
Από την 1η Ιανουαρίου 2024 και μετά, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος έχει επιδοθεί σε ένα συνεχιζόμενο κύμα κλεισίματος καταστημάτων στην ελληνική περιφέρεια. Με πρόσχημα τον «ψηφιακό μετασχηματισμό» και τη μείωση κόστους, η Διοίκηση της τράπεζας συρρικνώνει δραματικά το δίκτυο των υποκαταστημάτων της, αφήνοντας πίσω της μόνο μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών (ΑΤΜ) και ελάχιστο ή καθόλου προσωπικό. Η πρακτική αυτή δεν είναι νέα – ήδη την πενταετία 2020-2024 οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες έκλεισαν περίπου 450 καταστήματα πανελλαδικά, εκ των οποίων η Εθνική μόνο μείωσε το δικό της δίκτυο από 389 σε 318 καταστήματα. Ωστόσο, μετά από μια πρόσκαιρη ύφεση το 2024, το φαινόμενο κλιμακώνεται εκ νέου. Το 2025 η Εθνική Τράπεζα αποφάσισε να βάλει «λουκέτο» σε 14 ακόμη καταστήματα, κυρίως σε κωμοπόλεις και χωριά, πυροδοτώντας έντονες αντιδράσεις.
Συνεχή λουκέτα – Τα καταστήματα που έκλεισαν
Τα «λουκέτα» αυτά διαλύουν σταδιακά την φυσική παρουσία της τράπεζας στην ύπαιθρο. Ακολουθεί αναλυτική λίστα με τα καταστήματα της Εθνικής Τράπεζας που έκλεισαν ή ανακοίνωσαν παύση λειτουργίας στην ελληνική περιφέρεια από τις αρχές του 2024 και έπειτα:
- Αιγείρα (Αχαΐας): Πρόθεση οριστικού κλεισίματος του υποκαταστήματος
- Μουζάκι (Καρδίτσας): Πρόθεση οριστικού κλεισίματος του υποκαταστήματος
- Κρέστενα (Ηλείας): Πρόθεση οριστικού κλεισίματος του υποκαταστήματος
- Άστρος (Αρκαδίας): Αναστολή λειτουργίας – το κατάστημα έκλεισε και παρέμεινε μόνο ένα ΑΤΜ και ένας συμβασιούχος υπάλληλος για στοιχειώδη εξυπηρέτηση. (Το Άστρος Κυνουρίας χάνει έτσι το μοναδικό τραπεζικό του κατάστημα, μετά και το προηγούμενο κλείσιμο υποκαταστήματος της Alpha Bank στην περιοχή).
- Νεάπολη Βοιών (Λακωνίας): Προχωρά το κλείσιμο με συγχώνευση του υποκαταστήματος – οι υπηρεσίες μεταφέρονται στο κατάστημα Μολάων.
- Κορώνη (Μεσσηνίας): Προχωρά το κλείσιμο με συγχώνευση – οι υπηρεσίες μεταφέρονται στο κατάστημα Πύλου.
- Ληξούρι (Κεφαλονιάς): Αναστολή λειτουργίας – το κατάστημα (το τελευταίο στην περιοχή της Παλικής) έκλεισε και πλέον λειτουργεί μόνο με ΑΤΜ και έναν υπάλληλο για την υποστήριξη των συναλλαγών. Το πλησιέστερο πλέον κατάστημα είναι στο Αργοστόλι, 35 χλμ μακριά, με τη σύνδεση μάλιστα να δυσχεραίνεται τον χειμώνα λόγω αραιών δρομολογίων πορθμείου.
- Σουφλί (Έβρου): Αναστολή λειτουργίας – το ιστορικό υποκατάστημα στο Σουφλί (με παρουσία πάνω από έναν αιώνα) κλείνει και από 5 Δεκεμβρίου θα μείνει μόνο ένας υπάλληλος για υποστήριξη συναλλαγών μέσω ΑΤΜ.
- Αιδηψός (Εύβοιας): Υποβάθμιση λειτουργίας – το κατάστημα έχει απαξιωθεί με ελάχιστο προσωπικό, στα πρόθυρα αναστολής λειτουργίας (αναφέρεται ως χαρακτηριστικό παράδειγμα περιοχής όπου οι εργαζόμενοι μετακινούνται προσωρινά μέχρι να κλείσει το υποκατάστημα).
