Η Ελλάδα βιώνει μια ολοένα και διογκούμενη στεγαστική κρίση, η οποία επηρεάζει νοικοκυριά σε όλη τη χώρα. Η εύρεση προσιτής και αξιοπρεπούς κατοικίας αποτελεί πλέον άθλο για πολλούς, με τις τιμές των ακινήτων και τα ενοίκια να εκτοξεύονται στα ύψη.
Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στην στεγαστική κρίση:
- Η οικονομική κρίση: Η δεκαετής οικονομική κρίση στην Ελλάδα έπληξε καίρια τα εισοδήματα των πολιτών, καθιστώντας την αγορά ή ενοικίαση κατοικίας δυσβάσταχτη για πολλούς.
- Η έλλειψη επενδύσεων: Η έλλειψη επενδύσεων στην κατασκευή νέων κατοικιών, σε συνδυασμό με την αύξηση της ζήτησης από ξένους αγοραστές, δημιούργησε ένα έλλειμμα στην αγορά ακινήτων.
- Η τουριστικοποίηση: Η ραγδαία ανάπτυξη του τουρισμού σε δημοφιλείς ελληνικούς προορισμούς οδήγησε στην εκτόξευση των τιμών ακινήτων σε πολλές περιοχές, καθιστώντας τες απαγορευτικές για τους ντόπιους.
- Η αύξηση του κόστους ζωής: Η άνοδος των τιμών σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, αφήνοντας λιγότερα χρήματα για την κάλυψη του κόστους στέγασης.
Ποιες είναι οι συνέπειες;
Η στεγαστική κρίση έχει δραματικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία:
- Αύξηση της αστέγης και της ενεργειακής φτώχειας: Πολλοί άνθρωποι στερούνται αξιοπρεπούς στέγης ή ζουν σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας, αδυνατώντας να καλύψουν το κόστος θέρμανσης και ψύξης.
- Εξορία των νέων: Η αδυναμία εύρεσης προσιτής κατοικίας ωθεί πολλούς νέους να εγκαταλείψουν την Ελλάδα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στο εξωτερικό.
- Δημιουργία κοινωνικών ανισοτήτων: Η στεγαστική κρίση διογκώνει τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς οι εύποροι πολίτες έχουν πρόσβαση σε καλύτερες κατοικίες, ενώ οι φτωχότεροι στέκονται στο περιθώριο.
Σε περίπτωση που ο ενοικιαστής δεν δεχθεί την ραγδαία αύξηση ακόμη και 40%, θα πρέπει να εντάξει την οικογένεια του στη δίνη της αναζήτησης κατοικίας και να ζήσει όσα βιώνουν τα τελευταία 4-5 χρόνια πλήθος των συμπολιτών μας που αναζητούν κατοικία.
Οι ιδιοκτήτες επειδή γνωρίζουν ότι η εύρεση κατοικίας με προσιτό ενοίκιο και παράλληλα η εύρεση κατοικίας που να συνάδει η κατάσταση του ακινήτου με το ζητούμενο μίσθωμα αποτελεί «τζόκερ», ξέρουν ότι ο ενοικιαστής θα αναγκαστεί να αποδεχθεί την όποια αύξηση, διότι δεν υπάρχουν επιλογές και παράλληλα μια μετακόμιση έχει μεγάλο κόστος.
Αξίζει να αναφέρουμε ‘’ότι το μεγαλύτερο μέρος των ιδιοκτητών που ζητούν ραγδαίες αυξήσεις δεν είναι φυσικά πρόσωπα που εκμισθώνουν 1-2 ακίνητα, αλλά ιδιοκτήτες (φυσικά ή/και νομικά πρόσωπα) πολλών διαμερισμάτων ή/και ολόκληρων πολυκατοικιών’’.
Κάποιος θα μπορούσε να αναφέρει ότι ο ενοικιαστής δεν είναι «σωστός» στις μισθωτικές υποχρεώσεις και γι΄ αυτό ο ιδιοκτήτης ζητάει μεγάλη αύξηση με στόχο να αποχωρήσει.
