Από τη Συντακτική Ομάδα του - Opinion
Μετά από οκτώ δύσκολα χρόνια κατά τα οποία έκανε ό,τι χρειάστηκε (σ.σ. κατά την εμβληματική του φράση “whatever it takes”) για να στηρίξει τις οικονομίες της Ευρώπης, ο Μάριο Ντράγκι αποχωρεί την 1η Νοεμβρίου από την προεδρία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αναλαμβάνοντας πλέον εκείνη αυτή την πρόκληση, η διάδοχός του, Κριστίν Λαγκάρντ, αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα: η νομισματική ένωση που βρίσκεται στoν πυρήνα του ευρωπαϊκού σχεδίου είναι ένα ημιτελές project.
Από το ξεκίνημά του, το ευρώ ήταν ελλιπές στον σχεδιασμό του. Οι δημιουργοί του γνώριζαν ότι για να μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα, οι χώρες θα έπρεπε επίσης να μοιράζονται και τους κινδύνους – όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με τις πολιτείες των ΗΠΑ διά μέσου των ομοσπονδιακών θεσμών, όπως ο κοινός ομοσπονδιακός προϋπολογισμός, το “δίχτυ” κοινωνικής προστασίας και οι χρηματοοικονομικές δικλείδες ασφαλείας. Διαφορετικά, οι φυγόκεντρες δυνάμεις των αποκλινουσών οικονομιών θα απειλούσαν να διαλύσουν την ένωση τους. Αυτοί οι ουσιώδεις μηχανισμοί αφέθηκαν έξω από τον σχεδιασμό του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, επειδή τα κράτη-μέλη δεν ήταν έτοιμα για την απώλεια εθνικής κυριαρχίας που θα συνεπαγόταν η ύπαρξή τους.
Οραματιστές όπως οι Jean Monnet και Tommaso Padoa-Schioppa θεωρούσαν ότι οι συνακόλουθες με αυτό το ημιτελές μοντέλο κρίσεις που θα προέκυπταν θα ωθούσαν την Ευρώπη στη σωστή πολιτική κατεύθυνση. Σε κάποιο βαθμό, αυτό συνέβη. Η πανωλεθρία της κρίσης δημοσίου χρέους στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας – η οποία έφερε την Ελλάδα στο χείλος της εγκατάλειψης του κοινού νομίσματος – ανάγκασε τους ηγέτες της Ευρώπης να λάβουν μέτρα προς την εμβάθυνση της ολοκλήρωσης. Δημιούργησαν, , για παράδειγμα, δομές τραπεζικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένων συγκεντροποιημένων κεντρικών οντοτήτων με την εξουσία εποπτείας, ανάληψης του βάρους και στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Ευρωζώνης.
Όσα απομένουν ανολοκλήρωτα ωστόσο, κάνουν όσα έχουν ήδη γίνει προς αυτή την κατεύθυνση να μοιάζουν ελάχιστα. Οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός κοινού προϋπολογισμού της Ευρωζώνης για την άμβλυνση των κρίσεων ύφεσης – όπως κάνουν οι ομοσπονδιακές μεταβιβάσεις προς τις πολιτείες στις ΗΠΑ – δεν έχουν καταλήξει πουθενά. Ταυτόχρονα η τραπεζική ένωση δεν έχει οδηγήσει τελικά σε πραγματικό επιμερισμό των κινδύνων: δεν μπορεί να ξοδέψει κοινά κρατικά κεφάλαια για ανακεφαλαιοποιήσεις, ενώ ο “τρίτος πυλώνας” – ένα σύστημα κοινής εγγύησης καταθέσεων – εξακολουθεί να παραμένει ακόμη σε θεωρητικό επίπεδο. Ως αποτέλεσμα, το οποίο μπορεί να κανείς να το δει μετρήσιμα στον διασυνοριακό δανεισμό μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, η χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση στην Ευρώπη έχει πρακτικά “κολλήσει”.
Οι ατέλειες στη δομή του ευρώ έχουν βαρύτατο ανθρώπινο, οικονομικό και πολιτικό κόστος. Η Ελλάδα οδηγήθηκε σε μια πολύχρονη οικονομική καχεξία και μια ανείπωτη ταλαιπωρία η οποία, με μια κατάλληλη ένωση επιμερισμού των κινδύνων, θα ήταν σε μεγάλο βαθμό περιττή. Οι εξαιρετικές προσπάθειες του Ντράγκι να κρατήσει ζωντανό το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα – όσο αναγκαίες κι αν ήταν – εξάντλησαν τους πόρους της ΕΚΤ, αφήνοντάς την με ένδεια όπλων για την καταπολέμηση της επόμενης ύφεσης. Η δυσλειτουργία της Ευρώπης υπέσκαψε την πίστη στο πολιτικό κατεστημένο, συμβάλλοντας στην αναζωπύρωση λαϊκιστικών, αλλά και ακροδεξιών ρευμάτων, που έχει εξαπλωθεί σε όλο τον δυτικό κόσμο.
Η προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εκληφθεί ως σήμα κινδύνου: εάν η επόμενη χώρα που θα επιλέξει να αποχωρήσει είναι μέλος της Ευρωζώνης, ολόκληρη η επιχείρηση – με στόχο το να δεθεί η Ευρώπη με κοινούς εθελοντικούς δεσμούς, ώστε να μην ξανασυμβεί ποτέ η φρίκη των δύο παγκοσμίων πολέμων – θα μπορούσε να καταρρεύσει. Η στρατηγική δημιουργίας στενότερων δομών ένωσης μονάχα μέσω των “μαθημάτων” των διαδοχικών κρίσεων έχει φθάσει στα όριά της, επιτυγχάνοντας πολύ λίγα με υπερβολικά μεγάλο κόστος, περισσότερο υπονομεύοντας παρά ενισχύοντας την ευρωπαϊκή ενότητα.
Αυτό αφήνει τους ηγέτες της Ευρώπης με μόνο μία ασφαλή επιλογή: να βρουν τη βούληση να ενεργήσουν σε σχετικά ευνοϊκούς καιρούς, έτσι ώστε η επόμενη κρίση είτε να μην συμβεί είτε, εάν αυτό είναι αναπόφευκτο, να μην είναι τόσο οδυνηρή.
Τώρα θα ήταν μια καλή στιγμή. Η Λαγκάρντ, η οποία παίρνει τα ηνία από τον Ντράγκι τον επόμενο μήνα, ξέρει από πικρή προσωπική εμπειρία τι χρειάζεται να διορθωθεί στη ζώνη του ευρώ. Κατά κάποιο τρόπο, το Brexit επίσης βοηθά – τόσο με την επισήμανση του κόστους της διάσπασης του ενιαίου ευρωπαϊκού μπλοκ, όσο και με τον παραμερισμό ενός παραδοσιακού αντιπάλου της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η επιβραδυμένη οικονομική ανάπτυξη υπογραμμίζει περαιτέρω την ανάγκη συντονισμένης δημοσιονομικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Την ίδια ώρα, η απότομη αλλαγή της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ, που από πρωταθλητής έγιναν σχεδόν εχθρός του ελεύθερου εμπορίου, εντείνει την πρόκληση για τα έθνη της Ευρώπης να τηρούν ενιαία στάση και να υπερασπίζονται από κοινού τα συμφέροντά τους.
Φυσικά, υπάρχουν πολλά εμπόδια – ιδιαίτερα στη Γερμανία, όπου οι πολιτικοί αναθεματίζουν συνήθως οποιεσδήποτε κινήσεις προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ισοκατανομής των κινδύνων. Τούτου λεχθέντος, η εκλεγείσα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επί πολλά χρόνια μέλος της κυβέρνησης της Γερμανίας, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, βρίσκεται σε καλύτερη θέση έναντι των προκατόχων της για να ωθήσει προς σωστή κατεύθυνση την πολιτική της χώρας της.
