Την ευκαιρία στη Δυτική Μακεδονία να αλλάξει ριζικά το παιχνίδι και να επανεφεύρει στην ουσία τον εαυτό της, με όχημα όχι μόνο τη πράσινη ενέργεια, αλλά κυρίως τη τεχνολογία, παρέχει το στρατηγικό σχέδιο που παρουσίασε χθες η διοίκηση της ΔΕΗ με ορίζοντα υλοποίησης το 2031, μέσα από ένα επενδυτικό πλάνο 5,8 δισ, που μπορεί και να φτάσει τα 12 δισ. ευρώ.
Το σχέδιο έρχεται σε μια φάση όπου το περίφημο Σχέδιο Δίκαιης Ανάπτυξης (2021-2027) για τη μεταλιγνιτική εποχή της περιοχής, τέσσερα χρόνια μετά τις αρχικές εξαγγελίες, μετρά αστοχίες. Κινείται σε ένα θολό τοπίο, όπου ελάχιστες από τις εξαγγελθείσες εμβληματικές επενδύσεις έχουν γίνει και απαιτεί πολλά περισσότερα από αμιγώς ενεργειακά έργα (φωτοβολταϊκά), που δημιουργούν θέσεις κυρίως όσο κατασκευάζονται, αλλά όχι μόνιμες.
Σ’ αυτό το περιβάλλον και έχοντας κατά νου ότι αναζητείται ακόμη μια «δεύτερη ευκαιρία» που θα αποτρέψει την ερημοποίηση της περιοχής μετά το τέλος του λιγνίτη, θα πρέπει να διαβάσει κανείς το σχέδιο 6ετίας που ανακοίνωσε χθες ο μάνατζερ της ΔΕΗ, Γ. Στάσσης, με μίνιμουμ προϋπολογισμό τα 5,8 δισ ευρώ που περιλαμβάνει δεκάδες διαφορετικά έργα.
Απο αποκαταστάσεις εδαφών και τεχνητές λίμνες για αντλησιοταμιευτικά, μέχρι ΑΠΕ, μπαταρίες, επενδύσεις σε δίκτυα οπτικών ινών και κυρίως τον τομέα με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη διεθνώς. Τα data centers.
Τη δυναμική του σχεδίου για τη δημιουργία στο πρώην λιγντικό σταθμό του Αγ. Δημητρίου Κοζάνης του μεγαλύτερου αυτή τη στιγμή datacenter στην Ευρώπη, ισχύος 300 MW, αναδεικνύει το ενδιαφέρον μερικών από τους μεγαλύτερους hyperscalers στο κόσμο.
Τουλάχιστον 5-6 μεγάλα ονόματα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού που λειτουργούν παγκόσμια δίκτυα κέντρων δεδομένων και παρέχουν υπηρεσίες cloud μεγάλης κλίμακας, έχουν βάλει σύμφωνα με τις πληροφορίες στο «ραντάρ» την επένδυση των 2,3 δισ. ευρω.
Tο έργο, με συνολική έκταση κτιρίου 50.000 τ.μ., θα «μπει στη πρίζα» μόλις κλείσει η συμφωνία, κάτι που υπολογίζεται να γίνει μέσα στον επόμενο χρόνο. Στη παρούσα φάση οι υποψήφιοι μνηστήρες κάνουν focus στην αγορά των ΗΠΑ, όπου δρομολούνται τεράστιες επενδύσεις γύρω στα 50 MW, με πρωταγωνιστές ονόματα, όπως Meta (Facebook), Amazon, Open AI, Microsoft, Google και Oracle.
Απαξ και κλείσει η συμφωνία, η επένδυση μπορεί σύμφωνα με πηγές του ομίλου να είναι έτοιμη μέχρι το 2030 -2031, όπως και το συνολικό Powertech πλάνο της ΔΕΗ για τη περιοχή. Στο μεταξύ αξιοποιεί το διάστημα για να ωριμάσει αδειοδοτικά και μελετητικά το έργο, ώστε με την σύναψη της δεσμευτικής συμφωνίας, να μπει άμεσα σε φάση υλοποίησης.
«Σαν project, τo mega data center των 300 ΜW μπορούμε να το κάνουμε και μόνοι μας, όμως θα υπάρξουν πολλοί που θα θελήσουν να συνεπενδύσουν μαζί μας. Αν κάποιος μας προτείνει να μπει μετοχικά στο project, προφανώς και δεν θα του πούμε όχι», αναφέρουν υψηλόβαθμες πηγές της ΔΕΗ, προσθέτοντας ότι το project είναι πολύ ελκυστικό για τραπεζική χρηματοδότηση.
Το datacenter σε νούμερα και οι συνέργειες
Εκτός από τα εντυπωσιακά νούμερα του έργου, έχει ενδιαφέρον η σύλληψή του και οι συνέργειες που αυτό συνεπάγεται. Κατά τη κατασκευή του θα δημιουργηθούν 4.000 θέσεις εργασίας, οι ενεργειακές του ανάγκες θα καλύπτονται από τις υποδομές της ΔΕΗ στη περιοχή, ενώ επιπλέον θα κατασκευαστεί ως backup και μια ολόκληρη μονάδα φυσικού αερίου 100 MW στον Αγ. Δημήτριο, δίπλα από την εγκατάσταση. Ακριβώς επειδή θα είναι ευέλικτη, όταν χρειάζεται, θα μπαίνει σε λειτουργία για να καλύψει τις ανάγκες του.
Τα δεδομένα αλλάζουν στο σενάριο που το ενδιαφέρον των αμερικανικών παικτών με τους οποίους συνομιλεί η ΔΕΗ, οδηγήσει στη δημιουργία ενός giga data center παγκόσμιας κλίμακας, της τάξης του 1 GW.
