Τι κρύβουν οι σκληρές πιέσεις της Φρανκφούρτης στο Βερολίνο για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, ποια είναι τα δύο καταστροφικά σενάρια.
Ρόλο – κλειδί στη διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος παίρνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ασκώντας σκληρές παρασκηνιακές πιέσεις στην Γερμανία για να ενεργοποιηθεί εκ των προτέρων και χωρίς πολιτικούς όρους τουλάχιστον ένα σημαντικό μεσοπρόθεσμο μέτρο ελάφρυνσης.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι εξαιρετικά ανήσυχοι από την ως τώρα εξέλιξη των συζητήσεων για το ελληνικό χρέος, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις του Μπενουά Κερέ, μέλους του εκτελεστικού συμβουλίου και αρμόδιου για τα θέματα της Ελλάδας, μετά το τελευταίο Eurogroup στην Σόφια, όπου τόνισε ότι πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία για «τολμηρά και αξιόπιστα μέτρα» για την ελάφρυνση του χρέους.
Δύο σενάρια για την εξέλιξη αυτής της συζήτησης προκαλούν… τρόμο στην ΕΚΤ:
- Αν η Γερμανία επιμείνει σε ενεργοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους με πολιτικές αποφάσεις και την έγκριση του γερμανικού Κοινοβουλίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν θα λάβει υπόψη του αυτά τα μέτρα, θα εκδώσει αρνητική έκθεση βιωσιμότητας του χρέους και δεν θα ενεργοποιήσει το δικό του πρόγραμμα, που εγκρίθηκε επί της αρχής, το περασμένο καλοκαίρι.
- Σε αυτή την περίπτωση, η ΕΚΤ θα βρεθεί μπροστά σε δύο εξίσου κακές επιλογές: να εκδώσει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, που θα ακολουθήσει μια προσέγγιση εξίσου σοβαρή με αυτή του Ταμείου και, αναπόφευκτα, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Αν εκδώσει τέτοια έκθεση, όμως, η ΕΚΤ θα «ναρκοθετήσει» την πορεία της Ελλάδας στην αγορά ομολόγων και θα κινδυνεύσει να κατηγορηθεί ότι με τη στάση της επιβαρύνει τα επιτόκια δανεισμού της χώρας και καθιστά το χρέος ακόμη λιγότερο βιώσιμο. Η δεύτερη επιλογή είναι να θεωρήσει η ΕΚΤ ότι οι κυβερνήσεις παρέχουν επαρκείς διαβεβαιώσεις για την εφαρμογή των μέτρων για το χρέος και να εκδώσει μια θετική έκθεση βιωσιμότητας. Τέτοια έκθεση, όμως, που θα βασίζεται σε πολιτικές διαβεβαιώσεις θα θεωρηθεί από τις αγορές ότι στερείται αξιοπιστίας και η ΕΚΤ θα κινδυνεύσει να κατηγορηθεί ότι θυσιάζει την ανεξαρτησία της και μετατρέπεται σε υποχείριο των κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΚΤ ασκεί ασφυκτική πίεση στο Βερολίνο, ώστε να δεχθεί ο νέος υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, αυτό που λίγο έλειψε να δεχθεί ο προκάτοχός του, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, στο Eurogroup του περασμένου Ιουνίου, αλλά την τελευταία στιγμή υπαναχώρησε, εξοργίζοντας τότε τον Πόουλ Τόμσεν του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Πρόκειται για το σημαντικότερο μεσοπρόθεσμο μέτρο ελάφρυνσης, δηλαδή την παράταση της περιόδου χάριτος για τις πληρωμές τόκων των δανείων του δεύτερου μνημονίου, ύψους 130 δισ. ευρώ.
Το Ταμείο επιμένει ότι πρέπει να δοθεί μια γενναιόδωρη παράταση, ακόμη και κατά 15 χρόνια. Στο Eurogroup του περασμένου Ιουνίου, ο Σόιμπλε είχε δεχθεί, για πρώτη φορά, ότι μπορεί να ενεργοποιηθεί αυτό το μέτρο, αλλά την τελευταία στιγμή πρόσθεσε στην ανακοίνωση του Eurogroup ότι η παράταση μπορεί να έχει διάρκεια 0-15 χρόνια, αφήνοντας με αυτό τον τρόπο ανοικτό το ενδεχόμενο να μη δοθεί παράταση!
Η ΕΚΤ επιμένει τώρα ότι η παράταση της περιόδου χάριτος στα δάνεια του EFSF θα πρέπει να είναι το βασικό συστατικό της ρύθμισης για το χρέος και ότι το μέτρο αυτό θα πρέπει να συμφωνηθεί εκ των προτέρων ότι θα ενεργοποιηθεί από το 2023, χωρίς αυτή η έγκριση να υπόκειται σε μελλοντικές πολιτικές αποφάσεις.
Μάλιστα, σε σενάρια που έχει κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι αναγκαία μια ακραία παράταση, κατά 15 χρόνια, αλλά διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του χρέους και με μια παράταση κατά 8 χρόνια, που θα μεταφέρει τις πληρωμές τόκων στη δεκαετία του 2030, αφήνοντας στην οικονομία περιθώρια να ανακάμψει δυναμικά κατά τη δεκαετία του 2020.
Από τις προσπάθειες που κάνει η ΕΚΤ στο παρασκήνιο για να γίνει δεκτό ένα τέτοιο deal από την Γερμανία, θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία των διαβουλεύσεων για το χρέος. Σε αντίθετη περίπτωση, η κατάσταση θα γίνει πολύ δύσκολη όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τους κεντρικούς τραπεζίτες, που θα κληθούν να απαντήσουν, όπως προαναφέρθηκε, σε… ανυπόφορα διλήμματα.