Κανείς, και ούτε και η Γερμανία, δε θέλει να καλύψει το κενό των 7,6 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα δημιουργηθεί μόλις η Βρετανία – εισφορέας στην ΕΕ – αφήσει την ένωση, είπε σε συνέντευξή του στην Κοπεγχάγη την Παρακευσή ο δανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Γένσεν.
«Η ΕΕ δεν μπορεί να συνεχίσει να δαπανά τα ίδια ποσά όταν μία από τις μεγαλύτερες χώρες, και ένας από τους μεγαλύτερους εισφορείς, αποχωρήσει» είπε ο Γένσεν που ήταν υπουργός Εξωτερικών πριν από τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης στη Δανία τον περασμένο μήνα.
Τα σχόλια προσφέρουν μια πρώτη ματιά στις δύσκολες συζητήσεις που αναμένονται για μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ σε σχέση με την έξοδο της ΕΕ. Η ένωση λειτουργεί με ετήσιο προϋπολογισμό περίπου 140 δισεκατομμυρίων ευρώ, ένα ποσό που συμφωνείται κάθε επτά χρόνια, αφού οι εθνικές κυβερνήσεις μαλώσουν για τα πάντα από τα αγροτικά επιδόματα μέχρι τη στήριξη της έρευνας. Η παρούσα δημοσιονομική περίοδος, η οποία λήγει το 2020, σηματοδοτεί την πρώτη φορά που η ένωση έχει μειώσει τις δαπάνες, ακολουθώντας τη σύσταση του πρώην βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον.
Η Δανία, η οποία επίσης συνεισφέρει στον προϋπολογισμό της ΕΕ, περιφρόνησε τον περασμένο μήνα πρόταση της Ευρωπαϊκής Κομισιόν για αύξση των δαπανών. Οι δανοί υποστήριξαν πως θα ήταν λάθος να υπάρξει δέσμευση για αλλαγές στον προϋπολογισμό προτού υπάρξει περισσότερη σαφήνεια για το τι θα σημαίνει το Brexit για την ένωση.
Ο Γένσεν λέει πως η ΕΕ θα πρέπει να αποδεχτεί πως δε θα υπάρχει περιθώριο για τα είδη των προγραμμάτων που έχουν υπάρξει ως τώρα. Πιο συγκεκριμένα, τα «ογκώδη ποσά» αγροτικών επιδοτήσεων που η Δανία και άλλες χώρες έλαβαν από την ΕΕ στο πέρας των ετών, πιθανότατα θα συρρικνωθούν, σύμφωνα με τον Γένσεν. Αυτό σημαίνει ότι «θα πρέπει να εξετάσουμε πολύ αυστηρά τα έξοδα, ακόμη και στα πιο δύσκολα κομμάτια» είπε.
Οι επιδοτήσεις αποτελούν ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα για τα ανατολικά μέλη της ΕΕ, τα οποία έχουν στηριχθεί στους πόρους της ένωσης για την τοπική, αγροτική και βιομηχανική ανάπτυξη για να στηρίξουν τις οικονομίες τους. Ο Γένσεν λέει πως η αποχώρηση της Βρετανίας σημαίνει πως πλέον θα υπάρχουν λιγότερα χρήματα για αυτού του είδους τις επενδύσεις στο μέλλον.
Την ίδια στιγμή, η Δανία και άλλοι εισφορείς στη βόρεια Ευρώπη, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Φινλανδία, ανησυχούν πως δε θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν αρκετές ψήφους στην ένωση για να αποτρέψουν την αύξηση των ευρωπαϊκών δαπανών μετά την έξοδο της Βρετανίας.
Ωστόσο, το χάσμα ανάμεσα σε αυτά που θέλει η Βρετανία και σε αυτά που η ΕΕ είναι πρόθυμη να προσφέρει παραμένει σημαντικό και, εν τέλει, σημαίνει πως το Ηνωμένο Βασίλειο θα χρειαστεί να συνεχίσει να πληρώνει κάποιου είδους εισφορές στην ένωση εάν θέλει να πετύχει οποιαδήποτε υποχώρηση, σύμφωνα με τον Γένσεν.
«Δεν υπάρχουν δωρεάν γεύματα. Ακόμη και για μια χώρα όπως η Βρετανία, η οποία είναι στενός σύμμαχος της Δανίας για πολλά, πολλά χρόνια» είπε. «Εάν λοιπόν η ΕΕ είναι να μείνει ανοιχτή για τη Βρετανία, τότε η Βρετανία θα πρέπει να ακολουθήσει τους ίδιους κανόνες με άλλες χώρες, όπως η Νορβηγία.»
Την ίδια στιγμή, το διακύβευμα για τη Βρετανία γίνεται ολοένα μεγαλύτερο. Η Σκωτία πλέον σχεδιάζει να διεξάγει δημοψήφισμα για τον διαχωρισμό της από το Ηνωμένο Βασίλειο, εκτός κι αν μπορέσει να παραμείνει στην κοινή αγορά της ΕΕ.
Σε σχολιασμό που δημοσιεύτηκε την Κυριακή στους Financial Times, η πρώτη υπουργός της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζον είπε πως «η ανεξαρτητοποίηση θα πρέπει να παραμείνει επιλογή για να ασφαλίσει τη θέση μας στην Ευρώπη, για την περίπτωση που γίνει ξεκάθαρο πως τα συμφέροντά μας δεν μπορούν να προστατευτούν με άλλον τρόπο».