Με την έλευση του 2015 δεν θα μπορούσαν να λείψουν οι εκτιμήσεις των διεθνών οίκων για όλα όσα αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας οικονομίας.
Στην πλειοψηφία τους οι διεθνείς οίκοι δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στις μετοχές, εκτιμώντας πως το bull market θα συνεχιστεί. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών και το 2012 οι αγορές σε Ευρώπη και ΗΠΑ θα σημειώσουν κέρδη, τα οποία ξεκινούν από 5% και φτάνουν μέχρι και το 12%.
Απόδοση 10% για τις μετοχές αναμένουν οι αναλυτές της JP Morgan το 2015 σε έκθεσή για τις κορυφαίες επενδυτικές επιλογές για το νέο έτος. Δίνοντας για έκτη διαδοχική χρονιά σύσταση για απόδοση μεγαλύτερη από εκείνη της αγοράς για τις μετοχές σε παγκόσμιο επίπεδο, οι αναλυτές του επενδυτικού οίκου επισημαίνουν ότι οι βασικοί κίνδυνοι για τα χρηματιστήρια προέρχονται από το ενδεχόμενο ύφεσης, αποπληθωρισμού ή μιας σημαντικής ενίσχυσης της αβεβαιότητας. Αν και οι αναλυτές του οίκου βλέπουν απίθανο να πραγματοποιηθούν οι συγκεκριμένοι κίνδυνο, ωστόσο ακόμη και αν βγουν αληθινοί δεν αναμένεται να επηρεάσουν δραματικά τις μετοχικές αποδόσεις. Σύμφωνα με την JP Morgan η παγκόσμια οικονομία θα πετύχει ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 3% με τον πληθωρισμό να πέφτει σε επίπεδα κάτω του 2% από τα μέσα του 2015.
Και οι αναλυτές της Barclays προβλέπουν πως οι μετοχές παγκοσμίως θα συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά και θα καταγράψουν κέρδη της τάξεως του 9%. Η επενδυτική σε έκθεσή της για τις παγκόσμιες προοπτικές εστιάζει την προσοχή της στα ζητήματα που αναμένεται να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον όπως η συνεχής ενδυνάμωση του δολαρίου, η πολιτική που θα ακολουθήσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Η πτώση στην τιμή του πετρελαίου και οι αρνητικές συνέπειες καθώς και η πρόθεση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε ποσοτική χαλάρωση.
Ψήφο εμπιστοσύνης στις μετοχές για το 2015 δίνει και η Citi δηλώνοντας την προτίμησή της σε αυτές σε σύγκριση με τα πάγια εισοδήματα.Αυτή η προτίμηση του διεθνούς οίκου υποστηρίζεται από έναν ευνοϊκό συνδυασμό ελαφρώς βελτιωμένης ανάπτυξης και του χαμηλού πληθωρισμού, κάτι που συνεπάγεται τη διατήρηση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής ακόμη και μεσοπρόθεσμα. Οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας παραμένουν θετικοί στις εκτιμήσεις τους για την πορεία των μετοχών επισημαίνοντας ότι η αύξηση των κερδών θα αποτελέσει τη βασική κινητήρια δύναμη για τις παγκόσμιες χρηματαγορές από εδώ και πέρα.Επιπλέον, το ενδεχόμενο υιοθέτησης πολιτικών ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ κάνει τους αναλυτές του οίκου να δηλώνουν την προτίμησή τους στις ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές από εκείνες των ΗΠΑ. Οι αναλυτές της Citi βλέπουν επίσης υψηλότερες αποδόσεις μεσοπρόθεσμα στις σημαντικότερες αγορές κυβερνητικών ομολόγων σημειώνοντας τις εκτιμήσεις τους για υπεραπόδοση στα ομόλογα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και της Ιαπωνίας τηρουμένων πάντοτε των αναλογιών.
