
Η JP Morgan επαναλαμβάνει μία… αιρετική θέση που έχει εκφράσει και στο παρελθόν σχετικά με την αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές, η οποία θεωρεί ότι δεν θα έχει θετικά αποτελέσματα.
Η αναβάθμιση του χρηματιστηρίου της Αθήνας από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες αγορές πλησιάζει, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, ο οποίος όμως πιστεύει πως αυτή δεν θα είναι μια θετική εξέλιξη για την υγεία της χρηματιστηριακής αγοράς.
Η αναβάθμιση στις ανεπτυγμένες θα περιορίσει το επενδυτικό ενδιαφέρον για το ΧΑ εκτιμά η JP Morgan.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, η αναβάθμιση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο του 2026 ή πιθανότερα τον Ιούνιο ή τον Νοέμβριο του 2027.
Και παρότι μια τέτοια κίνηση θα θεωρηθεί σημάδι προόδου για την Ελλάδα, εντούτοις σύμφωνα με την JP Morgan, θα φέρει υποβάθμιση της σχετικής σημασίας και της επενδυτικής προσοχής της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς.
Και αυτό γιατί ενώ η Ελλάδα έχει σήμερα μερίδιο περίπου 4% στον δείκτη MSCI EMEA EM και 0,60% στον συνολικό MSCI EM, με την αναβάθμιση αναμένεται να έχει μερίδιο μόλις 0,40% στον MSCI Europe και 0,07% στον MSCI World.
Αυτό, σύμφωνα με την JP Morgan, σημαίνει χαμηλότερη ορατότητα της ελληνικής αγοράς στα παθητικά κεφάλαια και λιγότερες αναλύσεις από τους οίκους για τις ελληνικές εισηγμένες εταιρείες.
Ενώ αυτή τη στιγμή η Ελλάδα βρίσκεται στα ραντάρ επενδυτών από funds των αναδυόμενων αγορών που παρακολουθούν χώρες, στο εξής θα απευθύνεται σε funds των ανεπτυγμένων αγορών που εστιάζουν σε συγκεκριμένους κλάδους.
Όμως, μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι ελληνικές μετοχές που βρίσκονται τώρα στο επίκεντρο θα βρεθούν στο περιθώριο, καθώς οι ελληνικές εισηγμένες είναι πολύ μικρές με βάση τα ευρωπαϊκά μεγέθη.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνει η JP Morgan, η Εθνική Τράπεζα δεν είναι αρκετά μεγάλη για να μπει στο top50 των ευρωπαϊκών τραπεζών, η ΔΕΗ δεν περιλαμβάνεται στο top25 των ευρωπαϊκών εταιρειών κοινής ωφέλειας και η Metlen δεν συγκαταλέγεται στις top75 βιομηχανικές εταιρείες.