Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα χρόνων, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υποστεί μία σειρά από πρωτοφανείς κρίσεις, όμοιες των οποίων είναι απίθανο να συναντήσουμε ξανά.
Υπάρχουν ωστόσο και άλλες, εξίσου τρομακτικές, προκλήσεις για το μέλλον, και καλό θα είναι να μην ξεχάσουμε τα διδάγματα που αντλήσαμε στην πορεία μέχρι εδώ.
Ένα από τα διδάγματα είναι ότι η ενότητα δεν αποτελεί επιλογή, αλλά προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για την οικονομική ευημερία και την πολιτική σημασία της ΕΕ. Είναι αξιοσημείωτο ότι από το 2004, όταν και έγινα Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η συμμετοχή στην ΕΕ έχει σχεδόν διπλασιαστεί, από 15 χώρες τότε σε 28 χώρες σήμερα.
Δεν υπήρξαν αποστασίες. Από το 2004 έως το 2014, έχουμε διευρύνει τόσο την ΕΕ όσο και την ευρωζώνη και, το σημαντικότερο, έχουμε κρατήσει ενωμένη την Ευρώπη.
Πάλεψα σκληρά για αυτή την ενότητα, ιδίως όταν υπερασπίστηκα, συχνά υπό αντίξοες συνθήκες, την συνέχιση της ένταξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη, καθώς και όταν επιχειρηματολόγησα ενάντια στη διάσπαση της ευρωζώνης, όπως πρότειναν κάποιοι άλλοι. Η Κομισιόν παρέμεινε προσηλωμένη, όχι μόνο στις δραματικές επιπτώσεις που θα είχε η «Grexit» στην Ελλάδα, αλλά και ως προς τις πιθανές χρηματοπιστωτικές, οικονομικές και πολιτικές αλυσιδωτές αντιδράσεις. Σε αντίθεση με άλλους, δεν χάσαμε ποτέ από τα μάτια μας τις συστημικές επιπτώσεις των αποφάσεων κατά μήκος της ευρωζώνης ή της ΕΕ.
Η ΕΕ είναι ήδη μία οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Αυτό απαιτεί αλληλεγγύη και υπευθυνότητα –ειδικότερα, αλληλεγγύη από τις πιο εύπορες χώρες της Ένωσης και υπευθυνότητα από μέρους των χωρών που χρειάζονται μεταρρυθμίσεις. Η Κομισιόν έχει απαιτήσει και τα δύο με αντίστοιχο σθένος.
Η ίδια λογική ισχύει και για μία ακόμη βασική ανησυχία που αντιμετώπισα κατά τα δέκα χρόνια μου στην Κομισιόν: την ανάγκη για εμβάθυνση της ευρωζώνης, διατηρώντας παράλληλα την ακεραιότητα της ΕΕ στο σύνολό της. Αυτό το ζήτημα θα παραμείνει κρίσιμο και στο εγγύς μέλλον, ακόμη και μόνο εξαιτίας της αβεβαιότητας που περικλείει την κατάσταση του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ένωση.
Μία καθιερωμένη προσέγγιση στο εσωτερικό της ΕΕ είναι πλέον το να επιτρέπουμε την ευελιξία, αποφεύγοντας τον κατακερματισμό. Αλλά, τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι. Ορισμένοι έχουν υποστηρίξει εδώ και καιρό την καθιέρωση ενός εντελώς ξεχωριστού θεσμικού πλαισίου για την ευρωζώνη. Παραμένω πεπεισμένος ότι η ευρωπαϊκή συνεργασία των πολλών ταχυτήτων έχει καταστεί αναγκαία, αλλά και ότι πρέπει με κάθε κόστος να αποφύγουμε την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων.
Ενώ η ολοκλήρωση πρέπει να εμβαθύνει περαιτέρω, ιδίως στην ευρωζώνη, θα πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς της Ευρώπης. Ευτυχώς, αυτή η λογική έχει γίνει ευρέως αποδεκτή, όπως αποδεικνύεται και από την απόφαση ότι ο επόμενος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, παρόλο που προέρχεται από μία χώρα (Πολωνία) που δεν είναι ακόμα στην ευρωζώνη, θα προεδρεύει των συνόδων κορυφής της ευρωζώνης.
Ένα δεύτερο μάθημα που διδαχθήκαμε είναι ότι το να είμαστε ανοικτοί προς τον υπόλοιπο πλανήτη είναι ατού, και όχι μειονέκτημα. Αυτή η νοοτροπία –που πρέπει να επιβεβαιωθεί και σε πολιτικό επίπεδο– στήριξε την ενεργή εμπορική ατζέντα μας. Πράγματι, έβαλε την ΕΕ στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών για την απελευθέρωση και τη ρύθμιση του διεθνούς εμπορίου, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να καρπωθούμε τα πλήρη οφέλη της παγκοσμιοποίησης.
Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την οικονομική ευημερία της Ευρώπης, αλλά και με την πολιτική της σημασία στην παγκόσμια σκηνή. Το ένα πράγμα προϋποθέτει το άλλο, απαιτώντας τη σθεναρή υπεράσπιση των συμφερόντων και των απόψεων της ΕΕ σχετικά με τις διμερείς σχέσεις με τους στρατηγικούς εταίρους της σε πολυμερή φόρουμ, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, η G-20 και οι G-8/G-7. Εφόσον η ΕΕ εμπλέκεται στο σύνολό της στα διεθνή ζητήματα, τότε μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση της διεθνούς τάξης.
Η τρέχουσα εμπλοκή μας στην Ουκρανία είναι ένα καλό παράδειγμα, όπως αντίστοιχα και οι προσπάθειές μας για μία παγκόσμια αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009, δηλαδή η συλλογική μας αντίσταση στη γοητεία του προστατευτισμού. Ήταν εξαιτίας της πρωτοβουλίας της ΕΕ που ο κόσμος ενήργησε με συντονισμένο και πειστικό τρόπο, καθιερώνοντας τη Σύνοδο Κορυφής G-20, που αποτελείται από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων.
Από τότε, η G-20 έχει γίνει το κορυφαίο φόρουμ για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής μεταξύ των μελών της, δίνοντας συγκεκριμένη μορφή σε πολλές από τις ιδέες που πρότεινε η ΕΕ –για παράδειγμα, στο πλαίσιο για την εξισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη, για την χρηματοπιστωτική ρύθμιση και την εποπτεία, και για τη δράση ενάντια στη φοροδιαφυγή και τη φορολογική απάτη. Η εμφάνιση της Συνόδου G-20 έχει μεταμορφώσει το παγκόσμιο σύστημα, και έχει σίγουρα βοηθήσει στο να αποτραπούν τα χειρότερα σενάρια στον απόηχο της κρίσης.
Το τρίτο δίδαγμα είναι ότι η ισχυρότερη Ευρώπη –από θεσμική, πολιτική και οικονομική άποψη– απαιτεί και συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις. Η αξιόπιστη εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων στο επίπεδο της ΕΕ, έδωσε στην Ευρώπη τη δυνατότητα να αφήσει στο παρελθόν την πιο υπαρξιακή φάση της κρίσης. Το σύστημα της οικονομικής διακυβέρνησης που θέσαμε σε εφαρμογή, εγγυάται ότι τα μέλη της ΕΕ βάζουν τα οικονομικά τους σε τάξη, αυξάνουν την ανταγωνιστικότητά τους, και αντιμετωπίζουν τις μακροοικονομικές τους ανισορροπίες. Δημιουργήσαμε τα απαραίτητα όργανα για να βοηθηθούν οι προβληματικές χώρες, και τα επακόλουθα προγράμματα προσαρμογής επιφέρουν καρπούς.
Εν ολίγοις, χρησιμοποιήσαμε τη δυναμική της κρίσης για να παρέχουμε μία δομική απάντηση στις προκλήσεις που συναντήσαμε, ιδίως με τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης. Βήμα-βήμα, παρά την ισχυρή αντίσταση που συναντήσαμε, έχουμε αλλάξει τους κανόνες που διέπουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα ιδρύματα που επιβλέπουν τις τραπεζικές δραστηριότητες, και τους μηχανισμούς που συντονίζουν την εξυγίανση των χρεοκοπημένων τραπεζών.
Στο σύνολό τους, οι μεταρρυθμίσεις που εγκρίθηκαν από την αρχή της κρίσης έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο νομοθετούνται, εποπτεύονται και ρυθμίζονται οι οικονομίες της Ευρώπης και ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Το πλαίσιο έχει δημιουργηθεί. Αυτό που μένει τώρα είναι να το εφαρμόσουμε πλήρως.
Πρέπει επίσης να προχωρήσουμε περαιτέρω στην προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε εθνικό επίπεδο. Βλέπουμε ότι οι χώρες που έχουν κάνει τη μεγαλύτερη προσπάθεια έχουν σήμερα καλύτερες οικονομικές προοπτικές. Δεν πρέπει να χαλαρώσουμε αυτές τις προσπάθειες. Εξάλλου, δεν έχουμε ξεπεράσει ακόμη πλήρως την οικονομική κρίση. Δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένη την πρόοδο που έχει λάβει χώρα μέχρι στιγμής. Οι πολιτικές αποφάσεις έχουν σημασία –και τα λάθη έχουν συνέπειες.
Στο τέλος της δεκαετούς θητείας μου ως Πρόεδρος της Κομισιόν, μπορώ με βεβαιότητα να δηλώσω ότι η Ευρώπη έχει επιδείξει μεγάλη ανθεκτικότητα. Έχουμε δείξει ότι οι δυνάμεις της ολοκλήρωσης είναι ισχυρότερες από αυτές του κατακερματισμού. Παρ’ όλες τις προκλήσεις που αντιμετωπίσαμε –πράγματι, εξαιτίας αυτών των προκλήσεων– η Ευρώπη παραμένει ενωμένη και ανοιχτή, και είναι πλέον ισχυρότερη και σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει την παγκοσμιοποίηση.
Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο