Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στο κατώφλι της επενδυτικής κατηγορίας, με τη Moody’s να έχει ήδη απονείμει επενδυτική βαθμίδα στην Eurobank (καθώς και στην Ελληνική Τράπεζα Κύπρου) και στην Εθνική Τράπεζα. Μετά την πρόσφατη αναβάθμιση του ελληνικού δημοσίου σε επενδυτική βαθμίδα από τον οίκο, ακολουθούν θετικές αξιολογήσεις και επαναπροσδιορισμοί (reratings), ανοίγοντας τον δρόμο για την πλήρη ένταξη όλων των τραπεζών στην επενδυτική βαθμίδα.
Η αναβάθμιση αυτή από τη Moody’s εκτιμάται ότι μπορεί να προσελκύσει επιπλέον επενδύσεις ύψους έως 10 δισ. ευρώ από ξένα κεφάλαια σε ομόλογα και μετοχές, όπως είχε προβλέψει παλαιότερα ο Γενικός Διευθυντής του ΟΔΔΗΧ, Δημήτρης Τσάκωνας, σε μια περίοδο που ο οίκος διατηρούσε ακόμα επιφυλάξεις για το ελληνικό χρέος. Παράλληλα, η ΤτΕ προβλέπει μόνιμη μείωση των επιτοκίων δανεισμού των τραπεζών έως και 110 μονάδες βάσης, τάση που ήδη παρατηρείται στα τραπεζικά ομόλογα.
Η χρονική συγκυρία της αναβάθμισης, εν μέσω ανησυχιών για εμπορικούς δασμούς και αυξημένων αποδόσεων δανεισμού λόγω των μεγάλων αμυντικών προγραμμάτων στην ΕΕ, αποτελεί επιπρόσθετο πλεονέκτημα. Αυτό φέρνει οφέλη τόσο στις τράπεζες όσο και στους πελάτες τους, μειώνοντας το χρηματοδοτικό κόστος και διευκολύνοντας την πρόσβαση σε δάνεια.
Ήδη από πέρυσι, οι τράπεζες εξασφάλισαν φθηνότερο δανεισμό, με τα senior ομόλογα να κοστίζουν 2,40% λιγότερο σε σχέση με το 2023 και τα ομόλογα Tier 2 να είναι φθηνότερα κατά 3,50%. Τώρα, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να εξαγοράσουν σταδιακά τα παλαιότερα, ακριβότερα ομόλογά τους και να εκδώσουν νέα με χαμηλότερα επιτόκια. Η ΤτΕ σημειώνει ότι το κόστος δανεισμού των ελληνικών τραπεζών αρχίζει πλέον να συγκλίνει με αυτό των ευρωπαϊκών τραπεζών, όπως αναφέρθηκε στο τελευταίο της σημείωμα για την ελληνική οικονομία.
Στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής του τέλους του 2024, η ΤτΕ υπογραμμίζει: Μετά τις θετικές προοπτικές που ανακοίνωσε ο οίκος S&P τον Απρίλιο του 2023 για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας, ο μέσος όρος των αποδόσεων των senior τραπεζικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, σταθμισμένος με την αξία τους, έχει μειωθεί κατά περίπου 440 μονάδες βάσης (4,40%). Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας του κράτους και των τραπεζών, επιβεβαιώνοντας τις προηγούμενες εκτιμήσεις της ΤτΕ. Η μείωση των επιτοκίων στη δευτερογενή αγορά επιτρέπει στις τράπεζες να εκδίδουν νέα ομόλογα με χαμηλότερο κόστος, ενισχύοντας τη χρηματοοικονομική τους θέση.
Ομολογα
Από την αρχή του έτους 2024, λέει η ΤτΕ, “οι συστημικές ελληνικές τράπεζες έχουν εκδώσει ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας με μεσοσταθμική απόδοση 4,3% και χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας με μεσοσταθμική απόδοση 6,2%, δηλαδή περίπου 240 και 350 μονάδες βάσης, χαμηλότερα από τα ομόλογα αντίστοιχης εξοφλητικής προτεραιότητας το προηγούμενο έτος.
Το 2024, οι τράπεζες εξέδωσαν ομόλογα αξίας 5 δισ. ευρώ και πρόσφατα το Φεβρουάριο η Eurobank εξέδωσε, στις 11ετές ομόλογο 11ετούς διάρκειας 350 εκατ. ευρώ, με δυνατότητα ανάκλησης σε 10 χρόνια με κουπόνι 4%.
Συνολικά έχουν εκδώσει ομόλογα αξίας περίπου 20,7 δισ. ευρώ από το 2018, σύμφωνα με την ΤτΕ. Το υφιστάμενο υπόλοιπο των δανείων αυτών είναι περίπου 17,8 δισ. ευρώ. Τα 11,6 δισ. ευρώ έχουν αντληθεί με εκδόσεις ομολόγων senior και τα 6,2 δισ. ευρώ με την έκδοση τίτλων χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (subordinated).
Επανεκδόσεις
Η ΤτΕ προβλέπει προσφορές για ανταλλαγή ομολόγων των τραπεζών. Θα τα επαναγοράζουν λίγο πριν τη λήξη τους και θα εκδίδουν άλλα με φθηνότερα επιτόκια για να μειώνουν το κόστος χρηματοδότησής τους.
“Η έκδοση νέων τίτλων με σχετικά χαμηλότερο κόστος δανεισμού επιτρέπει επίσης την αποπληρωμή ομολόγων που έχουν εκδοθεί με υψηλότερο κόστος, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων των τραπεζών, χωρίς να επιβαρύνεται το κόστος δανεισμού της πραγματικής οικονομίας.
Καθώς οι αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών από τους οίκους βρίσκονται πλέον στον προθάλαμο της επενδυτικής κατηγορίας, με θετικές προοπτικές, η τάση μείωσης των αποδόσεων των τραπεζικών ομολόγων αναμένεται να συνεχιστεί, αποφέροντας σημαντικά οικονομικά οφέλη από την ελάφρυνση του κόστους χρηματοδότησης, αλλά και την αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος σε συνθήκες σύγκλισης με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά ομόλογα”, λέει η ΤτΕ.
Η τάση αυτή, έχει συνεχιστεί φέτος πριν την αναβάθμιση της Moody’s. Στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Φεβρουαρίου, το μέσο επιτόκιο (αποδόσεις) των ελληνικών τραπεζικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά σύμφωνα με συγκεντρωτικά στοιχεία του LSEG, μειώθηκαν κατά 1ο μονάδες βάσης. Στα senior ομόλογα η απόδοση υποχώρησε στο 3,25% από 3,36% και στα subordinated ομόλογα υποχώρησε σε 3,40% από 3,49%, σε σχέση με τις αποδόσεις την 1η Φεβρουαρίου.