Σε αριθμητική σύγκρουση βρίσκεται η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το ΔΝΤ βλέπει δημοσιονομικό κενό 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2016 και απαιτεί νέα οικονομικά μέτρα. Από την άλλη, ο πρωθυπουργός βασίζεται στην υπέρβαση των εσόδων του προϋπολογισμού του 2015 κατά 1,9 δισεκατομμύρια όταν λέει πως δεν μπορεί να υπάρξει κενό για το νέο έτος.
Το νούμερο είναι εντυπωσιακό, παρότι κάποιοι ειδήμονες στα δημοσιονομικά υποστηρίζουν ότι οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι τα capitalcontrols και ο φόβος κουρέματος καταθέσεων έστειλε πολλούς στα ταμεία της Εφορίας να εξοφλήσουν υποχρεώσεις. Αυτό δε θα επαναληφθεί το 2016, επισημαίνουν. Αντίθετα, ίσως προεξοφλήθηκαν υποχρεώσεις του 2016.
Πίσω από τα νούμερα των δημοσιονομικών κενών και των μέτρων κρύβεται, για την κυβέρνηση τουλάχιστον, το στοίχημα της ανάπτυξης. Όπως υπογραμμίζουν σε κάθε τόνο τα στελέχη του οικονομικού της επιτελείου, η κυβέρνηση θέλει μια γρήγορη διαπραγμάτευση – κάτι που προϋποθέτει ότι δε θα της ασκηθεί πίεση για νέα μέτρα – για να προχωρήσει στο επόμενο βήμα: ρύθμιση του χρέους και ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Έτσι, ελπίζει θα επιστρέψει η ανάπτυξη στη χώρα το δεύτερο εξάμηνο. Αυτός θα είναι άλλωστε και ο απόλυτος όρος της πολιτικής της επιβίωσης, μετά τον ορυμαγδό των μέτρων που θα πάρει ούτως ή άλλως.
Ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε στο Νταβός για την «έκπληξη» της ελληνικής οικονομίας το 2016. Έκπληξη; Κάποιοι τραπεζικοί παράγοντες το απέκλειαν. Υποστήριζαν ότι έχει συσσωρευτεί απογοήτευση, επικαλούνταν την πρόσφατη άνοδο της απόδοσης των ομολόγων στο 10,5% και έβλεπαν, στην καλύτερη περίπτωση, επιβεβαίωση των προβλέψεων του Μνημονίου για ύφεση 1,3% ή του ΙΟΒΕ για 1,5%.
Άλλοι, από τον τραπεζικό και πάλι χώρο, εκτιμούν ότι αν η αξιολόγηση κλείσει γρήγορα, αν δηλαδή επιβεβαιωθεί το σενάριο της κυβέρνησης, η ύφεση μπορεί να περιοριστεί στο 0,7% του 2016, με ανάπτυξη το δεύτερο εξάμηνο, όπως άλλωστε προβλέπει και ο προϋπολογισμός. Στέλεχος του οικονομικού επιτελείου αναφέρθηκε σε οριακά αρνητικό αποτέλεσμα.
Σε μια αισιόδοξη εκδοχή, υψηλόβαθμος τραπεζικός παράγων έφτανε στο σημείο να εκτιμήσει ότι μπορεί και να έχουμε ανάπτυξη έως 1%, αν όλα κυλήσουν ομαλά.
Ο πόλεμος των αριθμών θα κορυφωθεί τις επόμενες ημέρες. Οι δανειστές προγραμματίζουν τώρα την επιστροφή τους προς τα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας με αρχές της μεθεπόμενης, φτάνοντας πλέον τον Φεβρουάριο. Πηγή τους προέβλεπε χθες ότι «η διαπραγμάτευση θα είναι σκληρή».
Και δε θα έχει μόνο δύο αντίπαλες πλευρές.
Στη μία άκρη θα βρίσκεται το ΔΝΤ, με την πλάτη – πάντα – των σκληρών της Ευρώπης. Είναι αυτοί που θέλουν σιγουριά στο δημοσιονομικό σενάριο, δηλαδή επιπλέον μέτρα στο Ασφαλιστικό και αλλού, για να βγαίνει το σενάριο της βιωσιμότητας του χρέους (ΔΝΤ), αλλά και για να μην παρεκτραπεί η Αθήνα τα επόμενα χρόνια (Γερμανία). Από το Νταβός ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ μίλησε χθες για την ανάγκη να υπάρξει σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα στον ελληνικό προϋπολογισμό και υπονόησε ότι τα νούμερα του Ασφαλιστικού βραχυπρόθεσμα δε βγαίνουν.
Στην άλλη άκρη, η κυβέρνηση λέει ότι δε χρειάζεται κανένα μέτρο για το 2016, ότι ο λογαριασμός βγαίνει με αυτά που έχουν αποφασιστεί και απλώς δεν έχουν ψηφιστεί ακόμη (πχ φορολογία ενοικίων και αγροτών) και ζητά επιείκεια για το Ασφαλιστικό. Το υπουργείο Οικονομικών, μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, την τελευταία εβδομάδα έχει βομβαρδίσει με δημοσιονομικά στοιχεία τους θεσμούς για να υποστηρίξει τη θέση του (σε αντίθεση με το υπουργείο Εργασίας που εξακολουθεί να στέλνει στοιχεία για το Ασφαλιστικό με το σταγονόμετρο). Στο ΔΝΤ, κατόπιν αυτών, περιορίζονται πλέον να λένε ότι θα «μελετήσουμε τα στοιχεία».
Κάπου στη μέση, πιο συμβιβαστικά, κινούνται άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η Κομισιόν – η οποία είναι βέβαιο ότι θα ήθελε όσο και η κυβέρνηση να φύγει το ΔΝΤ, όπως λένε πηγές που γνωρίζουν – ποτέ δεν υιοθέτησε τα νούμερα του Ταμείου ως προς το δημοσιονομικό κενό.
Αλλά και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι έχει εξελιχθεί σε υποστηρικτή της Ελλάδας τον τελευταίο καιρό. Χθες στο Νταβός, όπου συναντήθηκε με τον Αλέξη Τσίπρα, μίλησε με ενθαρρυντικά λόγια για την πρόοδο που έχει κάνει η κυβέρνηση στις μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική προσαρμογή και προέβλεψε ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει με επιτυχία. Την περασμένη Τετάρτη, στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο εκτίμησε ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να κλείσει σε τέσσερις-πέντε εβδομάδες, ενώ ο Ντάισελμπλουμ έχει μιλήσει κατ’ επανάληψιν για «μήνες αντί για εβδομάδες».
Αν η καθυστέρηση κοστίζει, όπως φέρεται να είπε ο Ντράγκι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας – ζητώντας του να κάνει τις απαραίτητες θυσίες η ελληνική κυβέρνηση για να προχωρήσει γρήγορα η διαπραγμάτευση – τότε γιατί ΔΝΤ, Σόιμπλε και Ντάισελμπλουμ θέλουν να πάρουν τον χρόνο τους;
Πέρα από το προφανές που επικαλούνται – καλύτερα να αργήσουμε, αλλά να καταλήξουμε σε μια καλή συμφωνία που θα «βγει» – υπάρχουν και άλλες πτυχές. Μια βασική, η υποψηφιότητα της Κριστίν Λαγκάρντ για επανεκλογή στην ηγεσία του ΔΝΤ. Η γαλλίδα πρέπει να κρατήσει δύσκολες ισορροπίες. Όπως λένε οι αναλυτές, για να ικανοποιήσει τους ισχυρούς ευρωπαίους που αποτελούν τη βασική δύναμη στήριξής της, πρέπει να παραμείνει το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό είναι αντίθετο με την επιθυμία άλλων στο Ταμείο, μεταξύ των οποίων ο Πολ Τόμσεν. Για να πείσει την άλλη πλευρά, των μη ευρωπαϊκών χωρών, που συστηματικά εκδηλώνουν δυσφορία με τη «γενναιόδωρη» στήριξη της Ελλάδας από το Ταμείο, η Λαγκάρντ πρέπει να εμφανίσει ένα πειστικό πρόγραμμα.
Αυτό θα μπορούσε να γίνει με κούρεμα του χρέους, αλλά καθώς οι ευρωπαίοι το αποκλείουν, το μόνο όπλο που μένει στο Ταμείο είναι να επιβάλει αυστηρούς δημοσιονομικούς όρους. Αυτό όμως μπορεί να σκοτώσει την ανάπτυξη, διατείνεται η κυβέρνηση.
Οι αγορές που δεν καταλαβαίνουν από πολλά πράγματα, εκτός από την αλήθεια των αριθμών, φέρονται να πιστεύουν ότι στην τελική, αυτό που θα κρίνει τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, είναι οι αντοχές της ρευστότητας. Μόνο που οι αντοχές είναι σχετικές. Ο επικεφαλής του ΕΜΣ Κλάους Ρέγκλινγκ μετά το τελευταίο Eurogroup μίλησε για πρόβλημα τον Φεβρουάριο, αλλά πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν διαβεβαιώνουν ότι το πρόβλημα του Φεβρουαρίου μπορεί να ξεπεραστεί, όπως έγινε επί πολλούς μήνες το 2015.
Αυτό σημαίνει, βεβαίως, δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών αντί της εξόφλησης αυτών που υπάρχουν και νέα άντληση πόρων από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Κάπως έτσι, λένε οι πηγές, μπορεί να φτάσουμε στον Μάιο με Ιούνιο. Το μεγάλο αγκάθι, που θα προκαλέσει βέβαιη ασφυξία, είναι μια πληρωμή 2,7 δις ευρώ τον Ιούλιο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αν φτάσουμε όμως ως εκεί, η πραγματική οικονομία θα έχει ήδη οδηγηθεί σε ασφυξία. Αρκεί να αναφέρουμε ότι από τη δόση, εφόσον ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, η κυβέρνηση φιλοδοξεί να πληρώσει 2 δις ληξιπρόθεσμες οφειλές και άλλα 3-3,5 δις ευρώ ως το τέλος του χρόνου.