Του Στέφανου Νικολαΐδη
Η δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή για την πρόθεση της Αθήνας να καλέσει σε κοινή συνάντηση όλες τις παράκτιες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, δεν είναι απλώς μια διπλωματική εξαγγελία. Είναι μια δήλωση στρατηγικής πρόθεσης, που αποσκοπεί στο να αναδείξει την Ελλάδα σε κόμβο συνεννόησης σε μια περιοχή διαρκώς εκρηκτική.
«Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί απολύτως τίποτα από το να καθίσει στο τραπέζι με οποιονδήποτε», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός, δείχνοντας πως η Αθήνα επιδιώκει να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων, πριν το κάνουν άλλοι.
Πρόκειται, στην ουσία, για τη διπλωματική αντεπίθεση μιας χώρας που αισθάνεται πως διαθέτει πια το κύρος, τη σταθερότητα και τη θεσμική αυτοπεποίθηση να καθορίσει την ατζέντα.
Η ιδέα ωστόσο δεν είναι καινούργια. Από το 2003, όταν η Ελλάδα είχε την Προεδρία της Ε.Ε., είχε ανοίξει ο διάλογος για την ανάγκη μιας πολυμερούς μεσογειακής συνεννόησης στο πλαίσιο του Euro-Mediterranean Partnership. Δύο δεκαετίες αργότερα, η συγκυρία είναι πιο ώριμη: οι ενεργειακές ανακαλύψεις, η γεωπολιτική ρευστότητα και η πίεση των ΗΠΑ για σταθερότητα καθιστούν τη συζήτηση για τις θαλάσσιες ζώνες όχι μόνο διπλωματικά αναγκαία, αλλά και οικονομικά επείγουσα.
Νέα γεωπολιτική κινητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο
Η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει το πιο σύνθετο γεωπολιτικό πεδίο της περιοχής.
Από την εκκρεμότητα των θαλασσίων ζωνών μέχρι τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, το μεταναστευτικό και την παράνομη αλιεία, η απουσία ενός θεσμοθετημένου πλαισίου συνεργασίας έχει αφήσει χώρο για αντιπαραθέσεις, αμοιβαίες καχυποψίες και παγίωση μονομερών κινήσεων.
Στο φόντο αυτό, η Αθήνα επιχειρεί να μετατρέψει ένα πρόβλημα σε ευκαιρία.
Η πρόταση, λοιπόν, για πολυμερή συνάντηση με τη συμμετοχή Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου, Τουρκίας και Λιβύης –και δυνητικά και άλλων χωρών της περιοχής– στοχεύει στο να ανοίξει έναν ευρύτερο διάλογο που θα περιλαμβάνει όχι μόνο τα «σκληρά» ζητήματα οριοθετήσεων, αλλά και τα «ήπια» πεδία συνεργασίας.
Το δόγμα Ουάσιγκτον και η άφιξη της Κίμπερλι Γκιλφόιλ
Η επικείμενη άφιξη της νέας Αμερικανίδας πρέσβειρας στην Αθήνα, Κίμπερλι Γκιλφόιλ, αναμένεται να προσδώσει νέα δυναμική.
Η Ουάσιγκτον επανέρχεται με ανανεωμένο δόγμα: άρση των εμποδίων που αναστέλλουν την οικονομική δραστηριότητα αμερικανικών συμφερόντων. Η παρουσία ενεργειακών κολοσσών όπως η Chevron και η ExxonMobil στην ευρύτερη περιοχή αποτελεί ήδη ισχυρό μοχλό πίεσης υπέρ της σταθερότητας — και εμμέσως, υπέρ των ελληνικών θέσεων.
Η αμερικανική πολιτική δεν ενδιαφέρεται τόσο για τις νομικές λεπτομέρειες των οριοθετήσεων, όσο για το να εξασφαλιστεί το πλαίσιο ασφάλειας και προβλεψιμότητας που θα επιτρέψει στις εταιρείες να επενδύσουν χωρίς γεωπολιτικά ρίσκα.
Υπό αυτή την έννοια, η πρόταση Μητσοτάκη ευθυγραμμίζεται με τη βούληση της Ουάσιγκτον να «κλείσουν» οι ανοιχτοί λογαριασμοί στην περιοχή.
Το 5Χ5 και το στοίχημα της συνεννόησης
Η ελληνική πρωτοβουλία προτείνει ένα πολυμερές σχήμα «5×5», με 5 χώρες και 5 θεματικές ενότητες:
- Οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών
- Μεταναστευτικό
- Πολιτική προστασία
- Συνδεσιμότητα
- Προστασία περιβάλλοντος
Η στόχευση είναι διπλή: αφενός να ανοίξει μια θεσμική συζήτηση για τα μεγάλα ζητήματα (οριοθετήσεις), αφετέρου να χτιστεί ένα πεδίο συνεργασίας χαμηλότερης έντασης (πολιτική προστασία, περιβάλλον, μεταναστευτικό), που μπορεί να λειτουργήσει ως «μαξιλάρι» εμπιστοσύνης.
Η Αθήνα ουσιαστικά δοκιμάζει να αλλάξει το κλίμα μέσω της συνεργασίας – ένα είδος διπλωματικής «ντρίπλας» απέναντι στην τουρκική καχυποψία.
Άγγελος Συρίγος: «Η ιδανική λύση για να τελειώνουμε με το τουρκολιβυκό μνημόνιο»
«Μια απόπειρα συνολικής λύσης στην Ανατολική Μεσόγειο με πολυμερή οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών θα ήταν η ιδανική λύση για να τελειώνουμε οριστικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο», επισημαίνει ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και βουλευτής της ΝΔ, Άγγελος Συρίγος.
Όπως εξηγεί, το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι παράνομο, εμπίπτει σε περιοχές ελληνικής και αιγυπτιακής δικαιοδοσίας, είναι αντίθετο προς τη λογική και τη γεωγραφία, όμως παραμένει πάνω στο τραπέζι, γιατί το επικαλούνται τόσο η Άγκυρα όσο και η Τρίπολη.
Η μόνη οδός για να φύγει και τυπικά, λέει, είναι είτε καταγγελία από τη Λιβύη – κάτι απίθανο λόγω φόβου σύγκρουσης με την Τουρκία – είτε παραπομπή στη Χάγη, όπου εκ των πραγμάτων θα συμπαρασυρθούν και η Αίγυπτος και, πιθανότατα, η Τουρκία.
Επομένως, μια πολυμερής διαδικασία, σύμφωνα με τον κ. Συρίγο, θα μετέτρεπε το πρόβλημα σε συλλογικό ζήτημα και θα το αποφόρτιζε διπλωματικά. Επιπλέον, θα δημιουργούσε συνθήκες ακύρωσης του τουρκολιβυκού μνημονίου de facto, χωρίς ρήξεις.
Ο καθηγητής υπενθυμίζει, μάλιστα, ότι μετά το 2003, όταν η τεχνολογία επέτρεψε οριοθετήσεις σε μεγάλα βάθη, η Κύπρος πρωτοστάτησε με συμφωνίες με την Αίγυπτο (2003), τον Λίβανο (2007) και το Ισραήλ (2010), ενώ η συμφωνία Ελλάδας–Αιγύπτου το 2020 σηματοδότησε τη νέα εποχή οριοθετήσεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
«Η παρουσία της Chevron στη Λιβύη και στην αιγυπτιακή ΑΟΖ είναι ήδη καταλυτική και ακυρώνει στην πράξη το τουρκολιβυκό μνημόνιο, όπως και το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας», υπογραμμίζει.
Προσθέτει δε ότι, εφόσον οι ΗΠΑ εμπλακούν πολιτικά στην περιοχή με στόχο σταθερότητα, «θα μιλάμε για ριζική αλλαγή υπέρ ημών».
Κωνσταντίνος Φίλης: «Η ελληνική ντρίπλα και η διπλωματία χαμηλής έντασης»
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA) και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΣΚΑΪ Κωνσταντίνος Φίλης εκτιμά ότι η ελληνική πρόταση «κινείται στη σωστή κατεύθυνση, αλλά θα χρειαστεί χρόνο για να αποδώσει».
«Δεν περιμένουμε εξελίξεις μέσα σε εβδομάδες. Πρέπει πρώτα να τοποθετηθούν η Κύπρος, η Αίγυπτος και η Λιβύη — προς το παρόν μόνο η Τουρκία αντέδρασε, όπως πάντα με καχυποψία απέναντι σε κάθε ελληνική πρωτοβουλία», αναφέρει.
Για τον κ. Φίλη, το βασικό μήνυμα είναι πολιτικό: η Αθήνα παρουσιάζεται ως δύναμη πρωτοβουλίας και όχι ως παθητικός δέκτης πιέσεων. Η στρατηγική είναι να διαμορφωθεί ένα πεδίο συνεννόησης σε θέματα «χαμηλής πολιτικής», όπως η πολιτική προστασία ή το περιβάλλον, ώστε να δημιουργηθεί θετική ατμόσφαιρα πριν τις δύσκολες συζητήσεις για οριοθετήσεις.
«Η ντρίπλα της Αθήνας είναι ότι δείχνει πρόθυμη να μιλήσει για όλα, χωρίς να παγιδεύεται στα σκληρά θέματα. Την ίδια ώρα, στέλνει το μήνυμα στην Ουάσιγκτον ότι η Ελλάδα κινείται εντός θεσμικού πλαισίου, σε αντίθεση με την προσέγγιση Τραμπ, που προωθεί ad hoc διευθετήσεις ανάλογα με τα αμερικανικά συμφέροντα», εξηγεί.
Προειδοποιεί, ωστόσο, ότι η επιτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί από το αν έχει την «έγκριση» των ΗΠΑ και δευτερευόντως της Ε.Ε.
«Αν η πρωτοβουλία ενταχθεί σε μια ευρύτερη στρατηγική εξομάλυνσης, τότε μπορεί να αποδώσει. Διαφορετικά, θα μείνει μια ενδιαφέρουσα άσκηση επί χάρτου».
Η ελληνική ευκαιρία πριν το παιχνίδι το αλλάξουν άλλοι
Εν κατακλείδι, η πρόταση Μητσοτάκη είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια «διπλωματική χειρονομία καλής θέλησης».
Είναι μια κίνηση πρόληψης απέναντι σε ένα ρευστό γεωπολιτικό τοπίο, όπου οι ισχυροί παίκτες – σαν τις ΗΠΑ – θα επιδιώξουν αργά ή γρήγορα να καθορίσουν τους κανόνες του παιχνιδιού.
Η Αθήνα επιχειρεί, έτσι, να προλάβει τις εξελίξεις, θέτοντας η ίδια το πλαίσιο. Με ισχυρή οικονομία, ενεργό ρόλο στους περιφερειακούς οργανισμούς και ερείσματα στην Ε.Ε., μπορεί να προτείνει λύσεις πριν της επιβληθούν.
Η πολυμερής συνάντηση, αν τελικά προχωρήσει, ίσως αποδειχθεί το πιο φιλόδοξο διπλωματικό στοίχημα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.
Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, η χώρα δεν αντιδρά σε εξελίξεις — τις προκαλεί. Και αυτό, σε μια περιοχή όπου κάθε λέξη, κάθε χάρτης και κάθε γραμμή μέτρησης αποκτούν γεωπολιτικό βάρος, είναι ήδη μια σημαντική νίκη.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το sofokleous10.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