Μεταξύ των 14 «υπό εξαφάνιση» καταστημάτων της φετινής λίστας περιλαμβάνονται επίσης μικρές τοπικές μονάδες σε διάφορες περιοχές της χώρας, των οποίων το πλήρες κλείσιμο είτε έχει ήδη συντελεστεί είτε επίκειται άμεσα, σύμφωνα με τις αποφάσεις της διοίκησης.
Η συνδικαλιστική παράταξη «Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση Εργαζομένων ΕΤΕ» καταγγέλλει ότι η διοίκηση της Εθνικής «συνεχίζει την πολιτική διάλυσης του δικτύου», οδηγώντας σε συνεχή ταλαιπωρία τους πελάτες – ιδιαίτερα τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως τους συνταξιούχους και τους δικαιούχους επιδομάτων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι εργαζόμενοι, δεκάδες καταστήματα έχουν ήδη κλείσει, αφήνοντας στη θέση τους μόνο ένα μηχάνημα αυτόματων συναλλαγών, τόσο σε Αθήνα όσο και στην επαρχία. Οι περιφερειακοί διευθυντές μάλιστα φέρονται να προαναγγέλλουν νέο κύμα κλεισιμάτων στο προσεχές διάστημα, εντείνοντας την ανησυχία ότι η φυσική παρουσία της τράπεζας στην ύπαιθρο θα εκλείψει εντελώς.
Αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών
Οι ειδήσεις για τα αλλεπάλληλα λουκέτα προκάλεσαν κύμα αντιδράσεων από κατοίκους, φορείς και την αυτοδιοίκηση στις πληγείσες περιοχές. Δημοτικά συμβούλια συγκαλούνται εκτάκτως για να συζητήσουν το θέμα και να εκφράσουν την αντίθεσή τους. Στο Δήμο Βόρειας Κυνουρίας, το Δημοτικό Συμβούλιο συνεδρίασε εκτάκτως μόλις ανακοινώθηκε το κλείσιμο της ΕΤΕ στο Άστρος, χαρακτηρίζοντας την εξέλιξη ως περαιτέρω υποβάθμιση της περιοχής και αποφασίζοντας ψήφισμα διαμαρτυρίας. Παρόμοια, στο Σουφλί, ο Δήμαρχος Παναγιώτης Καλακίκος συγκάλεσε έκτακτη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου και δήλωσε «κατηγορηματικά αντίθετος» στο κλείσιμο του τοπικού καταστήματος. Όπως τόνισε, η ανακοίνωση του επικείμενου λουκέτου «αιφνιδίασε» τον Δήμο και την τοπική κοινωνία, καθώς δεν προηγήθηκε καμία ενημέρωση από την τράπεζα. Η είδηση έγινε γνωστή τυχαία, όταν δημοτικός σύμβουλος που πήγε για συναλλαγή πληροφορήθηκε από υπαλλήλους ότι είχε ήδη δοθεί εντολή κλεισίματος.
Τοπικοί φορείς κάνουν λόγο για απόφαση που ισοδυναμεί με κοινωνική εγκατάλειψη. «Δεν είναι “εξορθολογισμός” – είναι κοινωνική εγκατάλειψη» σχολιάζει χαρακτηριστικά άρθρο για την περίπτωση της Κορώνης, μιας ιστορικής κωμόπολης της Μεσσηνίας όπου σχεδιάζεται η κατάργηση του υποκαταστήματος ΕΤΕ. Ο Μανώλης Μάκαρης, επικεφαλής της περιφερειακής παράταξης «Πρώτα η Πελοπόννησος», δήλωσε ότι «οι τοπικές κοινωνίες σε Νεάπολη, Κορώνη και Άστρος είναι ανάστατες» από τις πληροφορίες για επικείμενα λουκέτα. Ο ίδιος καλεί την Περιφέρεια Πελοποννήσου και τους βουλευτές κάθε νομού να αντιδράσουν, τονίζοντας ότι οι κάτοικοι –ιδίως ηλικιωμένοι, αγρότες και μικροεπαγγελματίες– κινδυνεύουν να χάσουν την πρόσβαση σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες και ότι το κλείσιμο «θα αποτελέσει ένα ακόμη πλήγμα για τις ήδη δοκιμαζόμενες τοπικές κοινωνίες της Πελοποννήσου».
