Η σπασμωδική αντίδραση των Βρυξελλών στις κρίσεις είναι να ζητά περισσότερη δύναμη. Η τελευταία σειρά των προβλημάτων της έχει πυροδοτηθεί από τον δεξιό λαϊκισμό, ο οποίος τρέφεται από την ιδέα πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη υπερβολική επιρροή. Εκτός και αν η ένωση υιοθετήσει πιο αποκεντρωμένες λύσεις, κινδυνεύει να διαλυθεί.
Καθώς η ΕΕ παλεύει με μια εισροή προσφύγων, την τρομοκρατία και την επίμονη κρίση του ευρώ, οι Κασσάνδρες περιγράφουν αποκαλυπτικά οράματα. Ο Niall Ferguson, καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, έχει συγκρίνει τη σημερινή κατάσταση της ΕΕ με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υποστηρίζοντας πως έχει αφήσει τις άμυνές της να πέσουν. Ο Brendan Simms, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, έχει προβάλει παραλληλισμούς με την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, τη Σοβιετική Ένωση και την Γιουγκοσλαβία, λέγοντας πως όλες αυτές ήταν ανεπιτυχείς προσπάθειες δημιουργίας υπερεθνικών οντοτήτων.
Την ίδια στιγμή, η Μαρίν Λε Πεν, η αρχηγός του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, μιλά περιχαρής για το ενδεχόμενο η Βρετανία να εγκαταλείψει την ΕΕ, λέγοντας πως αυτό θα ήταν αντίστοιχο της πτώσης του τείχους του Βερολίνου. Ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ συμφώνησε μαζί της, παρ’ ότι ο ίδιος ήταν κατηφής και όχι περιχαρής με αυτήν την προοπτική. Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει μετά το δημοψήφισμά του για αυτό το θέμα, είπε, οι ψηφοφόροι σε άλλες χώρες μπορεί να ζητήσουν δικά τους δημοψηφίσματα.
Η ΕΕ δεν κάνει πολύ καλή δουλειά στο να διαχειρίζεται τις πολλαπλές κρίσεις της. Ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες έχουν μπει παράνομα στην ένωση φέτος, οι περισσότεροι εκμεταλλευόμενοι την έλλειψη αποτελεσματικών συνοριακών ελέγχων της Ελλάδας. Κάποιοι από τους τζιχαντιστές που είναι υπεύθυνοι για τις επιθέσεις στο Παρίσι τον περασμένο μήνα έχουν επίσης επωφεληθεί από αυτήν την αδυναμία. Σαν να μην έφτανε αυτό, η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύσσεται πολύ αργά και φλερτάρει με τον αποπληθωρισμό.
Όλα αυτά τα θέματα, καθώς και η απειλή της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, βρίσκονταν στην ατζέντα όταν οι ηγέτες συνεδρίασαν στις 17 και 18 Δεκεμβρίου. Κατέληξαν σε ελάχιστα στέρεα συμπεράσματα.
Οι δύο μεγάλες κρίσεις – για το ευρώ και τη μετανάστευση – έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Η ΕΕ ήταν υπερβολικά φιλόδοξη κατά τη δημιουργία τόσο του κοινού νομίσματος όσο και της χωρίς σύνορα ζώνης Σένγκεν. Δεν είχε τα εργαλεία για να διαχειριστεί κανένα από τα δύο αποτελεσματικά. Ούτε ήταν και η Ευρωπαϊκή Κομισιόν αρκετά ισχυρή ώστε να επιβάλει τους κανονισμούς που είχαν συμφωνηθεί – όμως ο περιορισμός των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η καταγραφή των αιτούντων ασύλου.
Η αντίδραση της Κομισιόν ήταν να ασκήσει πίεση για περισσότερο συγκεντρωτισμό. Μέρος της απάντησής της στην κρίση του ευρώ ήταν η δημιουργία υπουργού Οικονομικών του ευρώ, τελικώς με κάποια εξουσιοδότηση για να ασκεί έλεγχο στους εθνικούς προϋπολογισμούς. Η λύση της για το μεταναστευτικό πρόβλημα συμπεριλαμβάνει τη δημιουργία ακτοφυλακής και συνοριοφυλακής που θα μπορούσε, σε εξαιρετικές περιστάσεις, να παρέμβει σε μια χώρα του Σένγκεν παρά τη θέληση της κυβέρνησής της.
