Μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο μέσα από πέντε διαφορετικές κινήσεις άμεσης ή έμμεσης μείωσης των πλεονασμάτων ζήτησε, σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας από τους θεσμούς στην πρώτη συνάντηση που είχαν σήμερα στην Αθήνα.
Ο υπουργός μάλιστα παρέδωσε στους θεσμούς αναλυτικά κείμενα της ελληνικής κυβέρνησης με τις θέσεις της για τον τρόπο με τον οποίο ζητά να προχωρήσει στις τρεις από τις πέντε συνολικά αλλαγές οι οποίες θεωρεί ότι πρέπει να δρομολογηθούν μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Τα τρία ζητήματα το οποίο οδηγούν σε μεγαλύτερο δημοσιονομικό χωρίς κυβέρνηση και για τα οποία κατατέθηκαν προτάσεις είναι:
-Πρώτον, αλλαγή χρήσης των κερδών ομολόγων ούτως ώστε να χρηματοδοτήσουν συγκεκριμένες επενδύσεις
-Δεύτερον, δικαίωμα μεταφοράς υπερπλεονασμάτων από έτος σε έτος. Για το θέμα αυτό, ήδη για το 2019 υπάρχει συμφωνία αναφορά με το δημοσιονομικό αποτέλεσμα, αναφέρουν κυβερνητικές πηγές
-Τρίτον, διεκδίκηση 200 εκατ. ευρώ δαπανών στις οποίες προέβη η Ελλάδα λόγω αυξημένων μεταναστευτικών ροών. Ζητείται να μην προσμετρούνται στον προϋπολογισμό ούτως ώστε να αυξηθεί ο δημοσιονομικός χώρος.
Τα δύο επόμενα αιτήματα
Επιπλέον, η κυβέρνηση, σύμφωνα με πηγές του ΥΠΟΙΚ, προωθεί τις θέσεις της για τους στόχους, οι οποίοι θα τεθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το επόμενο διάστημα και για τους οποίους ενημερώθηκαν σήμερα οι θεσμοί. Πρόκειται για τη μείωση των πλεονασμάτων από το 2021 και μετά αλλά και για τη μείωση-κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, ΕΝΦΙΑ και άλλων φόρων.
Τα πέντε παραπάνω ελληνικά αιτήματα, ενδεχομένως να αξιολογηθούν ανεξάρτητα από τους θεσμούς ή και να αποφασισθούν συνδυαστικά, αναφέρουν πηγές του ΥΠΟΙΚ. και τούτο γιατί συνδέονται με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που πρέπει να εκπονήσουν οι θεσμοί.
Αυτό που είναι σαφές για την κυβέρνηση, εξηγεί η ίδια πηγή, είναι ότι ζητά μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο.
Οι διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς
Σήμερα, συζητήθηκε το δημοσιονομικό πεδίο καθώς και ζητήματα της ΑΑΔΕ και η πορεία εκτέλεσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Αύριο, στο τραπέζι τίθεται, μεταξύ άλλων, το θέμα των αποκρατικοποιήσεων και των κόκκινων δανείων, ενώ για την Παρασκευή έχει προγραμματιστεί ένας γύρος συνολικής αποτίμησης και οι θεσμοί αποχωρούν.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι υπάρχει συμφωνία για τα δημοσιονομικά μεγέθη του 2019, ενώ τίθενται επί τάπητος τα στοιχεία που δείχνουν μεγαλύτερη αναπτυξιακή δυναμική. Δεν τέθηκε από τους θεσμούς κάποια ένσταση αναφορικά με το νέο ασφαλιστικό. Όσον αφορά τον νέο κύκλο παροχών του 2020 που προωθεί η κυβέρνηση, θεωρείται ότι ασφαλής εικόνα θα υπάρχει περί τον Απρίλιο.
Ο σχεδιασμός της ΑΑΔΕ αποφασίσθηκε ότι πλέον θα διαμορφώνεται με βάση ετήσιους στόχους. Επίσης, το υπουργείο Οικονομικών προωθεί το ταχύτερο δυνατόν νομοσχέδιο για τη φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο, με ειδικό κεφάλαιο για τη λειτουργία της ΣΕΚ.
Επίσης, στο θέμα των κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες, σύμφωνα με πηγές του ΥΠΟΙΚ, εξετάζονται διαφορετικές αλλά ρεαλιστικές επιλογές, ενώ στο θέμα της μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς τους ιδιώτες τονίστηκε ότι ο ρυθμός είναι καλός με εξαίρεση τα χρέη του ΕΦΚΑ.
Ιταλική «καταιγίδα» ευνοεί την Ελλάδα
Το spread των ελληνικών ομολόγων έναντι των ιταλικών έχει γυρίσει έντονα στα αρνητικά μετά και το ισχυρό sell-off που χτυπά σήμερα τους ιταλικούς τίτλους, λόγω των πολιτικών εξελίξεων στη γειτονική χώρα. Αντίθετα με το 2018, τα ελληνικά ομόλογα έχουν αποκτήσει “αυτονομία” έναντι των ιταλικών και έχουν πάψει να είναι ευάλωτα έναντι των εξελίξεων στη χώρα, καθώς σύμφωνα και με τους αναλυτές, έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα και ιδιαίτερα ισχυρές προοπτικές και το 2020, μετά το εντυπωσιακό 2019.
Οι αποδόσεις των ιταλικών κρατικών ομολόγων αυξάνονται κατά 5-8 μονάδες βάσης σε όλη την καμπύλη σήμερα, καθώς σύμφωνα με αναφορές ο Ντι Μάιο θα παραιτηθεί από την ηγεσία του κινήματος των 5 αστέρων.
Ο Ντι Μάιο, ο οποίος είναι επίσης υπουργός Εξωτερικών της ιταλικής κυβέρνησης, αναμένεται να συναντηθεί με άλλους υπουργούς που ανήκουν στο κίνημα αργότερα σήμερα, ενώ εκτιμάται ότι θα ανακοινώσει την παραίτησή του σε συνάντηση με τα κόμματα το απόγευμα, σύμφωνα με τον ιταλικό τύπο.
Έτσι η απόδοση του ιταλικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώνεται σήμερα στο 1,423% με άνοδο άνω του 4% από χθες και αρκετά υψηλότερα από την απόδοση του αντίστοιχου ελληνικού τίτλου η οποία διαμορφώνεται στο 1,38% και κινείται πτωτικά.
Ακόμα πιο έντονη είναι η άνοδος στην απόδοση των 5ετών ιταλικών τίτλων η οποία διαμορφώνεται στο 0,631% (αύξηση άνω του 6% από χθες) τη στιγμή που το ελληνικό 5ετές κινείται στο 0,474% με πτώση κοντά στο 7%.
Εκρηκτική ωστόσο είναι η άνοδος των αποδόσεων στους βραχυπρόθεσμους ιταλικούς τίτλους, με την απόδοση στο 2ετές να εκτοξεύεται κατά… 356% (!) σήμερα και στο 0,037%, αντανακλώντας τους κινδύνους που βλέπει η αγορά γύρω από την Ιταλία (για μία ακόμη φορά) λόγω του ασταθούς πολιτικού τοπίου.
Υπενθυμίζεται πως η Κυριακή 26 Ιανουαρίου αποτελεί άλλη μία σημαντική ημέρα για τις προοπτικές της Ιταλίας καθώς διεξάγονται περιφερειακές εκλογές στην Εμίλια-Ρομάνα, και σύμφωνα με εκτιμήσεις εάν η Λέγκα του Σαλβίνι κερδίσει την περιφέρεια, η κυβέρνηση είναι πιθανόν να πέσει και η χώρα να οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές.
Σε αυτό το περιβάλλον η Ελλάδα επωφελείται πλήρως καθώς όπως έχει αποδείξει και η αγορά, τα ελληνικά ομόλογα αποτελούν πλέον μία επένδυση χωρίς ρίσκο. Οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να είναι υγιείς, υπάρχει θετική προοπτική των αξιολογήσεων των οίκων, οι χρηματοδοτικές ανάγκες έως το 2042 είναι περιορισμένες, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων και υπάρχει η πιθανότητα να ενταχθεί η Ελλάδα στο QE το επόμενο έτος. Παράλληλα, στην Ελλάδα υπάρχει πολιτική σταθερότητα, ενώ σημαντικός καταλυτής αναμένεται να αποδειχθεί για την αγορά και η επικείμενη άρση του ορίου που έχουν οι ελληνικές τράπεζες στις θέσεις τους σε αυτά.
Με αυτά τα “ατού” στις αποσκευές του, ο ΟΔΔΗΧ, , αναμένεται μετά την αξιολόγηση της Fitch την Παρασκευή να πραγματοποιήσει το πρώτο του τεστ στις αγορές για το 2020, με ένα νέο 15ετές ομόλογο, μία κίνηση-ορόσημο η οποία και θα στείλει το ισχυρό μήνυμα ότι οι αγορές δεν βλέπουν κίνδυνο για το ελληνικό χρέος έως το 2035.