Ένα εντυπωσιακό ράλι στις τιμές των γερμανικών ομολόγων έχει φτάσει τις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις του Βερολίνου σε νέα ιστορικά χαμηλά και αυξάνει περαιτέρω το ασφάλιστρο που ζητούν οι επενδυτές από πιο ασταθή χρέη της ευρωζώνης.
Οι αποδόσεις των διετών ομολόγων της Γερμανίας έχουν χάσει 0,16 ποσοστιαίες μονάδες τις τελευταίες δύο εβδομάδες, πέφτοντας στο -0,76% τη Δευτέρα.
Την ίδια στιγμή, οι δεκαετείς αποδόσεις, οι οποίες βρέθηκαν υψηλότερα ύστερα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, καθώς οι επενδυτές επαναϋπολόγισαν τις προσδοκίες τους για υψηλότερο παγκόσμιο πληθωρισμό, έχουν από τότε επιστρέψει σε επίπεδα που είχαν πριν από τις εκλογές στις 8 Νοεμβρίου.
Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου έχει πέσει ξανά στο 0,20% ενώ οι επενδυτές μαζεύουν ομόλογα μικρότερης διάρκειας τα οποία είναι λιγότερο ευάλωτα σε πιο μακροπρόθεσμες ανόδους στον πληθωρισμό.
Άλλα σημεία της αγοράς ομολόγων της περιοχής, ωστόσο, έχουν αποδειχθεί περισσότερο ασταθή. Οι ιταλικές δεκαετείς αποδόσεις έχουν ανέβει κατά 0,39 ποσοστιαίες μονάδες αυτόν τον μήνα και έχουν ξεπεράσει το 2% για πρώτη φορά από το 2015, καθώς η χώρα ετοιμάζεται για ένα κρίσιμο δημοψήφισμα αυτήν την εβδομάδα που μπορεί να κοστίσει στον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι τη θέση του.
Το ξεπούλημα έχει οδηγήσει το χάσμα απόδοσης ανάμεσα στην Ιταλία και τη Γερμανία να ανέλθει στο υψηλότερο επίπεδό του μετά το 2013, στις 2,2 ποσοστιαίες μονάδες.
Η Γαλλία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η οποία θα αντιμετωπίσει προεδρικές εκλογές την άνοιξη του επόμενου έτους, είδε τις αποδόσεις του βασικού της χρέους να ανεβαίνουν κατά 33 μονάδες βάσης αυτόν τον μήνα, ως το 0,76%, ανεβάζοντας τη διαφορά με τη Γερμανία στο υψηλότερο σημείο της από τον Ιανουάριο του 2014.
Οι επενδυτές των ομολόγων υιοθετούν διφορούμενες απόψεις για τις πολιτικές απειλές που αντιμετωπίζουν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ηπείρου αφότου η εν ενεργεία καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ επιβεβαίωσε πως θα διεκδικήσει μια τέταρτη θητεία τον επόμενο χρόνο.
Την ίδια στιγμή, η γαλλική προεδρία θα διεκδικηθεί από τον δεξιό πρώην πρωθυπουργό Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος κέρδισε την υποψηφιότητα του κόμματός του την Κυριακή.
Η επιλογή του μεταρρυθμιστή κ. Φιγιόν, ο οποίος έχει υποσχεθεί να περικόψει θέσεις του δημοσίου και επώδυνες εργασιακές και ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις, έχει ενισχύσει τις πιθανότητες του Ρεπουμπλικανικού κόμματος της Γαλλίας για νίκη στις προεδρικές εκλογές, σύμφωνα με τον Μουζτάμπα Ραχμάν της Eurasia Group.
Ο κ. Ραχμάν αποδίδει πιθανότητα 70% στη νίκη του κ. Φιγιόν έναντι της ακροδεξιάς αντιπάλου του Μαρίν Λε Πεν στον δεύτερο γύρο των εκλογών τον Μάιο του 2017.
Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις του κ. Φιγιόν είναι «εξαιρετικά φιλόδοξες για τα γαλλικά πρότυπα και θα πρέπει να μαλακώσουν προτού κάνει τη μετάβαση από αγαπημένος της κεντροδεξιάς σε φαβορί για την προεδρία» είπε ο κ. Ραχμάν.