
Ένα τουρκικό δικαστήριο προχώρησε την Κυριακή, 23 Μαρτίου 2025, στη φυλάκιση του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, του πιο ισχυρού πολιτικού αντιπάλου του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πυροδοτώντας ένα κύμα οργής και διαδηλώσεων σε ολόκληρη την Τουρκία. Η απόφαση αυτή έρχεται μετά τη σύλληψή του την Τετάρτη, 19 Μαρτίου, στο πλαίσιο μιας ευρείας επιχείρησης που περιλάμβανε την έκδοση ενταλμάτων για περίπου 100 άτομα που συνδέονται με τον Ιμάμογλου, συμπεριλαμβανομένων στενών συνεργατών του, όπως ο σύμβουλος Τύπου του, Μουράτ Ονγκούν. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Ιμάμογλου είναι βαριές: διαφθορά, δωροδοκία, εκβιασμός, χειραγώγηση δημοσίων προσφορών, παράνομη καταγραφή προσωπικών δεδομένων και, το πιο αμφιλεγόμενο, η υποτιθέμενη ηγεσία «εγκληματικής οργάνωσης» με φερόμενους δεσμούς με τρομοκρατικές ομάδες, όπως το απαγορευμένο PKK.
Ο Ιμάμογλου, ο οποίος εξελέγη δήμαρχος της μεγαλύτερης πόλης της Τουρκίας το 2019 και επανεξελέγη το 2024, θεωρείται ο πιθανότερος υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) για τις προεδρικές εκλογές του 2028. Η σύλληψή του, λίγες μόλις ημέρες πριν από την επίσημη ανακήρυξή του ως υποψηφίου από το κόμμα του, έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις, με το CHP να χαρακτηρίζει την κίνηση αυτή «απόπειρα πραξικοπήματος» και «καθαρά πολιτική δίωξη». Την ίδια στιγμή, το υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας ανακοίνωσε την αναστολή του Ιμάμογλου από τα καθήκοντά του ως δημάρχου, χαρακτηρίζοντάς το «προσωρινό μέτρο» εν αναμονή της δίκης του.
Η υπόθεση ξεκίνησε να κλιμακώνεται όταν, στις 18 Μαρτίου, το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης ακύρωσε το πτυχίο του Ιμάμογλου, επικαλούμενο «ανωμαλίες» στη μεταφορά του από πανεπιστήμιο της Βόρειας Κύπρου πριν από 30 χρόνια. Η κίνηση αυτή, που θεωρείται από πολλούς πολιτικά υποκινούμενη, τον καθιστά νομικά ανίκανο να θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος, καθώς το τουρκικό Σύνταγμα απαιτεί οι υποψήφιοι να είναι πτυχιούχοι ανώτατης εκπαίδευσης. Ωστόσο, η σύλληψη και η φυλάκισή του ήρθαν να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα στις φιλοδοξίες του, τουλάχιστον προσωρινά.
Οι κατηγορίες εναντίον του Ιμάμογλου βασίζονται σε ισχυρισμούς των εισαγγελέων ότι ο δήμαρχος και το επιτελείο του εμπλέκονται σε σωρεία παράνομων δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια της θητείας του. Μεταξύ άλλων, κατηγορείται ότι συνεργάστηκε με το φιλοκουρδικό κόμμα DEM, το οποίο η κυβέρνηση Ερντογάν συνδέει με το PKK, για να εξασφαλίσει τη νίκη του στις δημοτικές εκλογές του 2024. Παράλληλα, η εισαγγελία υποστηρίζει ότι ο Ιμάμογλου χρησιμοποίησε τη θέση του για να αποκομίσει προσωπικό όφελος, να χειραγωγήσει συμβάσεις και να παρακολουθεί παράνομα πολιτικούς αντιπάλους. Το Associated Press και άλλα διεθνή μέσα αναφέρουν ότι η απόφαση του δικαστηρίου να τον φυλακίσει βασίστηκε σε «υποψίες» και όχι σε αδιάσειστα στοιχεία, κάτι που ενισχύει τις φωνές που μιλούν για πολιτική σκευωρία.
Η αντίδραση του τουρκικού λαού ήταν άμεση και εκρηκτική. Χιλιάδες πολίτες βγήκαν στους δρόμους σε περισσότερες από δώδεκα πόλεις, από την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα μέχρι τη Σμύρνη και το Τραπεζούντα, διαδηλώνοντας κατά της σύλληψης και καλώντας σε υπεράσπιση της δημοκρατίας. Στην Κωνσταντινούπολη, οι διαδηλώσεις κοντά στο δημαρχείο κατεστάλησαν από την αστυνομία με τη χρήση δακρυγόνων, αντλιών νερού και πιπεριού, ενώ αναφέρθηκαν συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων καταστολής. Το CHP, από την πλευρά του, δήλωσε ότι θα συνεχίσει την προεδρική του προκριματική διαδικασία, καλώντας τους πολίτες να συμμετάσχουν μαζικά ως πράξη αντίστασης. Ο ίδιος ο Ιμάμογλου, σε μήνυμά του μέσω του X πριν από τη φυλάκισή του, δήλωσε: «Στέκομαι όρθιος, δεν θα υποκύψω ποτέ. Καλώ τους 86 εκατομμύρια συμπολίτες μου να υπερασπιστούν τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη».
Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με ανησυχία. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαρακτήρισε τη σύλληψη «βαθιά ανησυχητική», ενώ η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ, την αποκάλεσε «πλήγμα στη δημοκρατία». Οι ΗΠΑ, ωστόσο, παρέμειναν επιφυλακτικές, αποφεύγοντας ευθεία κριτική στον Ερντογάν, με τον οποίο ο πρόεδρος Τραμπ διατηρεί φιλικές σχέσεις. Στο εσωτερικό της Τουρκίας, η κίνηση αυτή θεωρείται από πολλούς ως ένδειξη ότι ο Ερντογάν, μετά την ήττα του κόμματός του (AKP) στις δημοτικές εκλογές του 2024, επιχειρεί να εξαλείψει κάθε πιθανό αντίπαλο πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Ο Ιμάμογλου δεν είναι άγνωστος στις δικαστικές περιπέτειες. Το 2022 είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση δύο ετών και επτά μηνών για «εξύβριση δημοσίων αξιωματούχων», κατηγορία που παραμένει υπό έφεση. Ωστόσο, η τωρινή υπόθεση ξεπερνά κάθε προηγούμενο σε κλίμακα και σοβαρότητα. Οι αναλυτές βλέπουν πίσω από την κίνηση αυτή μια προσωπική βεντέτα του Ερντογάν, ο οποίος υπήρξε ο ίδιος δήμαρχος Κωνσταντινούπολης πριν από την άνοδό του στην εξουσία και θεωρεί την πόλη κλειδί για την πολιτική του κυριαρχία. Η ήττα του AKP στην Κωνσταντινούπολη το 2019 και η επανάληψή της το 2024 αποτέλεσαν ιστορικές στιγμές που πλήγωσαν το γόητρο του Ερντογάν, και ο Ιμάμογλου θεωρείται ο αρχιτέκτονας αυτής της αλλαγής.
Η φυλάκιση του Ιμάμογλου δεν σημαίνει απαραίτητα το τέλος της πολιτικής του καριέρας. Το CHP έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα ασκήσει έφεση, ενώ ο δήμος της Κωνσταντινούπολης αναμένεται να εκλέξει προσωρινό δήμαρχο μέχρι να ξεκαθαρίσει η νομική κατάσταση. Ωστόσο, η υπόθεση αυτή θέτει σοβαρά ερωτήματα για το μέλλον της δημοκρατίας στην Τουρκία. Όπως δήλωσε ο καθηγητής πολιτικών επιστημών Μουράτ Σομέρ από το Πανεπιστήμιο Οζιεγκίν, «η Τουρκία μεταβαίνει από ένα ανοιχτά αυταρχικό καθεστώς σε ένα πλήρως αυταρχικό μοντέλο, τύπου Ρωσίας ή Λευκορωσίας».
Στο μεταξύ, η τουρκική λίρα κατέρρευσε κατά 12% έναντι του δολαρίου μετά τη σύλληψη, ενώ το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης ανέστειλε προσωρινά τις συναλλαγές για να αποφευχθεί ο πανικός. Η υπόθεση Ιμάμογλου δεν είναι απλώς μια πολιτική κρίση – είναι ένα σημείο καμπής που θα καθορίσει αν η Τουρκία θα παραμείνει μια χώρα με δημοκρατικά χαρακτηριστικά ή αν θα βυθιστεί οριστικά στον αυταρχισμό.