Ανάλογη αγωνία εκφράζεται και στην Κεφαλονιά. Στο Ληξούρι, όπου η Εθνική κλείνει το μοναδικό τραπεζικό κατάστημα της περιοχής, οι πολίτες εμφανίζονται «ανάστατοι» μπροστά στην παύση λειτουργίας του υποκαταστήματος. Ο Κωνσταντίνος Βάλσαμος, εκπρόσωπος τοπικής οργάνωσης, κατήγγειλε ότι το κλείσιμο της ΕΤΕ στο Ληξούρι «αποτελεί πολιτική επιλογή απαξίωσης των κατοίκων», σημειώνοντας πως η απόφαση αυτή υποβαθμίζει τον Δήμο και αντιβαίνει στις διακηρύξεις των τραπεζών ότι στηρίζουν την περιφέρεια. Σε ανοιχτή επιστολή του, επεσήμανε ότι το συγκεκριμένο κατάστημα είναι ζωτικής σημασίας για την τοπική οικονομία και τις επιχειρήσεις, αφού το πλησιέστερο πλέον σημείο εξυπηρέτησης βρίσκεται στο Αργοστόλι (35 χλμ. μακριά) – διαδρομή κοστοβόρα και χρονοβόρα, ειδικά τους χειμερινούς μήνες όπου συχνά δεν υπάρχει καθημερινή ακτοπλοϊκή σύνδεση.
Από τη Θράκη, ο δήμαρχος Σουφλίου κ. Καλακίκος υπενθύμισε με νόημα ότι η περιοχή του Σουφλίου βρίσκεται ακόμα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (λόγω καταστροφικών πυρκαγιών το 2023) και ότι τα λειτουργικά έξοδα του μικρού αυτού καταστήματος είναι περιορισμένα, καθιστώντας αδικαιολόγητη την απόφαση να κλείσει. «Η Εθνική Τράπεζα λειτουργεί στην περιοχή του Σουφλίου για πάνω από 100 χρόνια και αποτέλεσε θεμέλιο της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας» σημείωσε, εκφράζοντας την ανησυχία του κυρίως για τους ηλικιωμένους και τους κατοίκους των απομακρυσμένων χωριών, που δυσκολεύονται με τις ψηφιακές συναλλαγές. Ο Δήμος Σουφλίου αποφάσισε ομόφωνα να στείλει ψήφισμα διαμαρτυρίας στα αρμόδια υπουργεία και τη διοίκηση της τράπεζας, ενώ προγραμματίζει και συνάντηση με τα κεντρικά στελέχη της ΕΤΕ στην Αθήνα.
Αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες
Η φυγή της Εθνικής Τράπεζας από την ύπαιθρο έχει άμεσες και πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες. Πρώτα απ’ όλα, πλήττονται οι ηλικιωμένοι κάτοικοι και γενικά όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με την ψηφιακή τραπεζική. Στο Άστρος, για παράδειγμα, πολλοί συνταξιούχοι αναμένεται τώρα να ταξιδεύουν έως την Τρίπολη για μια απλή τραπεζική συναλλαγή, κάτι που θα τους προκαλέσει σοβαρές δυσκολίες. Αντίστοιχα, στο Ληξούρι οι ηλικιωμένοι και οι πιο ευάλωτοι θα πρέπει να διασχίζουν μεγάλες αποστάσεις ή να περάσουν απέναντι στο Αργοστόλι, με ό,τι σημαίνει αυτό σε χρόνο, κόστος και ταλαιπωρία.
Ουρές στα ΑΤΜ και καθυστερήσεις ήδη καταγράφονται σε περιοχές όπου η φυσική παρουσία περιορίζεται σε ένα μόνο μηχάνημα. «Δημιουργούνται ουρές στα πεζοδρόμια με τα ΑΤΜ, [οι ηλικιωμένοι] δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν» αναφέρει χαρακτηριστικά ρεπορτάζ από τον Έβρο. Επιπλέον, η έλλειψη προσωπικού σημαίνει ότι ακόμη και απλά προβλήματα – όπως μια λανθασμένη κατάθεση ή μια κάρτα που «κατάπιε» το μηχάνημα – μπορεί να χρειαστούν εβδομάδες για να επιλυθούν, αφού δεν υπάρχει επιτόπου υπάλληλος. Οι τοπικές κοινωνίες αισθάνονται ευάλωτες μπροστά σε τέτοιες καταστάσεις: ένα τραπεζικό λάθος που θα μπορούσε να διορθωθεί άμεσα σε ένα κατάστημα, τώρα ίσως μείνει μετέωρο επί μακρόν, προκαλώντας ανασφάλεια στους πολίτες.
Επιχειρηματίες και αγρότες εκφράζουν επίσης έντονη ανησυχία. Το κατάστημα της ΕΤΕ στο Ληξούρι, λόγου χάρη, θεωρείται «άκρως σημαντικό για τις επιχειρήσεις και την οικονομία της πόλεως» και το κλείσιμό του αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στην τοπική αγορά. Στις αγροτικές περιοχές του Έβρου, όπως το Σουφλί, οι αγρότες και κτηνοτρόφοι που ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα στον πρωτογενή τομέα βλέπουν ακόμη μια υποδομή να φεύγει. «Άλλο είναι να κλείνει ένα υποκατάστημα στη Θεσσαλία ή την Πελοπόννησο και άλλο στον Έβρο – ειδικά στο Σουφλί που προσπαθεί να παραμείνει ζωντανό με τόσα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα» σημειώνει με έμφαση τοπικό μέσο, υπογραμμίζοντας τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα των παραμεθόριων περιοχών. Στην Ανατολική Πυλία (Μεσσηνία), η αποχώρηση της τράπεζας έρχεται να προστεθεί στην έλλειψη και άλλων βασικών δομών (όπως Κέντρο Υγείας, σταθμός ΕΚΑΒ, ασφαλές οδικό δίκτυο), εντείνοντας την αίσθηση εγκατάλειψης των κατοίκων.
Οι εργαζόμενοι της Εθνικής Τράπεζας επισημαίνουν και μια ακόμη διάσταση: με τα εναπομείναντα καταστήματα να προσπαθούν να καλύψουν τον αυξημένο φόρτο, παρατηρείται υπερβολική πίεση στο προσωπικό και υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας. «Το προσωπικό μειώνεται συνεχώς και τα καταστήματα που παραμένουν ανοιχτά επιβαρύνονται με υπερβολική πίεση, καθώς καλούνται να εξυπηρετήσουν αυξημένο όγκο πελατών» τονίζει η ανακοίνωση του Συλλόγου Υπαλλήλων. Ταυτόχρονα, οι υπάλληλοι που μετακινούνται σε άλλες μονάδες χάνουν μέρος των επιδομάτων τους, ενώ όσοι παραμένουν εντός δικτύου βλέπουν μειώσεις μισθών λόγω κατάργησης δεύτερων ταμείων στα συγχωνευμένα καταστήματα. Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε «συνεχή παράπονα» από εργαζομένους και πελάτες, την ίδια στιγμή που –κατά τους συνδικαλιστές– η διοίκηση της τράπεζας επιμένει ότι «οι πελάτες είναι ενθουσιασμένοι που εξυπηρετούνται από μηχανήματα και όχι από υπαλλήλους.
Στρατηγική συρρίκνωσης του δικτύου των τραπεζών
Το φαινόμενο της αποχώρησης των τραπεζών από τις μικρές κοινωνίες δεν περιορίζεται στην Εθνική Τράπεζα, αλλά αποτελεί γενικότερη στρατηγική των συστημικών τραπεζών την τελευταία δεκαετία. Η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών και τα προγράμματα μείωσης κόστους οδήγησαν όλες τις μεγάλες τράπεζες σε μαζικές εθελούσιες εξόδους προσωπικού και σε συνεχόμενα κλεισίματα καταστημάτων. Όπως σημειώνει η συνδικαλιστική ανακοίνωση, όλες οι τράπεζες, με τη στήριξη και της κυβέρνησης, «συνεχίζουν την περιστολή του λειτουργικού κόστους μέσω της δραματικής συρρίκνωσης του δικτύου». Η πρακτική αυτή εντάθηκε ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας 2020-2021, που επιτάχυνε την μετάβαση των πελατών στις διαδικτυακές συναλλαγές.
Στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας, το «νέο κύμα» λουκέτων ήρθε παρά το γεγονός ότι η τράπεζα εμφανίζει υψηλή κερδοφορία. Τα κέρδη της ΕΤΕ εκτοξεύτηκαν το 2024, ξεπερνώντας το 1,3 δισ. ευρώ, κινούμενα στα ίδια επίπεδα και στις αρχές του 2025. Οι εργαζόμενοι διερωτώνται πώς είναι δυνατόν, τη στιγμή που η τράπεζα ευημερεί οικονομικά, να προχωρά σε κινήσεις που πλήττουν την κοινωνική της παρουσία και φήμη. «Η απόφαση εντάσσεται στο νέο κύμα συρρίκνωσης του δικτύου, τη στιγμή που ο οργανισμός εμφανίζει υψηλά κέρδη» επισημαίνει ο Μ. Μάκαρης, ζητώντας να μην υλοποιηθούν τα σχέδια αυτά. Ανάλογες διαμαρτυρίες εκφράζει και ο Δήμος Σουφλίου, υπενθυμίζοντας ότι οι τράπεζες διασώθηκαν στα χρόνια της κρίσης με τα χρήματα των πολιτών και έχουν ευθύνη να διατηρούν παρουσία για λόγους κοινωνικούς και εθνικούς.
Οι εργαζόμενοι της ΕΤΕ έχουν πραγματοποιήσει κινητοποιήσεις διεκδικώντας ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και ουσιαστικές αυξήσεις, ενώ θέτουν και το ζήτημα της εξυπηρέτησης των πολιτών. Σε 24ωρη προειδοποιητική απεργία τον Ιούνιο του 2025, ο Σύλλογος Εργαζομένων Εθνικής Τράπεζας (ΣΕΕΤ) ανέδειξε την αντίφαση μεταξύ της ραγδαίας ανόδου κερδών και της υποβάθμισης των καταστημάτων: «Δεν πρέπει να γίνει το αντίστροφο τώρα που τα κέρδη έχουν εκτοξευτεί;» αναρωτήθηκαν, απαιτώντας μια νέα επιχειρησιακή σύμβαση με αυξήσεις και μέτρα κατά της εντατικοποίησης. Παράλληλα, οι τοπικές κοινωνίες οργανώνουν δικές τους πρωτοβουλίες: συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, συλλογή υπογραφών και επαφές με πολιτικούς, προκειμένου να σωθούν τα τοπικά υποκαταστήματα πριν να είναι αργά.
Η ανθρώπινη διάσταση αυτής της ιστορίας είναι έντονη. Στα πρόσωπα των ηλικιωμένων που στέκονται ανήμποροι μπροστά σε μια οθόνη ΑΤΜ, στους επαγγελματίες που μετρούν επιπλέον χιλιόμετρα δρόμου και χαμένες εργατοώρες, στους υπαλλήλους που μετακινούνται σε τρία διαφορετικά καταστήματα για να καλύψουν κενά – αποτυπώνεται το τίμημα της τραπεζικής συρρίκνωσης. Η αποχώρηση της Εθνικής Τράπεζας από την ελληνική ύπαιθρο αφήνει πίσω της περιοχές ολόκληρες χωρίς άμεση πρόσβαση σε τραπεζικές υπηρεσίες, υπονομεύοντας την οικονομική ζωή και την καθημερινότητα των κατοίκων.
Οι τοπικές κοινωνίες καλούνται τώρα να παλέψουν με κάθε μέσο για να διατηρήσουν ό,τι μπορούν: να απαιτήσουν την παραμονή των ελάχιστων υποδομών που έχουν απομείνει, να πιέσουν για λύσεις (όπως έστω περιοδεύοντα κλιμάκια τραπεζών ή ενίσχυση των ΕΛΤΑ εκεί που λειτουργούν ως εναλλακτική), και να στηριχθούν περισσότερο στην αλληλεγγύη μεταξύ τους. Η εικόνα μιας Ελλάδας δύο ταχυτήτων –με τα αστικά κέντρα να απολαμβάνουν πλήρεις υπηρεσίες και την επαρχία να μαραζώνει χωρίς τράπεζες, χωρίς συγκοινωνίες, χωρίς δομές– γίνεται ολοένα πιο πραγματική.
Το διακύβευμα δεν είναι μόνο τραπεζικό ή οικονομικό· είναι βαθύτατα κοινωνικό. Όπως το έθεσε ένας τοπικός αρθρογράφος, «αυτό δεν είναι εξορθολογισμός – είναι εγκατάλειψη». Κι η εγκατάλειψη αυτή δεν μπορεί να αφήσει αμέτοχους όσους πιστεύουν ότι η ανάπτυξη πρέπει να είναι συμμετοχική και ισόρροπη. Οι κάτοικοι των μικρών πόλεων και χωριών της χώρας αξίζουν ίση πρόσβαση στις υπηρεσίες και την προσοχή – και το κλείσιμο των τραπεζικών καταστημάτων τους στέλνει ακριβώς το αντίθετο μήνυμα. Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν αν οι πιέσεις των τοπικών κοινωνιών και των εργαζομένων θα μπορέσουν να αναστρέψουν ή έστω να ανακόψουν αυτή την πορεία, ή αν η ελληνική ύπαιθρος θα μείνει τελικά χωρίς την “Εθνική” της, αλλά και χωρίς εθνική στρατηγική για την στήριξή της.
Ι.Α.Φ