Τότε υπολογίζεται ότι θα απαιτηθεί μια επιπλέον επένδυση 5,4 δισ. ευρώ και για να υποστηριχθεί ενεργειακά θα χρειαστούν επιπλέον έργα 1,2 δισ. στο χώρο της «Πτολεμαίδας 5» και στον Αγ. Δημήτριο.
Οι θέσεις εργασίας θα φτάσουν τις 20.000 κατά τη κατασκευή και τις 2.000 κατά τη λειτουργία, ενώ πολλές χιλιάδες ακόμη θα είναι οι έμμεσες, καθώς τα data centers, πόσο μάλλον ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, αποτελούν μαγνήτη για συναφείς επενδύσεις.
Σύμφωνα με ξένες έρευνες γύρω τους, αναπτύσσεται ένα οικοσύστημα τεχνολογίας από εταιρείες software development, μηχανικούς AI και νεοφυείς επιχειρήσεις. Και είναι θέσεις εργασίας στην υψηλή τεχνολογία, δηλαδή καλά αμειβόμενες. Ταυτόχρονα κάθε μια καινούργια θέση σε κέντρο δεδομένων, δημιουργεί πέντε στην ίδια περιοχή. Και κάθε άμεση θέση εργασίας στα data centers, υποστηρίζει περισσότερους από 20 διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας, από τεχνικούς υποστήριξης και υπηρεσίες εστίασης και στέγασης μέχρι courier, ασφάλεια, κλπ.
Η μείωση του προφίλ ρίσκου λόγω ΑΠΕ
Στη πράξη, με την απόφαση αυτή η ΔΕΗ, έρχεται να εκμεταλλευθεί τα assets τόσο τα δικά της, όσο και της Δ. Μακεδονίας, για να μπει σε μια «μπίζνα» που την έχει ανάγκη η Ευρώπη, η οποία υπολογίζεται ότι χρειάζεται 35 GW για υπηρεσίες cloud και εκπαίδευσης των μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης. Αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη τα ή υπό κατασκευή projects για data centers και όσα έχουν ανακοινωθεί μέχρι το 2030, έχουν ένα κενό 27 GW μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Οι ανάγκες είναι πολύ μεγαλύτερες από την προσφορά.
Ταυτόχρονα ο όμιλος επιτυγχάνει μείωση στο προφίλ ρίσκου του (de-risking), καθώς θα «κλειδώσει» μεγάλο μέρος της ηλεκτροπαραγωγής που θα παράγει τα επόμενα χρόνια για έναν μεγάλο πελάτη σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Σήμερα δρομολογούνται φωτοβολταϊκά συνολικής ισχύος 2,1 GW και συνδυάζονται με υποδομές αποθήκευσης ενέργειας συνολικής ισχύος 860 MW (δυο μεγάλες μονάδες αντλησιοταμίευσης ισχύος 560 MW σε Καρδιά και Νότιο Πεδίο και μπαταρίες 300 ΜW.
«Αυτή η πράσινη ενέργεια δεν θα εξυπηρετεί μόνο τις εθνικές ανάγκες, αλλά θα μπορεί να τροφοδοτεί το μεγαλύτερο data center της Ελλάδας και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη που σχεδιάζουμε αυτή τη στιγμή» ανέφερε σε ανάρτησή του στο LinkedIn ο κ. Στάσσης.
Τα παραπάνω έχουν προφανώς τη σημασία τους για όλη τη περιοχή με δεδομένο ότι έως το τέλος του 2026 προβλέπεται να σβήσουν τα φουγάρα και των τελευταίων λιγνιτικών μονάδων και θα ξεκινήσει η μετατροπή της «Πτολεμαΐδας 5» σε μονάδας φυσικού αερίου.
Το «βιώσιμο» μέλλον που θα έφερνε το μεταλιγνιτικό μοντέλο ανάπτυξης δεν έχει ακόμη αποδώσει και πολλές εμβληματικές επενδύσεις τρίτων εταιρειών, που είχαν ενταχθεί στο Προγραμμα Δίκαιης Μετάβασης (Sunlight, Advent Technologies) δεν προχώρησαν.
Στη πράξη, το επενδυτικό σχέδιο 6ετίας της ΔΕΗ είναι μια ευκαιρία, προκειμένου η Δ. Μακεδονία, αντί απλώς να προσπαθήσει να ανακάμψει, να στραφεί ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα. Στην ίδια κατεύθυνση με άλλες περιοχές της Ευρώπης, όπως το Μπιλμπάο στην Ισπανία και το Κάρντιφ στην Ουαλία. Η μεν πρωτεύουσα της χώρας των Βάσκων, που τη δεκαετία του ’80 είχε βρεθεί με τη πλάτη στον τοίχο όταν παρήκμασε το βιομηχανικό της λιμάνι, επέλεξε να επενδύσει στις υποδομές και το πολιτισμό (μετρό, μουσείο Guggenheim, κλπ). Το δε, Κάρντιφ από το κάρβουνο, πέρασε στο πολιτισμό και τις υπηρεσίες.
Αμφότερες όταν έλειψε το βασικό παραγωγικό αγαθό, άλλαξαν εντελώς κατεύθυνση, κάτι που δεν έχει ακόμη καταστεί εφικτό στη Δ. Μακεδονία, όπου μετά το σβήσιμο πολλών λιγνιτικών φουγάρων και τέσσερα χρόνια μετά την εξαγγελία του σχετικού master plan του ΣΔΑΜ και τις επενδύσεις που προέβλεπε, από τον αγροτικό τομέα και τις μπαταρίες μέχρι τις κυψέλες υδρογόνου, το νέο βιώσιμο αναπτυξιακό υπόδειγμα ακόμη αγνοείται.