Από τεχνοκρατική άποψη, αυτές οι ιδέες έχουν κάποια λογική. Όμως και οι δύο εμπεριέχουν ουσιαστικές και συμβολικής σημασίας απώλειες εθνικής κυριαρχίας.
Εάν η ΕΕ θεωρούταν ως αποτελεσματικός και νομιμοποιημένος θεσμός, μπορεί και να μπορούσε να προχωρήσει σε μια τέτοια μεταβολή ισχύος. Ωστόσο, με τον ευρωσκεπτικισμό διάσπαρτο όχι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτές οι προτάσεις είναι θεόσταλτες για τη λαϊκιστική δεξιά.
Η Κομισιόν είναι αποφασισμένη να προωθήσει αυτές τις ιδέες καθώς δε βλέπει άλλον τρόπο να σώσει την ένωση. Αυτό αφήνει να διαφανεί μια έλλειψη φαντασίας.
Με την κρίση του ευρώ, υπάρχει η αποκεντρωτική εναλλακτική της χρήσης της πειθαρχίας των αγορών αντί των κανονισμών. Το κλειδί είναι να υποχρεώνονται οι επενδυτές να πληρώσουν όταν οι κυβερνήσεις ή οι τράπεζες δανείζονται υπερβολικά.
Για να είμαστε δίκαιοι, η ευρωζώνη έχει ήδη κάνει μεγάλα βήματα για να σιγουρέψει πως οι επενδυτές των τραπεζών θα μοιράζονται το χρηματοπιστωτικό βάρος των διασώσεων μέσω των λεγόμενων bail ins. Ωστόσο, αυτό δεν έχει κάνει πολλά για να σταματήσει τη μετάδοση στις τράπεζες από υπερχρεωμένες κυβερνήσεις.
Μία λύση είναι να κληθούν οι τράπεζες να περιορίσουν τη χρηματοπιστωτική τους έκθεση σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο κράτος. Μία τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα για χώρες όπως η Ιταλία, πιέζοντας προς τα πάνω τα κόστη δανεισμού. Ωστόσο, τώρα είναι η πιο κατάλληλη στιγμή να ξεκινήσει η μετάβαση, με δεδομένο πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αγοράζει τόσα πολλά κρατικά ομόλογα και περιορίζει τις αποδόσεις.
Παρομοίως, υπάρχει εναλλακτική σε μια συνοριοφυλακή που θα μπορεί να μπει σε μια χώρα παρά τη θέληση της κυβέρνησής της. Αυτή είναι η αποβολή από το Σένγκεν μιας χώρας που δε φυλάσσει αποτελεσματικά τα σύνορά της και δε ζητά τη βοήθεια της προτεινόμενης ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής.
Μέχρι αυτή η χώρα να διορθώσει τη συμπεριφορά της, θα παραμένει αποκλεισμένη από τη χωρίς σύνορα ζώνη και το υπόλοιπο Σένγκεν θα είναι απομονωμένο. Παρ’ ότι αυτό δεν είναι επίσημα αυτό που συνέβη στην Ελλάδα, η ανέγερση φρακτών σε διάφορες βαλκανικές χώρες έχει παρόμοιο πρακτικό αποτέλεσμα.
Το πλεονέκτημα αυτών των αποκεντρωτικών λύσεων είναι πως θέτουν την ευθύνη στα εθνικά κράτη και δεν απαιτούν παραχωρήσεις κυριαρχίας που είναι πολιτικά ανέφικτες.
Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, επειδή διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος πως η ΕΕ θα αποσυντεθεί. Αυτό δε θα προκαλούσε μόνο οικονομική ζημιά, αλλά επίσης θα έκανε την Ευρώπη αδύναμη σε μια περίοδο που η γειτονιά της γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη.