Προηγουμένως, η Ελλάδα ήταν συνώνυμο των προβλημάτων στην αγορά ομολόγων.
Ωστόσο, η επιτυχής επιστροφή της χώρας την Πέμπτη στις παγκόσμιες αγορές κεφαλαίου οδήγησε σε ένα ράλι που έχει μειώσει δραστικά το κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων της ευρωζώνης –σε ορισμένες περιπτώσεις σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ.
Η επιτυχία της Αθήνας να ξεφορτωθεί, έστω και εν μέρει, την εικόνα του «κακού παιδιού» της ευρωζώνης, αναδεικνύει τη νεοαποκτηθείσα εμπιστοσύνη των επενδυτών στις πληγείσες χώρες της περιφέρειας. Οι παραγγελίες για την έκδοση 5ετών ομολόγων αξίας €3 δις ξεπέρασαν τα €20 δις.
Αλλά, οι δυνάμεις που μειώνουν τις αποδόσεις της ευρωζώνης, οι οποίες κινούνται αντιστρόφως ανάλογα με τις τιμές, είναι πολύ ευρύτερες. Καθώς οι επενδυτές αναζητούν περιουσιακά στοιχεία με καλύτερες επιδόσεις, η περιφέρεια έχει μετατραπεί σε καταφύγιο για τους επενδυτές που εγκαταλείπουν τις ταραγμένες αναδυόμενες αγορές –και οι προσδοκίες αυξάνονται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα προχωρήσει σύντομα σε «ποσοτική χαλάρωση», ή μεγάλης κλίμακας αγορές περιουσιακών στοιχείων.
Η κλίμακα των μειώσεων, ωστόσο, αυξάνει τις ανησυχίες ότι το ράλι έχει «ξεφύγει». «Ο κόσμος μας γίνεται πολύ παράξενος», λέει ο Erik Nielsen, επικεφαλής οικονομολόγος της UniCredit. «Πολύ φοβάμαι ότι η αγορά μπορεί να έχει ερμηνεύσει λανθασμένα την ΕΚΤ».
Με τα αποτελέσματα να επηρεάζουν και το εταιρικό χρέος, έχουν αυξηθεί οι ανησυχίες σχετικά με την επιπολαιότητα της αγοράς. Οι ελληνικές τράπεζες με χαμηλή αξιολόγηση μπορούν πλέον να εκδώσουν ομόλογα με επιτόκια που, πριν από μία δεκαετία, καταβάλλονταν στα 10ετή βρετανικά και γερμανικά ομόλογα, σημειώνει ο David Lloyd, ανώτερος διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην M & G Investments. «Ακόμη και σε έναν κόσμο εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων, αυτό μοιάζει κάθε άλλο παρά ΟΚ σε εμάς».
Οι επενδυτές έχουν παρατηρήσει καλούς λόγους για τη μείωση των αποδόσεων που απαιτούν από το δημόσιο χρέος της ευρωζώνης. Στο αποκορύφωμα της κρίσης χρέους, τα ομόλογα της περιφέρειας αντιμετωπίστηκαν ως «πιστωτικές αγορές». Όπως και με τα junk bonds, οι επενδυτές ανησύχησαν σχετικά με τους κινδύνους αθέτησης.
Καθώς υποχώρησε η κρίση στην ευρωζώνη, χάρη στις δεσμεύσεις της ΕΚΤ να διατηρήσει την ακεραιότητα της ευρωζώνης –και χάρη στην πρόοδο των πολιτικών ως προς την ενίσχυση της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης- τα ιταλικά και τα ισπανικά ομόλογα διαπραγματεύτηκαν ως «αγορές επιτοκίων», κινούμενα περισσότερο σύμφωνα με τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα ή τα γερμανικά ομόλογα, που παραδοσιακά θεωρούνταν ακίνδυνα. Οι αποδόσεις των ισπανικών και των ιταλικών πενταετών ομολόγων έχουν πλέον πέσει κάτω από τα επίπεδα των αντίστοιχων του Ηνωμένου Βασιλείου.
Όχι μόνο έχουν μειωθεί οι κίνδυνοι αθέτησης για τις χώρες της περιφέρειας, αλλά και ο πληθωρισμός είναι εξαιρετικά χαμηλός, γεγονός που θα μπορούσε να δικαιολογήσει ακόμα χαμηλότερα επιτόκια. Ενώ οι ονομαστικές αποδόσεις των ομολόγων έχουν μειωθεί δραστικά, οι πραγματικές αποδόσεις –λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό- εξακολουθούν να είναι «πολύ υψηλές» και θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα, υποστηρίζει ο Andrew Bosomworth, διαχειριστής χαρτοφυλακίου για την Ευρώπη στην Pimco.
Η εμπειρία της Ιαπωνίας κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών δείχνει πως οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μπορεί να αψηφήσουν τις προσδοκίες και να φτάσουν ακόμα χαμηλότερες τιμές, προσθέτει ο κ. Bosomworth. «Οι επενδυτές ρώτησαν: πώς είναι δυνατόν να μειωθούν περαιτέρω; Αλλά, συνέχισαν να μειώνονται διότι αν αφαιρούσες τον πληθωρισμό –ο οποίος δεν ήταν τίποτα- παρέμεναν σχετικά υψηλές».
Καθώς οι ανησυχίες που θέλουν την ευρωζώνη να εισέρχεται σε μία επιζήμια φάση αποπληθωρισμού αυξάνονται, η ΕΚΤ έχει προετοιμαστεί να ξεκινήσει QE (ποσοτική χαλάρωση). Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, δήλωσε ότι το διοικητικό του συμβούλιο ήταν «ομόφωνο στη δέσμευσή του» για τη χρήση μη συμβατικών πολιτικών προκειμένου να αποτραπούν τυχόν κίνδυνοι αποπληθωρισμού.
Στις ΗΠΑ, το QE οδήγησε σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα τις αποδόσεις του Υπουργείου Οικονομικών –με μεγάλο μέρος των επιπτώσεων να γίνεται αισθητό πριν από την εφαρμογή. Κάτι παρόμοιο μπορεί να συμβαίνει στην ευρωζώνη.
Καθώς η ποσοτική χαλάρωση μετατρέπεται από επιλογή «out-of-the-money» σε μία πιο πιθανή επιλογή, θα περίμενε κανείς να μετακινηθούν και οι τιμές [των ομολόγων] –και αυτό είναι που παρατηρούμε. Ωστόσο, συνεχίζουμε να μην βρισκόμαστε στο σημείο που θα ήμασταν αν επρόκειτο για επιλογή «at the money», δήλωσε ο Laurence Mutkin, της BNP Paribas.
Υπολογίζει ότι το spread, ή η διαφορά μεταξύ της απόδοσης του 10ετούς ισπανικού ή ιταλικού ομολόγου ή του γερμανικού αντίστοιχου -σήμερα περίπου στις 160 μονάδες βάσης- θα μπορούσε να πέσει κατά επιπλέον 70 μονάδες.
Ένας κίνδυνος είναι ότι ορισμένοι επενδυτές παίρνουν τα κέρδη από το πρόσφατο ράλι, στέλνοντας τις αποδόσεις σε ακόμη μεγαλύτερα επίπεδα. Οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων αυξήθηκαν την Πέμπτη, γεγονός που υποδηλώνει ότι ορισμένοι επενδυτές αποχώρησαν μετά την τοποθέτηση παραγγελιών για τα νέα πενταετή ομόλογα.
Ένας μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι οι αγορές έχουν υπολογίσει λανθασμένα τις προθέσεις της ΕΚΤ. Ενώ η κεντρική τράπεζα έχει προσομοιώσει την επίδραση ενός προγράμματος αγοράς €1 τρισεκατομμυρίου, το QE μπορεί να είναι αρκετά μακριά –και να μην λάβει τη μορφή της αμερικανικού τύπου αγοράς ομολόγων. Ο κ. Ντράγκι έχει υποδείξει ότι η κεντρική τράπεζα μπορεί να προτιμά να δώσει ώθηση στις ροές πιστώσεων στη νότια Ευρώπη αγοράζοντας πακέτα τραπεζικών δανείων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με τη μορφή «asset backed securities» (χρεογράφων καλυπτόμενων από στοιχεία ενεργητικού).
Η δυσκολία για την ΕΚΤ, ωστόσο, θα είναι το να βρει επαρκείς ποσότητες αυτών των στοιχείων ενεργητικού για να αγοράσει. «Μόνο οι αγορές κρατικών ομολόγων είναι αρκετά βαθιές για την ουσιαστική ποσοτική χαλάρωση», λέει ο κ. Mr Mutkin της BNP Paribas.
Και, οι αποδόσεις μπορεί να έχουν περιθώριο για περαιτέρω πτώση, όποια μορφή κι αν πάρει η δράση της ΕΚΤ. «Πράγματι, στην αγορά επικρατεί υπερενθουσιασμός σχετικά με το QE, δεδομένου ότι αποτελεί εφικτή λύση και, ναι, ορισμένοι άνθρωποι δίνουν υπερβολική έμφαση στις οριστικές αγορές κρατικών ομολόγων», λέει ο Matt King, επικεφαλής της πιστωτικής στρατηγικής στη Citigroup, «αλλά οι εικασίες ότι η ΕΚΤ θα κάνει κάτι, υποστηρίζουν όλα τα περιουσιακά στοιχείου κινδύνου».