Έχει γίνει προφανές πόσο γρήγορα μπορεί να ξεσπάσει ένας νέος κύκλος αντιπαράθεσης και βίας στις ζώνες των συγκρούσεων. Η ένταση στην Αζοφική Θάλασσα “σιγόβραζε” τους τελευταίους μήνες, αλλά δεν κατόρθωσε να κερδίσει τη διεθνή στήριξη που άξιζε, και κλιμακώθηκε δραματικά αυτή την εβδομάδα. Μεμονωμένα κράτη-μέλη (όπως η Γερμανία και η Γαλλία), η ΕΕ και διεθνείς οργανισμοί (συμπεριλαμβανομένου του ΝΑΤΟ και των Ηνωμένων Εθνών), προσπαθούν να βρουν μια κατάλληλη απάντηση. Μία που να σταματάει τη Ρωσία από την περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης, ενώ παράλληλα να δείχνει και την στήριξη για την Ουκρανία.
Η νομική κατάσταση είναι σαφής: η Ρωσία έχει για άλλη μία φορά παραβιάσει τη διεθνή νομοθεσία -αυτή τη φορά παρεμποδίζοντας την πρόσβαση των ουκρανικών πλοίων στην Αζοφική Θάλασσα. Κρατούνται περισσότεροι από 20 Ουκρανοί στρατιώτες, τουλάχιστον τρεις τραυματίστηκαν, και οι πρώτοι έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε ένα ρωσικό δικαστήριο στην Κριμαία. Επιπλέον, ρωσικά στρατεύματα έχουν συγκεντρωθεί και μετακινηθεί σε κοντινή απόσταση από τα σύνορα με την Ουκρανία.
Επομένως, η Ρωσία έχει προχωρήσει πιο πέρα από την προσάρτηση της περιοχής της Κριμαίας και τώρα διεκδικεί τα Στενά του Κερτς ως εθνικά ύδατα. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία παραβιάζει τουλάχιστον δύο νομικά θεμέλια που ρυθμίζουν την πρόσβαση στην Αζοφική Θάλασσα από τα Στενά του Κερτς: η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και μια διμερής συμφωνία του 2003 μεταξύ τη Ουκρανίας και της Ρωσίας, διαβεβαίωναν η μία την άλλη για απρόσκοπτη πρόσβαση στην Αζοφική Θάλασσα. Όπως και με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, οι δυτικές δυνάμεις έχουν περιοριστεί στο να παρατηρούν τις εξελίξεις από το παρασκήνιο χωρίς να βρίσκουν μια αποτελεσματική απάντηση -μέχρι στιγμής.
Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν διπλωματικές συνομιλίες υψηλού επιπέδου και έκτακτες συναντήσεις σε επίπεδο ΕΕ, ΝΑΤΟ και Ηνωμένων Εθνών, σε συνδυασμό με εκκλήσεις για μετριοπάθεια και αποκλιμάκωση, που απευθυνόταν και στην Ρωσία και στην Ουκρανία. Αυτά είναι τα λογικά πρώτα βήματα σε ένα ασταθές περιβάλλον και σε αντίθεση με κάποια σχόλια στα δυτικά μέσα, δεν ισοδυναμούν με την εσφαλμένη κρίση για την προέλευση της επίθεσης.
Το Normandia Format θα ήταν το πιο κατάλληλο πλαίσιο μέσα στο οποίο θα διεξαγόταν συνομιλίες. Η ομάδα των τεσσάρων -Ουκρανία, Ρωσία, Γερμανία και Γαλλία- δημιουργήθηκε για να επιβλέπει την εφαρμογή της συμφωνίας του Μινσκ στην Ανατολική Ουκρανία.
Παρά το ότι δεν έχει εκπληρώσει τις προσδοκίες σε σχέση με την Συμφωνία του Μινσκ, η ομάδα της Νορμανδίας έχει παραμείνει το μόνο λειτουργικό κανάλι επικοινωνίας σε επίπεδο επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων. Ο Ρώσος πρόεδρος Vladimir Putin έχει μέχρι στιγμής προφανώς αποκλείσει τις διαπραγματεύσεις σε αυτή τη μορφή, αναφορικά με τα τελευταία γεγονότα. Αντιθέτως, έχει μιλήσει τηλεφωνικά με τη Γερμανίδα Καγκελάριο Angela Merkel.
Άλλες επιλογές στο τραπέζι είναι οι νέες κυρώσεις της ΕΕ και η στρατιωτική υποστήριξη μέσω της παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Αζοφική Θάλασσα. Το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ στις 10 Δεκεμβρίου, είναι πιθανό να εξετάσει νέες στοχευμένες κυρώσεις εναντίον ατόμων που βρίσκονται κοντά στον Putin. Αυτός θα ήταν ο πιο εύκολος τρόπος να δείξουν ότι η ΕΕ δεν συνεχίζει σαν να μην συνέβη τίποτα.
Ακόμη και εάν δεν επιτευχθεί καμιά συμφωνία, τουλάχιστον η συναίνεση εντός της ΕΕ για τη διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος με τις κυρώσεις, το οποίο κατά καιρούς έχει εμφανιστεί αδύναμο, είναι πιθανό να ενισχυθεί.
Η απόδειξη στρατιωτικής στήριξης στην Ουκρανία και η αποστολή πλοίων του ΝΑΤΟ στην Αζοφική Θάλασσα, πιθανότητα θα είχε μια πιο άμεση επίδραση στην κατάσταση επί τόπου. Θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποκλιμάκωση μεταβάλλοντας την ισορροπία εξουσίας, αλλά υπάρχει επίσης κίνδυνος περαιτέρω κλιμάκωσης.
Οι ακραίες καταστάσεις κρίσης, αποκαλύπτουν ακούσια πολλά για τις υποκείμενες αντιλήψεις και μεροληψίες. Το γεγονός ότι η Ουκρανία έθεσε σε ισχύ στρατιωτικό νόμο (τέθηκε την Τετάρτη, για 30 ημέρες) με πρωτοβουλία του Poroshenko, έχει προσελκύσει πολύ μικρότερη προσοχή στις αντιδράσεις των Δυτικών. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του γενικότερου διχασμού όταν πρόκειται για την κρίσιμη δέσμευση με την Ουκρανία, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει τη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας, τον πόλεμο στην Ανατολική Ουκρανία και τώρα στην Αζοφική Θάλασσα, όπου η χώρα βλέπει την πρόσβασή της στα λιμάνια της Μαριούπολης και του Μπερντιάνσκ, να παρεμποδίζεται.
Μια συζήτηση για τις επιπτώσεις του στρατιωτικού νόμου της Ουκρανίας δεν είναι απαραίτητο να αποσπά την προσοχή από το ρόλο της Ρωσίας στην Ουκρανία, από το 2014 μέχρι και σήμερα. Αντιθέτως τα δύο πράγματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, και θα ήταν λάθος προσέγγιση η μία αντιμετώπιση του ενός ή του άλλου.
Ακόμη και με τις αναθεωρήσεις του κοινοβουλίου στο προεδρικό διάταγμα που μειώνει τη χρονική περίοδο από τις 60 στις 30 ημέρες, περιορίζει την δυνατότητα εφαρμογής του σε 10 περιφέρειες στα νοτιοανατολικά, και προσαρμόζει το πεδίο εφαρμογής του, παραμένει ένα έκτακτο μέτρο που παγώνει την ουκρανική πολιτική, ενισχύει τον ρόλο του προέδρου, και ενδεχομένως διαταράσσει την καθημερινή ΄ζωή των Ουκρανών πολιτών.
Η πρωτοβουλία του προέδρου είναι ένα μέσο για να φέρει τη σοβαρότητα των γεγονότων στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής. Συγκεκριμένα, στην αρχική του μορφή, το διάταγμα συνδέθηκε επίσης με πολιτικούς υπολογισμούς, καθώς επέτρεπε τη δυνατότητα να αναβληθούν οι προεδρικές εκλογές τον Μάρτιο του 2019 -όπου, κρίνοντας από τις δημοσκοπήσεις, οι πιθανότητές του να επανεκλεγεί είναι ελάχιστε. Η εικόνα του ως ενός προέδρου που διαχειρίζεται μια ακραία κατάσταση όσο καλύτερα θα μπορούσε κανείς, είναι το καλύτερό του στοίχημα για να μείνει στην εξουσία. Από τώρα και στο εξής, η ουκρανική εγχώρια πολιτική θα διαμορφώνεται ακόμη περισσότερο από τη ρητορική του πολέμου.
Η κατάσταση στην Αζοφική Θάλασσα παραμένει εξαιρετικά ευμετάβλητη, παρόλο που τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία τελικά δεν μπορούν να έχουν συμφέρον σε έναν πλήρης κλίμακας πόλεμο. Μια δυτική απάντηση είναι απαραίτητη σε αυτή την τελευταία παραβίαση του νόμου από τη Ρωσία. Είναι πιο πιθανό να έρθει με τη μορφή περαιτέρω προσφορών για διαπραγμάτευση και με επιπλέον κυρώσεις από την ΕΕ. Αλλά αυτά είναι βραχυπρόθεσμα μέτρα που δεν ισοδυναμούν με μια μακροχρόνια στρατηγική για το πώς να αντιμετωπιστεί η σύγκρουση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.