Οι παγκόσμιες αγορές κρατικών ομολόγων βρίσκονται αντιμέτωπες με μια νέα φάση χρηματοπιστωτικής αστάθειας, καθώς οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις αυξάνονται και οι κυβερνήσεις αδυνατούν να συγκρατήσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα. Ενώ πολλοί επενδυτές επιλέγουν να αγνοούν τους κινδύνους, τα σημάδια που έρχονται από Ιαπωνία, ΗΠΑ και Ευρώπη δείχνουν ότι το επόμενο σοκ δεν θα έρθει από τις τράπεζες αλλά από το δημόσιο χρέος.
Ιαπωνία: η δημοσιονομική βόμβα χτυπά πρώτη
Η Ιαπωνία, η χώρα με το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στον κόσμο ως ποσοστό του ΑΕΠ, βλέπει τις αποδόσεις των μακροχρόνιων ομολόγων της να εκτινάσσονται. Η απόδοση του 30ετούς έφτασε στο 3,14% – ιστορικό υψηλό – ενώ το 40ετές άγγιξε το 3,6%. Ο λόγος; Μια αδύναμη δημοπρασία ομολόγων που φανέρωσε τις ανησυχίες των αγορών για τη βιωσιμότητα του ιαπωνικού χρέους.
Η Τράπεζα της Ιαπωνίας βρίσκεται πλέον σε δίλημμα: είτε να αυξήσει τα επιτόκια, διακινδυνεύοντας να εκτινάξει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (άνω των 30 τρισ. γιεν), είτε να τα διατηρήσει χαμηλά, χάνοντας τον έλεγχο του νομίσματος και της αγοράς ομολόγων.
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται εντός συνόρων. Η Ιαπωνία είναι ο μεγαλύτερος ξένος κάτοχος αμερικανικών ομολόγων (1,13 τρισ. δολάρια), και ήδη πουλάει – με 119 δισ. δολάρια σε ένα τρίμηνο. Η αποεπένδυση αυτή μπορεί να πυροδοτήσει ντόμινο και σε άλλες αγορές.
ΗΠΑ: αυξάνεται το κόστος δανεισμού, μειώνεται η εμπιστοσύνη
Η Αμερικανική αγορά ομολόγων στέλνει επίσης προειδοποιητικά σήματα. Η απόδοση των 30ετών ομολόγων του Δημοσίου ξεπέρασε το 5%, εν μέσω χαμηλής ζήτησης στις δημοπρασίες και αυξανόμενων ελλειμμάτων. Η Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ, εντείνοντας τους φόβους για διαρθρωτική αδυναμία στην εξυπηρέτηση του χρέους.
Η αβεβαιότητα ενισχύεται από την ασαφή νομισματική πολιτική της Fed και την απροθυμία του Κογκρέσου να περιορίσει τις δαπάνες. Το έλλειμμα των ΗΠΑ προβλέπεται στο 6,4% του ΑΕΠ για το 2024, με τον κίνδυνο να επιβαρυνθεί περαιτέρω σε περίπτωση νέας εμπορικής έντασης – ειδικά με δεδομένες τις απειλές δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ.
Ευρύτερη εικόνα: πίεση χωρίς προσαρμογή
Η παγκόσμια εικόνα είναι εξίσου ανησυχητική. Γαλλία (5,8%), Ηνωμένο Βασίλειο (4,8%) και Γερμανία (2,8%) καταγράφουν υψηλά ελλείμματα, ενώ ο Καναδάς βρίσκεται στο 2%. Αντίθετα, η Νορβηγία κατέγραψε πλεόνασμα 13,2% του ΑΕΠ, αποδεικνύοντας ότι η δημοσιονομική πειθαρχία είναι εφικτή.
Ωστόσο, οι περισσότερες χώρες διστάζουν να περιορίσουν τις δημόσιες δαπάνες, υποκύπτοντας στην πολιτική πίεση ή χρησιμοποιώντας τον πληθωρισμό ως μέσο αποπληρωμής χρέους – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αγορές και τους πολίτες.
Τι σημαίνει για τους επενδυτές
Η κρίση στα κρατικά ομόλογα ανατρέπει το παραδοσιακό μοντέλο 60/40 στα χαρτοφυλάκια. Οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις αυξάνονται, αλλά η αξία των υφιστάμενων ομολόγων πέφτει, απειλώντας το εισόδημα και τη σταθερότητα των επενδυτών.
Οι ειδικοί συνιστούν διαφοροποίηση: έκθεση σε πραγματικά περιουσιακά στοιχεία (commodities, ενέργεια), αμυντικά μερίσματα (όπως σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας), αλλά και δομημένα προϊόντα για καλύτερη διαχείριση κινδύνου.
Το μήνυμα είναι σαφές: Η αγορά ομολόγων δεν είναι πια “ασφαλές καταφύγιο”. Οι επενδυτές οφείλουν να αναπροσαρμόσουν στρατηγικές και να είναι έτοιμοι για συνεχή μεταβλητότητα και νέες ισορροπίες.