Του Sinan Ülgen
H παγκόσμια συζήτηση για την καινοτομία και τα ρυθμιστικά πλαίσια πρόκειται να πάρει μια νέα τροπή, με αφορμή το σχέδιο της Τουρκίας για έναν ενιαίο ψηφιακό φόρο. Ο φόρος, ο οποίος αναμένεται να εγκριθεί εντός της εβδομάδας από το τουρκικό κοινοβούλιο, δεν θα ισχύει μόνο για πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως το eBay και κολοσσούς της ψηφιακής διαφήμισης, όπως το Google και το Facebook, αλλά και για πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου οι οποίες εμπλέκονται στην πώληση ψηφιακών αγαθών και υπηρεσιών, όπως το Spotify και το Netflix.
Η λογική του τουρκικού φόρου υπερβαίνει το πεδίο εφαρμογής του γαλλικού ψηφιακού φόρου ο οποίος τέθηκε σε ισχύ πριν από μερικούς μήνες και την ακυρωθείσα τελικώς πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για έναν πανευρωπαϊκό ψηφιακό φόρο του 2018.
Τα σχετικά σχέδια της Άγκυρας έχουν αναζωπυρώσει τη συζήτηση σχετικά με τον δίκαιο ή μη χαρακτήρα που λαμβάνει η παγκοσμιοποίηση και τον ρόλο των πρακτικών διεθνούς διακυβέρνησης. Η αυστηρότητα του ρυθμιστικού πλαισίου που εξετάζει η Τουρκία είναι από πολλές απόψεις ένα υποπροϊόν της αποτυχίας της πολυμέρειας/πολυπολικότητας στον σύγχρονο κόσμο και της ανικανότητάς της να προβαίνει σε επανορθωτικές κινήσεις στην βάση των παραπόνων των κρατών που αντιλαμβάνονται το σύστημα ως “κομμένο και ραμμένο” ενάντια στα οικονομικά τους συμφέροντα.
Οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν επί μακρόν αναγνωρίσει την ανάγκη φορολόγησης των ψηφιακών κολοσσών. Οι αρχές της Ευρώπης και χωρών του αναπτυσσόμενου κόσμου αναζητούν μια φόρμουλα που θα τους προσφέρει φορολογικά έσοδα τα οποία θα αντανακλούν το μερίδιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που διεξάγονται από αυτές τις παγκόσμια δραστηριοποιούμενες εταιρείες στην επικράτειά τους.
Έχουν δοκιμάσει απευθείας διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες, με μικτά αποτελέσματα. Ελλείψει κοινών φορολογικών κανόνων για τις διασυνοριακές ψηφιακές συναλλαγές, υπήρξαν αρκετές ad hoc, αδιαφανείς διμερείς συμφωνίες “κάτω από το τραπέζι” μεταξύ κυβερνήσεων και εταιρειών. Οι μεν εταιρείες δεν κατάφεραν να επιτύχουν έτσι τον στόχο της πολιτικής και φορολογικής προβλεψιμότητας, οι δε κυβερνήσεις έχουν αγωνιστεί χωρίς μεγάλη επιτυχία να καρπωθούν πόρους από εταιρείες των οποίων τα assets και οι δραστηριότητες μεταφέρονται πανεύκολα και ταχύτατα από χώρα σε χώρα.
Θα σκεφτόταν κανείς ότι η διαφοροποιημένη κατά περίπτωση προσέγγιση στη φορολόγηση των επιχειρηματικών μοντέλων που έχουν ως άξονα το Διαδίκτυο και ο αντίκτυπός της στα διανεμητικά οφέλη της παγκοσμιοποίησης θα αποτελούσαν την ιδανική ευκαιρία για τη λογική της πολυμερούς διακυβέρνησης, ώστε να αποδείξει την αποτελεσματικότητά της. Η G-20, στο τελικό ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής της στο Μπουένος Άιρες, αναγνώρισε τη σημασία μιας παγκόσμιας συμφωνίας για την ψηφιακή φορολογία. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), από την πλευρά του, έχει προωθήσει μια ατζέντα για μια δέσμη κοινών κανόνων στο συγκεκριμένο πεδίο.
Ωστόσο, οι θεσμοί διεθνούς διακυβέρνησης έχουν μέχρι στιγμής αποτύχει να χτίσουν τη συναίνεση που απαιτείται προκειμένου να αντιμετωπίσει τις συνεχιζόμενες διαιρέσεις – είτε μεταξύ εταιρειών και κυβερνήσεων, είτε μεταξύ χωρών όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, στις οποίες έχουν εκκολαφθεί μεγάλες εταιρείες του ψηφιακού κλάδου, από τη μία πλευρά και όλου του υπόλοιπου πλανήτη από την άλλη.
Η αποτυχία της επιλογής της ενιαίας πολυμερούς στάσης παρείχε έτσι ένα “άνοιγμα” για την εμφάνιση μη συναινετικών και εμπορικά προστατευτικών ψηφιακών πολιτικών. Αυτό που παρατηρείται πλέον είναι ένας συναγωνισμός του κακού με το χειρότερο. Ακολουθώντας το παράδειγμα της Γαλλίας και προσπαθώντας να την ξεπεράσει, η Τουρκία επιδιώκει να φορολογήσει τις ψηφιακές εταιρείες με 7,5%, ποσοστό υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου γαλλικού. Επιπλέον, ο τουρκικός φόρος θα εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το εάν οι εταιρείες είναι κερδοφόρες ή όχι.
Δεν είναι σαφές εάν τα προτεινόμενα μέτρα συνάδουν με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Τουρκίας στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) ή με όσα απορρέουν από τις διμερείς φορολογικές συνθήκες που έχει υπογράψει. Ακόμη και αν συνάδουν, ωστόσο, υπάρχουν ανησυχίες ότι ένας ψηφιακός φόρος θα αποτελούσε αντικίνητρο για ξένες επενδύσεις σε έναν αναπτυσσόμενο κλάδο στον οποίο η Τουρκία είχε καταφέρει να οικοδομήσει ένα δυναμικό οικοσύστημα. Η Τουρκία είναι πατρίδα εξαιρετικά επιτυχημένων δημιουργών παιχνιδιών για κινητά, καθώς και εφαρμογών Android και iOS στην τουρκική γλώσσα.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα το τουρκικό παράδειγμα να βρει μιμητές μεταξύ κυβερνήσεων άλλων αναπτυσσόμενων χωρών, οι οποίες πιστεύουν οι αναπτυγμένες χώρες – και κατ’ επέκταση το πολυμερές σύστημα – έχει παραμείνει για καιρό αδιάφορο για τις ανησυχίες τους σχετικά με τις συνέπειες μιας άδικης παγκοσμιοποίησης. O κατακερματισμός των παγκόσμιων ρυθμιστικών πλαισίων που επηρεάζουν την ψηφιακή οικονομία είναι εδώ και διευρύνεται.
Οι πολυμερείς θεσμοί πιθανόν να έχουν μια τελευταία ευκαιρία να σταματήσουν την συγκεκριμένη τάση. Ο ΟΟΣΑ διεξάγει συνάντηση με τα ενδιαφερόμενα μέρη αυτήν την εβδομάδα προκειμένου να συγκεντρώσει απόψεις σχετικά με την προτεινόμενη κοινή προσέγγισή στο θέμα της φορολόγησης της ψηφιακής οικονομίας. Το σχέδιο αφορά την υιοθέτηση μιας δέσμης προτάσεων από τη G-20 κατά τη σύνοδό της στο Ριάντ, το 2020. Ωστόσο, οποιαδήποτε συμφωνία θα βρίσκεται υπό την αίρεση του εάν η κυβέρνηση Τραμπ θα δείξει ευελιξία στις προσδοκίες των άλλων χωρών του ΟΟΣΑ. Η ελπίδα είναι οι ΗΠΑ να δουν τελικώς ότι μια δέσμη φορολογικών κανόνων, ακόμη και εάν επηρεάσουν τους μετρημένους στα δάκτυλα του ενός χεριού αμερικανικούς ψηφιακούς κολοσσούς, θα εξακολουθούν να αποτελούν ένα συνολικά καλύτερο αποτέλεσμα για την παγκόσμια οικονομία από μια αλυσίδα εντελώς διαφοροποιημένων προσεγγίσεων στη ρύθμιση και φορολόγηση της ψηφιακής επιχειρηματικότητας.