Με κομμένη ανάσα παρακολουθούν οι συντελεστές των αγορών της ευρωζώνης το ιταλικό πολιτικό θρίλερ, καθώς η κυβέρνηση της Ρώμης δείχνει αποφασισμένη να επιμείνει στη μεγάλη αύξηση του ελλείμματος το 2019, την ώρα που οι ιταλικές τράπεζες αυξάνουν συνεχώς την έκθεσή τους στα κρατικά ομόλογα, που έχει φθάσει πλέον στα 375 δισ. ευρώ και απειλεί τη σταθερότητα του συστήματος.
Εξηγώντας τη στρατηγική των Σαλβίνι (Λέγκα) και Ντι Μάιο (Κίνημα 5 Αστέρων), η ανταποκρίτρια του “-” στην Ρώμη περιέγραψε ένα άκρως επικίνδυνο πείραμα, που μπορεί να οδηγήσει την ευρωζώνη σε πολύ σοβαρούς κλυδωνισμούς.
Όπως είπε, ο Σαλβίνι, που είναι και το «βαρύ πυροβολικό» της ιταλικής κυβέρνησης, πιστεύει ότι η Ιταλία δεν χρειάζεται να εφαρμόσει τους κανόνες της ευρωζώνης, αλλά θα μπορέσει πολύ σύντομα να τους… ξαναγράψει.
Αυτό το στοίχημα συνδέεται με τις ευρωεκλογές του Μαΐου, στις οποίες ο Σαλβίνι πιστεύει ότι θα κάνουν επίδειξη δύναμης σε όλη την Ευρώπη τα ακροδεξιά και λαϊκιστικά κόμματα, επηρεάζοντας τη σύνθεση της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής μέσω της αυξημένης επιρροής τους στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, ώστε να αρχίσει μια νέα συζήτηση στην Ευρώπη για τους οικονομικούς και νομισματικούς κανόνες.
Με αυτή την ανάλυση των εξελίξεων κατά νου, ο Σαλβίνι είναι έτοιμος, σύμφωνα με την ανταποκρίτρια του “-”, να φθάσει ως το τέλος τη σύγκρουση με την Κομισιόν για τον προϋπολογισμό, εκτιμώντας ότι τελικά η Ιταλία δεν θα υποστεί κυρώσεις, αλλά θα ανατρέψει, τελικά, το σύστημα κανόνων που βρίσκεται πίσω από το ευρώ, χωρίς να χρειασθεί η χώρα να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει την Ιταλία ότι βαδίζει σε πορεία που οδηγεί σε αποκλεισμό από την αγορά ομολόγων και σε αναδιάρθρωση του χρέους, από την οποία θα πληγούν πρώτες οι ιταλικές τράπεζες και, μέσω αυτών, οι Ιταλοί καταθέτες, που θα γίνουν θύματα του bail-in.
Το ιταλικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται, πράγματι, σε οριακό σημείο, καθώς το ενεργητικό του είναι ήδη φορτωμένο με μεγάλο όγκο προβληματικών ανοιγμάτων, ενώ οι ιταλικές τράπεζες αποτελούν τη μεγάλη εξαίρεση στον κανόνα των ευρωπαϊκών τραπεζών, καθώς αντί να μειώνουν την έκθεσή τους σε κρατικά ομόλογα φέτος την έχουν αυξήσει κατά 12% και πλέον οι θέσεις τους στο ιταλικό χρέος πλησιάζουν το ιλιγγιώδες ποσό των 375 δισ. ευρώ.
Οι ιταλικές τράπεζες εγγράφουν συνεχώς λογιστικές ζημιές, το τελευταίο διάστημα, από την υποχώρηση των τιμών των κρατικών ομολόγων, που έφερε χθες την απόδοση του 10ετούς πάνω από το 3,6%. Η δραματική εξέλιξη της απόδοσης των 10ετών ιταλικών ομολόγων μέσα στο 2018 έχει αποτυπωθεί στο spread με τους αντίστοιχους γερμανικούς τίτλους: από 1,2% τον Απρίλιο, πριν το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, έχει υπερδιπλασιασθεί και ξεπερνά το 3%!
Οι ιταλικές τράπεζες «ματώνουν» και από μια άλλη πλευρά με την αναταραχή που επικρατεί στις αγορές. Έχουν λάβει μεγάλου ύψους κρατικές εγγυήσεις για τα προβληματικά τους δάνεια από το ιταλικό Δημόσιο, για τις οποίες πληρώνουν προμήθειες στο κράτος, που υπολογίζονται με βάση το κόστος ασφάλισης των τίτλων τους έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας, των γνωστών CDS.
Το κόστος ασφάλισης έχει εκτιναχθεί στα ύψη από τον Απρίλιο: για την Unicredit αυξήθηκε από τις 66 μονάδες βάσης (0,66%) στις 170 μονάδες (1,70%). Αντίστοιχα, για την Intesa Sanpaolo αυξήθηκε από 70 σε 180 μονάδες βάσης. Έτσι, η ήδη ασθενής κερδοφορία των τραπεζών πιέζεται και από τα αυξημένα κόστη για τις κρατικές εγγυήσεις.
Αναλυτές τονίζουν ότι το σημείο καμπής για την Ιταλία και η ώρα της κρίσης για την πολιτική της λαϊκιστικής κυβέρνησης πλησιάζει και ίσως να μην έχει την άνεση να περιμένει ως τις ευρωεκλογές για να ανατρέψει το πολιτικό σκηνικό στην Ευρώπη, όπως οραματίζεται.
Ως το τέλος του μήνα, οι δύο μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης, Moody’s και Standard & Poor’s, έχουν προγραμματίσει να ανακοινώσουν τις νέες τους βαθμολογίες για την Ιταλία. Και οι δύο οίκοι, όπως και η Fitch, βαθμολογούν τα ιταλικά ομόλογα δύο σκαλοπάτια πάνω από το “junk” («σκουπίδια»). Ακόμη και μια υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα, με διατήρηση αρνητικού outlook, θα σημαίνει ότι η Ιταλία γίνεται το πρώτο μέλος του G-7, που κινδυνεύει άμεσα βρεθεί σε πιστοληπτική αξιολόγηση “junk” και η έξοδος κεφαλαίων από τα ιταλικά ομόλογα θα επιταχυνθεί, προκαλώντας εντονότερα φαινόμενα «ασφυξίας» στις τράπεζες.