Το άνωθεν αποτελεί μια λογική που έχει βάση, αλλά μεγάλο μέρος των ενοικιαστών που έχουν έρθει και έρχονται αντιμέτωποι με ραγδαίες αυξήσεις για την ανανέωση της μισθωτικής σύμβασης, είναι πλήρως «σωστοί» στις μισθωτικές υποχρεώσεις τους χωρίς οφειλές σε κοινόχρηστα και λογαριασμούς ΔΕΚΟ, αντιθέτως καταγράφονται περιπτώσεις που καταβάλλουν το μίσθιο νωρίτερα από την συμφωνηθείσα ημερομηνία ανά μήνα.
Σύμφωνα με τον κάτωθι πίνακα, η αναζήτηση οικογενειακής κατοικίας με ζητούμενο μίσθωμα έως 800€ σε περιοχές των Βορείων και Νοτίων Προαστίων αποτελεί «Όνειρο Θερινής Νυκτός». Στις περιοχές των Βορείων Προαστίων το 90,68%των διαθέσιμων προς μίσθωση κατοικιών 80-110τμ άνω του 1ου ορόφου, έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 800€, εκ των οποίων το 65,73% άνω των 1.000€/μήνα. Στις περιοχές των Νοτίων Προαστίων, το 87,4% των διαθέσιμων προς μίσθωση κατοικιών με τα άνωθεν κριτήρια, έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 800€, εκ των οποίων το 67,49% άνω των 1.000€/μήνα.
Στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας, το 73,81% των διαθέσιμων προς μίσθωση οικογενειακών κατοικιών έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 700€/μήνα, εκ των οποίων το 34,08% άνω των 1.000€/μήνα. Η ραγδαία αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων στον Πειραιά αποτυπώνεται στον κάτωθι πίνακα, όταν το 2022 το 44,35% των διαθέσιμων προς μίσθωση κατοικιών είχαν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 700€ και σήμερα το 84,05% – εκ των οποίων το 31,5% άνω των 1.000€. Στις άλλοτε οικονομικές περιοχές του Υπολοίπου Αττικής, μόλις το 59,97% των διαθέσιμων προς μίσθωση κατοικιών είχαν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 700€, ενώ σήμερα το 48,43%.
Σύμφωνα με τον κάτωθι πίνακα, στη διαθεσιμότητα οικονομικών κατοικιών καταγράφεται ραγδαία αλλαγή κυρίως στις περιοχές των Δυτικών Προαστίων, του Πειραιά και τις περιοχές του Υπολοίπου Αττικής. Με βάσει τα νέα δεδομένα, η εύρεση οικονομικών ακινήτων φαντάζει «άπιαστο όνειρο» ακόμη και σε περιοχές της Αττικής που τα προηγούμενα χρόνια αποτελούσαν επιλογή ανάγκης ή/και «καταφύγιο» αναζήτησης οικονομικής στέγης.
Συγκεκριμένα, στο κέντρο της Αθήνας η διαθεσιμότητα οικονομικών οικογενειακών κατοικιών σύμφωνα με τις αναρτημένες αγγελίες ακινήτων σε ιστοσελίδες, καταγράφει μείωση κατά 8,25 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή, μόλις το 11,71% των διαθέσιμων προς μίσθωση κατοικιών έχουν ζητούμενο μίσθωμα έως 600€/μήνα.
Ραγδαία μείωση οικονομικών ακινήτων καταγράφεται στις περιοχές των Δυτικών Προαστίων από 35,58% το 2022, ενώ σήμερα στο 20,52%. Παρόμοια μείωση της διαθεσιμότητας καταγράφεται στον Πειραιά που πλέον μόλις το 5,39% των διαθέσιμων ακινήτων έχουν ζητούμενο μίσθωμα έως 600€, καθώς και στις περιοχές του Υπολοίπου Αττικής μόλις το 15,11% από 27,20% το 2022.
Αν κάποιος ενδιαφερόμενος καταφέρει να βρει οικονομικό ακίνητο, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος και σε ποσοστό που αγγίζει το 90%, είναι μη ανακαινισμένα ακίνητα κατασκευής του 1970-1980.
Η στεγαστική κρίση σε αριθμούς
Το 45,5% των πολιτών στη χώρα μας, ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας. Στη λίστα με τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά για το 2022, ακολουθεί η Βουλγαρία (19,9%), η Ρουμανία (18,4%), η Κροατία (15,7%) , όταν το μέσο όρο στην Ε.Ε είναι 9,2% σύμφωνα με την Eurostat. Αξίζει να αναφέρουμε ότι η αύξηση κατά 9,1 μονάδων σε σχέση με το 2021 (36,4%), αντιστοιχεί σε περίπου 910.000 περισσότερα άτομα .
Το 74,2% των ενοικιαστών στη χώρα μας δαπανούν άνω του 40% του εισοδήματος για το κόστος στέγασης ,όταν το μέσο όρο στην Ευρώπη είναι 21,2% σύμφωνα με την Eurostat.
Το 71,9% των Ελλήνων 18-34 ετών ζουν στο παιδικό τους δωμάτιο, η χώρα μας κατέχει τη 2η θέση στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε σύμφωνα με την Eurostat.
Οι Έλληνες σύμφωνα με την Eurostat είχαν τον πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα (9.520€) το 2022 στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Βουλγαρία, τη Σλοβακία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία.
Tο 26,3% των Ελλήνων βρίσκεται στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
To 76,9% των ενοικιαστών, εφόσον πληρώσουν τα έξοδα του σπιτιού, κάνει περικοπές στα βασικά αγαθά ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους
Στο 72,8% η ιδιοκατοίκηση στην Ελλάδα, καταγράφοντας μείωση κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το χρονικό διάστημα 2019-2022. Η μείωση αυτή αντιστοιχεί σε 102.695 κατοικίες (3.949.900 το στεγαστικό απόθεμα το 2019 – Eurostat). Στη χώρα μας δεν έχει καταγραφεί μικρότερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης από το 2005 έως και σήμερα, ακόμη και από τα δύσκολα χρόνια των μνημονίων.
Σύμφωνα με έρευνα της ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ , η οικονομική κατάσταση της πλειονότητας των νοικοκυριών επιδεινώθηκε σημαντικά το 2023, εξαιτίας των ανατιμήσεων. Το 30,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε, με τον μέσο όρο της μείωσης στο 24,7%. Για το 60,6% των νοικοκυριών το εισόδημα δεν επαρκεί και περιορίζει τις δαπάνες του. Επτά στα 10 νοικοκυριά επηρεάζεται σημαντικά από τις αυξήσεις στα τρόφιμα. Στο σύνολο των νοικοκυριών το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 ημέρες, ενώ για τα νοικοκυριά των οποίων το εισόδημα τελειώνει πριν από το τέλος του μήνα (60,7%), αυτό επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες
Η αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης αποτελεί μια πολυεπίπεδη πρόκληση που απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από την κυβέρνηση, την κοινωνία και τους πολίτες.
- Αύξηση της κοινωνικής κατοικίας: Η ανάπτυξη προγραμμάτων κοινωνικής κατοικίας είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση προσιτής στέγασης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.
- Ενίσχυση των ενοικιαστών: Η θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία των ενοικιαστών και τον έλεγχο των ενοικίων κρίνεται αναγκαία.
- Επενδύσεις στην κατασκευή νέων κατοικιών: Η παροχή κινήτρων για την τόνωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της προσφοράς ακινήτων.
- Κοινωνικές πολιτικές: Η υλοποίηση κοινωνικών πολιτικών για την ενίσχυση των εισοδημάτων των ευάλωτων ομάδων θα τους δώσει μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη στην αγορά στέγασης.
Η αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί μακροπρόθεσμες πολιτικές και συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων.