Στη δυσφορία των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών σχετικά με τη στάση που τηρεί η Πολιτεία απέναντι στον κλάδο, αναφέρθηκε χθες ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ Γιάννης Αληγιζάκης, στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της Ελινόιλ.
«Όλοι μας είμαστε υπέρ της πράσινης μετάβασης, αλλά αυτό θα πρέπει να γίνει με κάποια ευελιξία στον τρόπο που θα επιτευχθούν οι στόχοι. Να γίνει με σύνεση και λογική και φυσικά με γνώμονα τη βιωσιμότητα των εταιρειών που θα κληθούν να την εφαρμόσουν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Αληγιζάκης, συμπληρώνοντας -μεταξύ άλλων- ότι υπάρχει κλίμα άρνησης συνεργασίας με τον κλάδο.
Η νεότερη εξέλιξη αφορά το πρόσθετο «χαράτσι» στις τιμές όλων των πετρελαϊκών προϊόντων (βενζίνες, πετρέλαιο κίνησης, μαζούτ) που θα επιβληθεί στην Ευρώπη από τον Ιανουάριο του 2027.
Ειδικότερα το νέο σύστημα τιμολόγησης των εκπομπών που θα ισχύσει από το 2027 αναμένεται να οδηγήσει σε μια νέα επιβάρυνση των τιμών, με το συνολικό κόστος για την ελληνική αγορά να εκτιμάται ότι θα προσεγγίζει τα 800 εκατ. ευρώ τον χρόνο, αν υποθέσουμε ότι οι τιμές και οι πωλούμενες ποσότητες θα διατηρηθούν κοντά στα σημερινά επίπεδα.
Η επιβάρυνση αυτή που θα επωμιστούν οι καταναλωτές θα έρθει να προστεθεί πάνω σε ήδη υπερφορολογημένα προϊόντα, πλήττοντας παράλληλα τόσο άμεσα (υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης) όσο και έμμεσα (επίπτωση στον όγκο των πωλήσεων) τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Ο Γιάννης Αληγιζάκης τονίζει: «Μας αποκαλούν χονδρέμπορους, αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Είμαστε εταιρείες που έχουν προχωρήσει σε μεγάλες επενδύσεις, που απασχολούν χιλιάδες εργαζόμενους και -το κυριότερο- είναι υπεύθυνες για την ασφάλεια και τη μεταφορά των καυσίμων σε κάθε άκρο της ελληνικής επικράτειας».
Ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ επίσης, αναφέρθηκε για μια ακόμη φορά στη μεγάλη ζημιά που προκάλεσε στον κλάδο η άδικη, σύμφωνα με τον ίδιο, τετραετής επιβολή πλαφόν στο μικτό κέρδος των εταιρειών, όταν όλοι οι άλλοι συντελεστές κόστους και τα επιτόκια αυξάνονταν κατακόρυφα, με αποτέλεσμα μια τέτοια κίνηση να ενισχύσει την παραβατικότητα ακόμη και από πρατηριούχους που απλά ήθελαν να επιβιώσουν.
Σε ότι αφορά την κατάσταση που θα δημιουργηθεί μετά την άρση του πλαφόν, ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ εκτιμά πως θα προκύψει κάποια διεύρυνση των περιθωρίων, χωρίς όμως να αναμένεται κύμα ανατιμήσεων και αυτό γιατί κάτι τέτοιο δεν το επιτρέπει ούτε η γενικότερη ακρίβεια που πλήττει το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών, αλλά ούτε και ο ανταγωνισμός της αγοράς.
Οι εταιρείες θα ξαναρχίζουν να εφαρμόζουν τις εμπορικές πολιτικές τους και θα μειωθεί ο αριθμός των παραβατικών πρατηρίων στο βαθμό που συνεχιστούν οι έλεγχοι.
Καταλήγοντας ο Γιάννης Αληγιζάκης ανέφερε πως «δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι πολυεθνικοί όμιλοι αποχώρησαν από την ελληνική αγορά και κανείς τους μέχρι τώρα δεν έχει εκδηλώσει την πρόθεση να επιτρέψει», συμπληρώνοντας πως υπάρχουν «στρεβλώσεις υπάρχουν και στην ηλεκτρική ενέργεια. Δεν μπορεί να μας επιβαρύνουν με ποσά που απώλεσε προ τριετίας το Δημόσιο με δική του ευθύνη, λόγω ρευματοκλοπών και απωλειών».