Η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ μπήκε σε τροχιά σκληρής αντιπαράθεσης με τη Μόσχα. Ο Αμερικανός πρόεδρος, που κάποτε κατηγορήθηκε για «μαλακή» στάση απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν, προχώρησε αυτή την εβδομάδα στην επιβολή του πιο εκτεταμένου πακέτου κυρώσεων των τελευταίων ετών εναντίον της Ρωσίας. Οι νέες κυρώσεις στοχεύουν κυρίως τη Rosneft και τη Lukoil, δύο ενεργειακούς κολοσσούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των ρωσικών εξαγωγών και της κρατικής χρηματοδότησης.
Η Ουάσιγκτον θέλει να πλήξει τα έσοδα που στηρίζουν την πολεμική μηχανή του Πούτιν στην Ουκρανία. Όμως η κίνηση αυτή ανοίγει ταυτόχρονα νέο κύκλο έντασης στις αγορές ενέργειας, στις διεθνείς σχέσεις και στο ήδη εύθραυστο ισοζύγιο ισχύος μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Οι λεπτομέρειες του πακέτου
Το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι περισσότερες από 30 θυγατρικές των Rosneft και Lukoil προστίθενται στη λίστα κυρώσεων. Παράλληλα, απαγορεύεται σε κάθε αμερικανική εταιρεία ή φυσικό πρόσωπο να συνεργάζεται με τις εν λόγω εταιρείες ή να διενεργεί συναλλαγές σε δολάρια μαζί τους.
Η απόφαση χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο ως «στοχευμένο χτύπημα στη χρηματοδοτική καρδιά της Ρωσίας». Πρακτικά σημαίνει ότι οι ρωσικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις αποκλείονται από το διεθνές σύστημα πληρωμών, δυσκολεύονται να εξάγουν μέσω δυτικών τραπεζών και αντιμετωπίζουν περιορισμούς στη μεταφορά και ασφάλιση φορτίων πετρελαίου.
Η Ε.Ε., σε μια σπάνια επίδειξη συγχρονισμού με την Ουάσιγκτον, ανακοίνωσε παράλληλη απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού LNG, σφίγγοντας περαιτέρω τη θηλιά στη ρωσική ενεργειακή παρουσία στην Ευρώπη.
Γιατί τώρα;
Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία. Η Ρωσία, μετά την αποτυχία μιας ακόμα «ειρηνευτικής» πρωτοβουλίας, προχώρησε σε μαζική αεροπορική επίθεση εναντίον του Κιέβου — τη μεγαλύτερη από την αρχή του πολέμου. Ο Τραμπ, ο οποίος μέχρι πρόσφατα προσπαθούσε να διατηρήσει ισορροπίες, δέχθηκε έντονη πίεση από το Κογκρέσο και τους συμμάχους των ΗΠΑ να επιδείξει πυγμή.
Οι πολιτικοί του αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι η απόφαση έχει και εσωτερική πολιτική διάσταση, καθώς ο Τραμπ επιδιώκει να αποδείξει ότι δεν είναι «άνθρωπος του Πούτιν», αλλά ηγέτης ικανός να υπερασπιστεί τα αμερικανικά συμφέροντα. Ωστόσο, πίσω από τη ρητορική, οι αναλυτές βλέπουν μια κίνηση ψυχρού υπολογισμού: οι κυρώσεις απομονώνουν περαιτέρω τη Μόσχα, αλλά ταυτόχρονα ανεβάζουν τις τιμές του πετρελαίου, γεγονός που ευνοεί την αμερικανική παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου.
Η αντίδραση της Μόσχας
Το Κρεμλίνο μίλησε για «πράξη οικονομικού πολέμου» και προανήγγειλε αντίμετρα σε βάρος αμερικανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Παράλληλα, η ρωσική κυβέρνηση επιταχύνει τις επαφές με την Κίνα, την Ινδία και το Ιράν, με στόχο τη δημιουργία ενός παράλληλου δικτύου εμπορίου ενέργειας εκτός του δυτικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, δήλωσε με δηλητηριώδη ειρωνεία:
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες παριστάνουν ότι τιμωρούν τη Ρωσία, αλλά στην πραγματικότητα τιμωρούν την Ευρώπη και τις δικές τους αγορές».
Η δήλωση αυτή αντικατοπτρίζει τον φόβο ότι η ενεργειακή κρίση του 2022 μπορεί να επαναληφθεί, αν οι ροές ρωσικού πετρελαίου περιοριστούν δραματικά και οι τιμές εκτοξευθούν.
Το ρίσκο για την παγκόσμια οικονομία
Οι πρώτες αντιδράσεις στις αγορές ήταν έντονες. Το Brent ξεπέρασε τα 98 δολάρια το βαρέλι, ενώ οι ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας είδαν άλμα άνω του 7%. Οι επενδυτές φοβούνται νέο κύμα πληθωριστικών πιέσεων, καθώς το ενεργειακό κόστος αποτελεί τον πιο ευαίσθητο δείκτη της διεθνούς οικονομίας.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Wall Street κατέγραψε πτώση στα futures των βιομηχανικών δεικτών, καθώς οι αγορές προεξοφλούν ότι ο Τραμπ ίσως προχωρήσει σε επιπλέον μέτρα, με απρόβλεπτες επιπτώσεις στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού.
Η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ προειδοποίησαν ότι οι κυρώσεις μπορεί να επιβραδύνουν την παγκόσμια ανάπτυξη, ειδικά αν υπάρξει αντίδραση από την Κίνα και την Ινδία που αγοράζουν μεγάλο μέρος του ρωσικού πετρελαίου σε έκπτωση.
Ποιος ωφελείται πραγματικά
Η στρατηγική διάσταση των κυρώσεων είναι ξεκάθαρη: οι ΗΠΑ επιχειρούν να επανέλθουν ως ρυθμιστής της ενεργειακής ασφάλειας. Με την Ε.Ε. να μειώνει την εξάρτηση από τη Ρωσία, ανοίγει χώρος για την ενίσχυση των αμερικανικών εξαγωγών LNG και την περαιτέρω εδραίωση της ενεργειακής ηγεμονίας της Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, οι αμερικανικές εταιρείες όπλων, ναυτιλίας και ενέργειας επωφελούνται άμεσα:
- Η Halliburton και η ExxonMobil βλέπουν άνοδο στις μετοχές τους,
- Οι εταιρείες ασφάλισης πλοίων στο Λονδίνο αυξάνουν τα ασφάλιστρα μεταφοράς,
- Και η Ε.Ε. στρέφεται σε εναλλακτικές πηγές, όπως η Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν.
Το ερώτημα όμως παραμένει: θα επιτύχουν οι κυρώσεις τον στρατηγικό τους στόχο ή θα μετατραπούν σε όπλο διπλής κόψης;
Η Ρωσία αντεπιτίθεται με εναλλακτικά κανάλια
Παρά τον αρχικό αντίκτυπο, η Μόσχα διαθέτει πλέον μηχανισμούς παράκαμψης των δυτικών κυρώσεων. Μέσω τρίτων χωρών και ιδιωτικών δικτύων, μεγάλο μέρος των εξαγωγών συνεχίζει να φτάνει στις διεθνείς αγορές. Η εμπειρία των τελευταίων ετών έχει διδάξει στη Ρωσία πώς να «επιβιώνει στο σκοτάδι» του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αναλυτές στο Λονδίνο υποστηρίζουν ότι, μακροπρόθεσμα, οι κυρώσεις δεν θα καταφέρουν να αποκόψουν πλήρως τα ρωσικά έσοδα, αλλά θα αυξήσουν το κόστος λειτουργίας και μεταφοράς. Με άλλα λόγια, η πίεση θα είναι σταδιακή, όχι άμεση.
Ο Τραμπ σε πολιτικό σταυροδρόμι
Για τον Ντόναλντ Τραμπ, η κίνηση αυτή έχει διπλή σημασία. Από τη μία, ενισχύει το αφήγημα ισχύος που καλλιεργεί ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών. Από την άλλη, τον φέρνει σε σύγκρουση με συντηρητικούς κύκλους που θεωρούν ότι η επιθετική στάση προς τη Ρωσία μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτη κλιμάκωση.
Η αμερικανική κοινή γνώμη παραμένει διχασμένη: ένα μέρος βλέπει τον Τραμπ ως «ηγέτη με πυγμή», ενώ ένα άλλο τον κατηγορεί για επικίνδυνο τυχοδιωκτισμό που μπορεί να τινάξει στον αέρα τις διεθνείς ισορροπίες.
Στο Κογκρέσο, οι Δημοκρατικοί ζητούν ακόμη αυστηρότερα μέτρα — όπως πάγωμα περιουσιακών στοιχείων Ρώσων ολιγαρχών στις ΗΠΑ — ενώ οι Ρεπουμπλικανοί καλούν σε «προσεκτική εφαρμογή» ώστε να μη στραφεί η Ρωσία πλήρως προς την Κίνα.
Το ενεργειακό ντόμινο
Η απόφαση Τραμπ έχει ήδη αρχίσει να αναδιαμορφώνει τον παγκόσμιο χάρτη της ενέργειας. Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές βλέπουν νέες πιέσεις στις τιμές φυσικού αερίου, ενώ οι αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας αναζητούν εναλλακτικούς προμηθευτές.
Παράλληλα, το δολάριο ενισχύεται, καθώς οι διεθνείς συναλλαγές σε ενέργεια μετακινούνται και πάλι προς τα αμερικανικά χρηματοπιστωτικά κανάλια.
Ορισμένοι αναλυτές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο οι κυρώσεις να οδηγήσουν σε προσωρινό ενεργειακό σοκ παρόμοιο με εκείνο του 2022, όταν η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με έλλειψη εφοδιασμού και εκτίναξη τιμών. Το πώς θα διαχειριστεί η διεθνής κοινότητα αυτή τη νέα πραγματικότητα θα καθορίσει πολλά για το 2026.
Συμπέρασμα
Οι νέες κυρώσεις του Τραμπ εναντίον της Ρωσίας δεν είναι απλώς ένα ακόμα επεισόδιο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι μια στρατηγική στροφή που αποκαλύπτει τη νέα ισορροπία ισχύος στον κόσμο: μια Αμερική που επιστρέφει δυναμικά στο διεθνές προσκήνιο και μια Ρωσία που, παρότι πληγωμένη, αρνείται να υποχωρήσει.
Το στοίχημα για τον Τραμπ είναι αν αυτή η σκληρή γραμμή θα οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή της ρωσικής συμπεριφοράς ή αν θα φέρει τον κόσμο ένα βήμα πιο κοντά σε νέα ψυχροπολεμική εποχή.
Σε κάθε περίπτωση, η μάχη μόλις άρχισε — και το πεδίο δεν είναι μόνο η Ουκρανία, αλλά η ίδια η παγκόσμια τάξη πραγμάτων.

