Η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών έχει ξεκινήσει με μια φιλόδοξη και αμφιλεγόμενη οικονομική ατζέντα, που φέρνει στο προσκήνιο παραδοσιακές μνημονιακές πολιτικές. Με το αμερικανικό δημόσιο χρέος να έχει εκτοξευθεί στα 36,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, ήτοι 123% του ΑΕΠ, η κυβέρνηση Τραμπ επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη «βόμβα» του χρέους με μέτρα που θυμίζουν τις σκληρές δημοσιονομικές προσαρμογές που εφαρμόστηκαν σε χώρες όπως η Ελλάδα κατά την κρίση του 2010. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Αποδίδουν αυτές οι πολιτικές, ή μήπως οδηγούν την αμερικανική οικονομία σε έναν δρόμο γεμάτο κινδύνους;
Μια Πρώτη Επιτυχία: Μείωση των Δαπανών για Τόκους
Για πρώτη φορά από το 2020, το Αμερικανικό Δημόσιο κατέγραψε μείωση στις δαπάνες για τόκους κατά 13,5 δισεκατομμύρια δολάρια στο πρώτο τρίμηνο του 2025. Αυτό το επίτευγμα, αν και μικρό σε σχέση με το συνολικό μέγεθος του χρέους, αποτελεί μια σημαντική νίκη για την κυβέρνηση Τραμπ, η οποία προωθεί μια πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας. Σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα, οι ετήσιες πληρωμές τόκων προβλέπεται να φτάσουν το 1,1 τρισεκατομμύριο δολάρια, ποσό που, αν και τεράστιο, δείχνει μια μικρή αποκλιμάκωση σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις.
Παρά την πρόοδο, οι δαπάνες για τόκους παραμένουν διπλάσιες σε σύγκριση με πέντε χρόνια πριν, απορροφώντας περισσότερα από 3 δισεκατομμύρια δολάρια την ημέρα. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι πληρωμές τόκων έχουν φτάσει το 3,7%, ένα επίπεδο που πλησιάζει τις δεκαετίες του 1980 και 1990, όταν τα υψηλά επιτόκια και το χρέος πίεζαν την αμερικανική οικονομία. Η μείωση αυτή, ωστόσο, αποτελεί ένδειξη ότι οι πολιτικές Τραμπ ίσως αρχίζουν να αποδίδουν, έστω και σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Οι Πυλώνες των Μνημονιακών Πολιτικών του Τραμπ
Οι πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ βασίζονται σε τρεις βασικούς άξονες, που παραπέμπουν σε κλασικές μνημονιακές συνταγές:
- Φορολογία στην Κατανάλωση: Η επιβολή δασμών 10-20% στις εισαγωγές από χώρες όπως η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Μεξικό έχει ως στόχο την αύξηση των εσόδων και την προστασία της εγχώριας παραγωγής. Οι δασμοί αυτοί, ωστόσο, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς, με πολλούς οικονομολόγους να προειδοποιούν για αύξηση του πληθωρισμού και επιβάρυνση των Αμερικανών καταναλωτών.
- Μείωση Κρατικών Δαπανών: Η κυβέρνηση προτείνει περικοπές ύψους 163 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις μη στρατιωτικές δαπάνες, μειώνοντας κατά 23% τις διακριτικές δαπάνες σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία και το κοινωνικό κράτος. Αντίθετα, οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται κατά 13%, με τον αμυντικό προϋπολογισμό να φτάνει το 1,01 τρισεκατομμύριο δολάρια για το 2026.
- Απολύσεις Δημοσίων Υπαλλήλων: Υπό την καθοδήγηση του Έλον Μασκ και του Department of Government Efficiency (DOGE), η κυβέρνηση προχώρησε σε μαζικές απολύσεις και προσφορές εθελουσίας εξόδου σε 2,3 εκατομμύρια δημοσίους υπαλλήλους. Επιπλέον, καταργήθηκαν υπηρεσίες όπως η USAID και το Consumer Financial Protection Bureau, με στόχο τη μείωση του κρατικού μηχανισμού.
Οι Προκλήσεις και οι Κίνδυνοι
Παρά την αρχική επιτυχία, οι πολιτικές Τραμπ αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Το δημόσιο χρέος παραμένει σε μη βιώσιμα επίπεδα, με το «ρολόι του χρέους» στη Νέα Υόρκη να υπενθυμίζει καθημερινά την κρισιμότητα της κατάστασης. Οι υψηλοί δασμοί, αν και αυξάνουν τα έσοδα βραχυπρόθεσμα, κινδυνεύουν να πυροδοτήσουν πληθωρισμό, καθώς οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων αυξάνονται, επιβαρύνοντας τα νοικοκυριά. Επιπλέον, οι περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες έχουν προκαλέσει αντιδράσεις, με πολλούς να κατηγορούν την κυβέρνηση ότι υπονομεύει το κοινωνικό κράτος.
Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, ενώ ενισχύει την εθνική ασφάλεια, περιορίζει τα περιθώρια για επενδύσεις σε άλλους κρίσιμους τομείς, όπως η υποδομή και η πράσινη μετάβαση. Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι η εστίαση στην άμυνα μπορεί να επιδεινώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο το 2024 ξεπέρασε τα 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Επιπρόσθετα, η πολιτική των απολύσεων έχει δημιουργήσει ανασφάλεια στον δημόσιο τομέα, ενώ η κατάργηση οργανισμών όπως το Consumer Financial Protection Bureau εγείρει ανησυχίες για την προστασία των καταναλωτών. Η εμπλοκή του Έλον Μασκ, ενός επιχειρηματία χωρίς πολιτική εμπειρία, στην αναδιάρθρωση του κράτους έχει επίσης προκαλέσει σκεπτικισμό.
Μια Ισορροπία σε Τεντωμένο Σχοινί
Η κυβέρνηση Τραμπ βαδίζει σε ένα τεντωμένο σχοινί, προσπαθώντας να ισορροπήσει μεταξύ δημοσιονομικής πειθαρχίας και οικονομικής ανάπτυξης. Οι μνημονιακές πολιτικές της, αν και δείχνουν πρώιμα σημάδια επιτυχίας, όπως η μείωση των δαπανών για τόκους, ενέχουν σημαντικούς κινδύνους. Η επιβολή δασμών μπορεί να πλήξει την παγκόσμια εμπορική ισορροπία, ενώ οι περικοπές δαπανών κινδυνεύουν να βαθύνουν τις κοινωνικές ανισότητες.
Η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,3% το πρώτο τρίμηνο του 2025, και ο Τραμπ αναγνωρίζει τον κίνδυνο βραχυπρόθεσμης ύφεσης. Ωστόσο, ο ίδιος παραμένει αισιόδοξος, υποστηρίζοντας ότι οι πολιτικές του θα οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμη ευημερία. «Είναι περίοδος μετάβασης, και νομίζω πως θα τα πάμε φανταστικά», δήλωσε πρόσφατα στο NBC News.
Οι μνημονιακές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ αποτελούν ένα τολμηρό στοίχημα για την αντιμετώπιση του διογκούμενου αμερικανικού χρέους. Η μείωση των δαπανών για τόκους κατά 13,5 δισεκατομμύρια δολάρια είναι ένα θετικό βήμα, αλλά το μέγεθος του προβλήματος παραμένει τεράστιο. Οι δασμοί, οι περικοπές δαπανών και οι απολύσεις μπορεί να αποφέρουν βραχυπρόθεσμα οφέλη, αλλά η μακροπρόθεσμη επιτυχία τους εξαρτάται από την ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί τις οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις που δημιουργούν.
Το «ρολόι του χρέους» συνεχίζει να χτυπά, υπενθυμίζοντας ότι η μάχη για τη δημοσιονομική σταθερότητα είναι μαραθώνιος, όχι σπριντ. Ο Τραμπ έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένος να πάρει δύσκολες αποφάσεις, αλλά το ερώτημα παραμένει: Θα καταφέρει να αναζωογονήσει την αμερικανική οικονομία, ή θα οδηγήσει τη χώρα σε μια νέα εποχή αβεβαιότητας; Ο χρόνος θα δείξει.