Πλέον, σχεδόν όλοι αναγνωρίζουν τι χρειάζεται να γίνει. Οι βασικές κατευθύνσεις, όπως εκτίθενται σε κοινή πρόσφατη πρόταση ομάδας Γάλλων και Γερμανών οικονομολόγων, είναι οι εξής:
-Ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης. Θεσμοθέτηση αμοιβαίας εγγύησης καταθέσεων και δέσμευση ευρέων δημοσίων πόρων για ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών όταν είναι απαραίτητο, έτσι ώστε οι άνθρωποι να αντιλαμβάνονται ένα ευρώ που κατατίθεται στη Γερμανία ως ισοδύναμο με ένα ευρώ που κατατίθεται στην Ελλάδα ή την Ιταλία. Για να διασφαλιστεί ότι οι συγκεκριμένοι μηχανισμοί ασφαλείας δεν θα χρησιμοποιούνται καταχρηστικά, απαίτηση από τις τράπεζες να λειτουργούν με μεγάλος εύρος κεφαλαίου απορρόφησης ζημιών και να περιορίσουν τις επενδύσεις τους στα κρατικά ομόλογα των χωρών τους. Χορήγηση μεγαλύτερης εξουσίας και ανεξαρτησίας στις οντότητες που είναι υπεύθυνες για το χρηματοπιστωτικό σύστημα – όπως το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) – έτσι ώστε οι ηγέτες της Ευρώπης να μην χρειάζεται να συγκαλούν έκτακτη Σύνοδο Κορυφής κάθε φορά που μια τράπεζα αντιμετωπίζει προβλήματα.
-Διαμοιρασμός μεγαλύτερου μέρους των δημοσιονομικών κινδύνων. Δημιουργία ταμείου σταθεροποίησης της Ευρωζώνης, το οποίο θα συγκεντρώνει συνεισφορές σε περιόδους άνθησης και θα παρέχει κεφάλαια έκτακτης ανάγκης σε μέλη που αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσχέρειες. Για να εξασφαλίζεται η συνετή πολιτική χρήσης τους, συγκρότηση ανεξάρτητου συμβουλίου για τον καθορισμό ανώτατων ορίων δαπανών, πέραν των οποίων οι κυβερνήσεις θα πρέπει να χρηματοδοτούν δαπάνες με πιο ριψοκίνδυνα ομόλογα μειωμένων εξασφαλίσεων, γεγονός που θα τις πιέζει να κινούνται με δημοσιονομική σύνεση. Τέλος, θεσμοθέτηση ενός μηχανισμού για κρατικές χρεοκοπίες, που να επιβάλλει μέσω αυτόματου μηχανισμού “κουρέματα” χρέους, προκειμένου να αποτρέπεται η χρήση δημόσιων πόρων της Ευρωζώνης για τη διάσωση ιδιωτών πιστωτών (όπως συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδας).
-Κατάρριψη όλων των φραγμών στην ελεύθερη ροή κεφαλαίων στο εσωτερικό της Ευρώπης. Ενδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) για την εναρμόνιση των δημοσιονομικών, πτωχευτικών, λογιστικών και άλλων συναφών κανόνων, με στόχο να ενθαρρυνθούν οι άνθρωποι να επενδύουν – και κατά συνέπεια να διαφοροποιούν τον κίνδυνο – σε όλο το μήκος και εύρος της Ευρωζώνης, ανεξαρτήτως εθνικών συνόρων.
Αναμφισβήτητα, αυτή είναι μια πολύ φιλόδοξη ατζέντα, ειδικά για μια Ευρώπη της οποίας οι λαοί και οι ηγέτες υποφέρουν από κόπωση λόγω απανωτών κρίσεων. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, θα πρέπει να ανασκουμπωθούν άμεσα. Στην επόμενη κρίση, η Λαγκάρντ δεν θα είναι σε θέση να κάνει μόνη της εκείνο που θα είναι απαραίτητο. Καλύτερα οι κυβερνήσεις να ξεπεράσουν αυτήν την αδράνεια τώρα, παρά να προσπαθήσουν να το πράξουν κατά τη διάρκεια μιας νέας κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η οποία θα μπορούσε να δοκιμάσει τα όρια του ευρωπαϊκού σχεδίου μέχρι καταστροφής.