Αναφορικά τώρα με τα εμπορεύματα ο αμερικανικός οίκος αναμένει μια χαλαρή ενίσχυση της ζήτησης στη διάρκεια του 2015 με τις τάσεις να είναι ουδέτερες με πτωτικές για το νέο έτος.Σχετικά με την αγορά συναλλάγματος οι αναλυτές της Citi βλέπουν περαιτέρω κέρδη για το δολάριο. Σε διαφορετική έκθεση του οίκου για τις προοπτικές των αναδυόμενων αγορών επισημαίνεται ότι η σημαντικότερη αλλαγή για αυτές είναι το γεγονός ότι οι οικονομ9ικές εξελίξεις στην Κίνα γίνονται ολοένα και λιγότερο φιλικές προς αυτές. Η ανάπτυξη του κινεζικού εισοδήματος έχει μειωθεί την ίδια ώρα που οι αρχές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την υψηλή μόχλευση της οικονομίας. Η συνακόλουθη συρρίκνωση στις κινεζικές εισαγωγές έχει συνδεθεί με μία μεγαλύτερη εξασθένιση του πληθωρισμού στα εμπορεύματα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η ζωή στην αργή λωρίδα», οι αναλυτές της HSBC θέτουν στο μικροσκόπιο την πορεία των ευρωπαϊκών μετοχών για το 2015. Σύμφωνα με τους αναλυτές της βρετανικής τράπεζας δύο είναι οι παράγοντες που αναμένεται να στηρίξουν τα κέρδη στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια παρά την ασθενή ανάπτυξη της οικονομίας στην Ευρώπη. Ο πρώτος είναι η ενίσχυση του δολαρίου και ο δεύτερος οι αδύναμες τιμές στα εμπορεύματα. Οι οικονομολόγοι του οίκου διατυπώνουν την προτίμησή τους στις μετοχές με υψηλές αποδόσεις καθώς εκτιμούν ότι μπορεί να αποδειχθούν περισσότερο ανθεκτικές στο ενδεχόμενο απρόσμενων γεγονότων. Η HSBC με βάση το οικονομικό της μοντέλο αναμένει αύξηση κερδών 13% στην Ευρώπη με τους επενδυτές ωστόσο να διατυπώνουν τις επιφυλάξεις τους αναφορικά με τη συγκεκριμένη εκτίμηση λόγω των ισχνών σημαδιών ανάπτυξης. Παρά το γεγονός ότι το βασικό σενάριο της τράπεζας παραμένει θετικό ωστόσο επισημαίνεται ότι υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός κινδύνου για τη νέα χρονιά.
Οι θετικές εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μια ήπια οικονομική ανάκαμψη, για ενίσχυση του δολαρίου και αύξηση κερδών της τάξεως του 10 με 15%. Τα παραπάνω ωστόσο συνιστούν μόνο τη μια πλευρά της ιστορίες. Οι κίνδυνοι που συνοδεύουν αυτές τις προβλέψεις έγκεινται στη νομισματική διελκυστίνδα ανάμεσα στη Fed, την ΕΚΤ και την Τράπεζα της Ιαπωνίας, στην απότομη πτώση στην τιμή του πετρελαίου και των βασικών αγαθών, στην επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας και στη στασιμότητα στην Ευρώπη. Όλοι οι παραπάνω παράοντες κρύβουν το ενδεχόμενο να επηρεάσουν αρνητικά τους επενδυτές μετοχών. Για το λόγο αυτό οι οικονομολόγοι της βρετανικής τράπεζας προτείνουν την υιοθέτηση μιας στρατηγικής ανθεκτικής σε τέτοιου είδους σοκ όπως η οι επενδύσεις σε μετοχές με σύσταση για απόδοση μεγαλύτερη από εκείνη της αγοράς.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού εστιάζουν οι αναλυτές της Morgan Stanley, οι οποίοι προβλέπουν υψηλές αποδόσεις για τις αμερικανικές μετοχές για Τρίτη διαδοχική χρονιά. Συγκεκριμένα αναμένουν ότι ο δείκτης S&P 500 θα διαμορφωθεί 10% υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα στο τέλος του 2015. Ο κεντρικό πυρήνας αυτής της εκτίμησης εδράζεται στο ότι βρισκόμαστε στη μέση μιας σημαντικής επέκτασης των ΗΠΑ η οποία μπορεί να διαρκέσει μέχρι και το 2020. Όσον αφορά τώρα στις ευρωπαϊκές μετοχές, οι οικονομολόγοι του διεθνούς οίκου παραμένουν θετικοί παρά το γεγονός ότι κατά τους τελευταίους έξι μήνες το επενδυτικό κλίμα στις χρηματαγορές της Ευρώπης παρουσιάζεται αρνητικό εξαιτίας της σημαντικής εκροής κεφαλαίων. Ωστόσο, διατηρούν την αισιοδοξία τους για το 2015, προβλέποντας άνοδο του οικονομικού μομέντουμ και αύξηση των μετοχικών κερδών κατά 10%. Σύμφωνα με την Morgan Stanley οι ευμενέστερες οικονομικά συνθήκες, οι πρωτοβουλίες της ΕΚΤ στη χάραξη της νομισματικής πολιτικής και ένα βελτιωμένο εξωγενές περιβάλλον αναμένεται να επιτρέψουν μια μετριοπαθής ανάκαμψη στο ΑΕΠ της Ευρώπης το νέο έτος και κατά επέκτση στη διαμόρφωση ενός καλύτερου κλίματος για τις μετοχές.
Υπέρ των μετοχών τάσσεται και η Goldman Sachs σε έκθεσή της για τις παγκόσμιες επενδυτικές ευκαιρίες του νέου έτους. Ο διεθνής οίκος δίνει σύσταση για απόδοση μεγαλύτερη από εκείνη της αγοράς για τις μετοχές ενώ παράλληλα προτείνει την αποφυγή επενδύσεων σε κρατικά ομόλογα και σε πάσης φύσεως πιστώσεις. Επιπλέον, διατυπώνει τη συγκρατημένη αισιοδοξία της για τα εμπορεύματα. Στην αγορά του συναλλάγματος το δολάριο αναμένεται να συνεχίσει να πρωταγωνιστεί. Σύμφωνα με την Goldman Sachs η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμός της τάξεως του 3,4% το 2015 από 3% το 2014 με τον πληθωρισμό να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα κυρίως εν μέρει της συνεχιζόμενης υποχώρησης στις τιμές των εμπορευμάτων, κάτι που συνεπάγεται την αναμενόμενη συνέχιση της διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής.
Το συγκεκριμένο πλαίσιο σύμφωνα με τους οικονομολόγους του διεθνούς οίκου μπορεί να ευνοήσει τις τοποθετήσεις σε επιλογές που θεωρούνται ριψοκίνδυνες όπως οι μετοχές. Η Goldman Sachs όπως και η πλειοψηφία των επενδυτικών οίκων, θεωρεί ότι υπάρχουν σημαντικές πιθανότητες η ΕΚΤ να προχωρήσει στην υιοθέτηση ποσοτικής χαλάρωσης το α΄εξάμηνο του 2015. Τα χαμηλά επίπεδα του πληθωρισμού και η απειλή του αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη θα αποτελέσουν τις βασικές αίτιες για τις οποίες οι κεντρικές τράπεζες ανά την υφήλιο θα παραμείνουν ιδιαίτερα συγκρατημένες στην πολιτική που θα ακολουθήσουν όσον αφορά στα επιτόκια.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μια πρώτη γεύση από τι αναμένεται να φέρει το 2015 στις διεθνείς και ευρωπαϊκές αγορές. Απομένει λοιπόν μόνο ο χρόνος για να δείξει εάν οι εκτιμήσεις των επενδυτικών οίκων και των παγκόσμιων οικονομικών αναλυτών είτε επαληθευτούν είτε διαψευστούν.