φέτος, η Gallup μέτρησε ότι οι Γερμανοί είναι διχασμένοι ως προς το πώς αισθάνονται για τη διαθεσιμότητα καλών, οικονομικά προσιτών κατοικιών στις περιοχές όπου ζουν. Το 47% των ανθρώπων μας είπαν ότι είναι ικανοποιημένοι, το 46% είπαν ότι είναι δυσαρεστημένοι. Αυτή η διάσπαση αντιπροσωπεύει μια δραματική αλλαγή. Το 2010, οι Γερμανοί ήταν από τις πιο ικανοποιημένες χώρες στον κόσμο σχετικά με τη διαθεσιμότητα καλής και οικονομικά προσιτής κατοικίας. Πάνω από το 70% δήλωναν ότι ήταν ικανοποιημένοι τότε. Προφανώς υπάρχουν μεγάλες προκλήσεις σχετικά με τις ελλείψεις κατοικιών και τη διαθεσιμότητα σε σχέση με την εκτίναξη των τιμών και των ενοικίων. Το οικονομικό κλίμα συνδέεται στενά με το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι για το βιοτικό τους επίπεδο και για το πού πάνε τα πράγματα.»
euronews: Ποιες είναι οι κύριες αιτίες της πτώσης του βιοτικού επιπέδου, ποιον κατηγορούν οι πολίτες;
«Η Gallup δεν κάνει ερωτήσεις ανάλυσης στην απάντηση για το βιοτικό επίπεδο ως προς το γιατί απάντησαν οι πολίτες έτσι ή ποιον μπορεί να κατηγορούν. Αλλά νομίζω ότι το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον παρέχει ένα χρήσιμο πλαίσιο γιατί οι άνθρωποι μπορεί να αισθάνονται έτσι. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι η γερμανική οικονομία θα είναι η πιο αδύναμη στην ΕΕ το 2025, όταν παραδοσιακά ήταν η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η Γερμανία χτυπήθηκε προφανώς πολύ άσχημα από την κρίση του κόστους ζωής μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Υπήρξαν κάποιες αρκετά σοβαρές απώλειες θέσεων εργασίας του πολύ ισχυρού βιομηχανικού τομέα τους τελευταίους μήνες. Αυτές οι ευρύτερες οικονομικές εξελίξεις, νομίζω, παρέχουν ένα χρήσιμο υπόβαθρο για το γιατί οι άνθρωποι αισθάνονται τόσο μελαγχολικά για το βιοτικό τους επίπεδο.»
– Καταπολέμηση της γερμανικής στεγαστικής κρίσης
Για πρώτη φορά από το 2006, οι Γερμανοί είναι ισομερώς μοιρασμένοι μεταξύ της ικανοποίησης (47%) και της δυσαρέσκειας (46%) για τη διαθεσιμότητα καλής και οικονομικά προσιτής στέγασης στην περιοχή τους. Η δυσαρέσκεια για την προσιτή στέγαση αυξάνεται σταδιακά τα τελευταία 15 χρόνια.
Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα προσφοράς κατοικιών στη Γερμανία που σχετίζεται με τα υψηλά επιτόκια και το κόστος κατασκευής, πράγμα που σημαίνει ότι η κυβέρνηση απέχει πολύ από την επίτευξη των φιλόδοξων της στόχων για την προσιτή στέγαση. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε συνθήκες στενότητας, ενώ ο αυξανόμενος ανταγωνισμός για κατοικίες στις μεγάλες πόλεις ανεβάζει τις τιμές.
– Επαναφορά της εμπιστοσύνης του κοινού στην κυβέρνηση
Οι ισχυροί θεσμοί αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα της σταθερότητας της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια. Ενώ η εμπιστοσύνη των Γερμανών σε θεσμούς όπως ο στρατός, το δικαστικό σύστημα και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι σταθερή τα τελευταία χρόνια, δεν ισχύει το ίδιο για την εθνική κυβέρνηση.
Η εμπιστοσύνη στη γερμανική κυβέρνηση έπεσε στο 50% το 2024, το χαμηλότερο σημείο της εδώ και πάνω από μια δεκαετία, και σημαντικά χαμηλότερα από το υψηλό σημείο του 65% το 2020, το προτελευταίο έτος της Άνγκελα Μέρκελ ως καγκελάριος. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10 ετών της θητείας της Μέρκελ, η Γερμανία ξεπερνούσε σταθερά την υπόλοιπη Ευρώπη με διψήφια ποσοστά όσον αφορά την πίστη στην κυβέρνηση.
Ωστόσο, οι πρόσφατες μετρήσεις σημαίνουν ότι η εμπιστοσύνη των Γερμανών στην εθνική τους κυβέρνηση δεν είναι πλέον εξαιρετική σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
«Αυτό που είδαμε κατά τη διάρκεια της τελευταίας περίπου δεκαετίας της θητείας της Μέρκελ ήταν μια σταθερή αύξηση του βαθμού εμπιστοσύνης που είχαν οι πολίτες στην κυβέρνησή της» εξηγεί ο Μπ. Βίγκερς.
«Αυτό έφτασε στο αποκορύφωμά του το 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, όταν περίπου 2 στους 3 ενήλικες (το 65% των Γερμανών) εξέφραζε εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Και αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο από τα νούμερα που είδαμε στην υπόλοιπη ήπειρο. Κατά μέσο όρο, το 42% των υπόλοιπων Ευρωπαίων εξέφραζε εμπιστοσύνη στις αντίστοιχες κυβερνήσεις τους, πάνω από 20 μονάδες χαμηλότερα από τους Γερμανούς και την κυβέρνηση Μέρκελ. Αλλά από τότε, η εμπιστοσύνη στη γερμανική κυβέρνηση έχει μειωθεί αρκετά σημαντικά. Τώρα βρίσκεται στο 50%, το οποίο, ενώ εξακολουθεί να είναι λίγο υψηλότερο από την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν είναι πλέον εξαιρετικό σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πέρα από το πώς αισθάνονται για την κυβέρνησή τους, ρωτήσαμε επίσης τους πολίτες αν εγκρίνουν ή αποδοκιμάζουν τον ίδιο τον ηγέτη, την Άνγκελα Μέρκελ ή τον Όλαφ Σολτς. Από τις τρεις φορές που μετρήσαμε το ποσοστό αποδοχής του Σολτς κυμαίνεται πολύ σταθερά λίγο κάτω από το 55%, το οποίο εξακολουθεί να είναι μια ισχνή πλειοψηφία και είναι αρκετά σταθερό. Αλλά η Άνγκελα Μέρκελ, από το 2012, όταν αρχίσαμε να μετράμε για πρώτη φορά το ποσοστό αποδοχής της, δεν έπεσε ποτέ κάτω από το 60%. Στα τελευταία δέκα χρόνια της θητείας της, είδε κάθε χρόνο υψηλότερο ποσοστό αποδοχής από ό,τι κατάφερε ο Όλαφ Σουλτς. Έτσι, ενώ μια σταθερή πλειοψηφία εξακολουθεί να εγκρίνει τις επιδόσεις του Σολτς στα καθήκοντά του, δεν είναι τόσο υψηλό ποσοστό όσο ήταν υπό την προκάτοχό του.»
– Αντιμετώπιση των μεταναστευτικών προκλήσεων και των ανησυχιών του κοινού
Η Γερμανία αποτελεί εδώ και καιρό ελκυστικό προορισμό για τους μετανάστες, αλλά η χώρα γνώρισε σημαντική αύξηση το 2015, εν μέσω της εισροής μεταναστών και προσφύγων στην Ευρώπη.
Το 2016, η Γερμανία βαθμολογήθηκε με 7,1 στα 9 στο Δείκτη Αποδοχής Μεταναστών της Gallup (Gallup’s Migrant Acceptance Index), ο οποίος μετρά τη δεκτικότητα προς τους μετανάστες που ζουν στη χώρα τους, γίνονται γείτονες και παντρεύονται σε οικογένειες. Υψηλότερες βαθμολογίες στον δείκτη υποδηλώνουν μεγαλύτερη αποδοχή. Αυτή η βαθμολογία στη Γερμανία εκείνη τη χρονιά ήταν υψηλότερη από εκείνες άλλων μεγάλων ευρωπαίων συμμάχων, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο (6,6), η Γαλλία (6,5) και η Ιταλία (6,5).
Με την πάροδο του χρόνου, η αποδοχή των Γερμανών προς τους μετανάστες παρουσιάζει διακυμάνσεις, κορυφώνεται στο 7,3 το 2022, αλλά πέφτει στο 6,4 το 2023, χαμηλότερα από ό,τι το 2016. Αντίθετα, οι κάτοικοι της Γαλλίας και της Ιταλίας αισθάνονταν παρόμοια για τους μετανάστες το 2023 και το 2016, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο παρατηρήθηκε αύξηση στο 7,2. Μεταξύ αυτών των μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών, η Γερμανία είναι η μόνη στην οποία η αποδοχή των μεταναστών είναι σημαντικά χαμηλότερη από ό,τι ήταν το 2016.
Το μεταναστευτικό αποτελεί κομβικό ζήτημα σε αυτόν τον εκλογικό κύκλο. Η Μέρκελ επέκρινε πρόσφατα τον Μερτς επειδή πρότεινε αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές που υποστηρίζονται από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
– Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και ενίσχυση των συμμαχιών στην Ευρώπη
Η εικόνα της γερμανικής ηγεσίας έχει υποστεί πλήγμα μεταξύ των Ευρωπαίων γειτόνων της, καθώς και στο εσωτερικό της, τα τελευταία χρόνια. Ενώ οι πλειοψηφίες σε όλη την Ευρώπη εξακολουθούν να εγκρίνουν την απόδοση της γερμανικής ηγεσίας, παρατηρείται αξιοσημείωτη μείωση της αποδοχής τους κατά τους τελευταίους 12 μήνες, από ένα μέσο όρο 60% σε 54%.
Σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες τα ποσοστά αποδοχής της ηγεσίας της Γερμανίας μειώθηκαν κατά τουλάχιστον 10 ποσοστιαίες μονάδες από το 2023, συμπεριλαμβανομένης της Σλοβενίας (-16), της Νορβηγίας (-15) και της Φινλανδίας (-12). Καμία χώρα δεν κατέγραψε διψήφια αύξηση.
«Η Γερμανία, επί μακρόν πυλώνας σταθερότητας στην Ευρώπη, δοκιμάζεται» αναφέρει στα συμπεράσματά της η έκθεση της Gallup.
«Η δημοσκόπηση ρωτά τον κόσμο κάθε χρόνο πώς αισθάνεται για τέσσερις μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις: ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία και Γερμανία» μας είπε ο Μπ. Βίγκερς. «Και στην Ευρώπη, η Γερμανία έχει συνήθως αρκετά καλές επιδόσεις μεταξύ των Ευρωπαίων γειτόνων της όσον αφορά την αποδοχή της ηγεσίας της Γερμανίας. Το 2020, ένα μέσο 54% σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη δήλωσαν ότι εγκρίνουν τις επιδόσεις της ηγεσίας της Γερμανίας. Ενώ λοιπόν εξακολουθεί να υπάρχει μια ισχνή πλειοψηφία, αντιπροσωπεύει μια αρκετά σημαντική μείωση από το 2023, όταν το 60% της Ευρώπης εξέφραζε εμπιστοσύνη. Τώρα, έχουμε δει αρκετές χώρες να σημειώνουν αρκετά σημαντική πτώση (σε αυτό το ποσοστό) της τάξης των δέκα ποσοστιαίων μονάδων ή και περισσότερο από το 2023.
Σε αυτές περιλαμβάνονται η Φινλανδία, η Σλοβενία, ακόμη και η Ελλάδα. Η Γερμανία δέχτηκε ένα σχετικά μεγάλο πλήγμα μέσα σε ένα χρόνο, παρόλο που παραμένει αρκετά ισχυρή. Και όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο αυτής της ευρύτερης γεωπολιτικής αβεβαιότητας και αστάθειας με τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο και τις εξελίξεις στις παγκόσμιες υποθέσεις. Επίσης, ο μακροχρόνιος ευρωπαϊκός σύμμαχος της Γερμανίας, η Γαλλία, διανύει επίσης μια περίοδο πολιτικής αστάθειας.
Έτσι, παρόλο που η συνολική αποδοχή της Γερμανίας σε όλη την ήπειρο παραμένει αρκετά καλή, σίγουρα δεν είναι τόσο καλή όσο ήταν το 2023. Και αυτό είναι κάτι που ο νέος Καγκελάριος, όποιος κι αν είναι αυτός, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει. »
«Οι αντιλήψεις για το βιοτικό επίπεδο βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008, η κρίση στέγασης βαθαίνει, η εμπιστοσύνη του κοινού στην κυβέρνηση εξασθενεί και η στάση απέναντι στους μετανάστες έχει σκληρύνει. Εν τω μεταξύ, η θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη διολισθαίνει σε μια εποχή σημαντικών παγκόσμιων και περιφερειακών αναταραχών. Ο επόμενος Καγκελάριος θα κληρονομήσει ένα έθνος που παλεύει τόσο με την εσωτερική όσο και με την εξωτερική αβεβαιότητα.»