Κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, τα βόρεια μέλη της ευρωζώνης βοήθησαν τους νότιους εταίρους τους προσφέροντας τεράστιες διασώσεις και στηρίζοντας την υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να σώσει το ευρώ με κάθε κόστος. Όταν η Γερμανία ζήτησε πρόσφατα ένα σύστημα κατανομής για τη διαχείριση της μαζικής εισροής προσφύγων, ωστόσο, οι εταίροι της δεν έδειξαν καμία τέτοια αλληλεγγύη.
Και τώρα που η Γαλλία, ζαλισμένη από τις επιθέσεις στο Παρίσι, έχει κηρύξει πόλεμο στο Ισλαμικό Κράτος, άλλες ευρωπαϊκές χώρες ανασηκώνουν τους ώμους, ψιθυρίζουν συλλυπητήρια, και ελπίζουν σιωπηλά η σύγκρουση να τις προσπεράσει.
Ο υπαινιγμός είναι ξεκάθαρος: παρ’ ότι η Ευρώπη έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο προς τη δημοσιονομική ένωση, παραμένει πολύ μακριά από την πολιτική ένωση.
Μισό αιώνα μετά από την ίδρυση της κοινής αγοράς και 15 χρόνια μετά τη δημιουργία του κοινού νομίσματος, η Ευρώπη ακόμη στερείτε μιας ενοποιημένης αστυνομικής δύναμης και μιας ενιαίας εξωτερικής πολιτικής. Ίσως το πιο προβληματικό απ’ όλα είναι ότι η ΕΕ έχει ακόμη 28 στρατούς, με 28 διοικητές, που συνδέονται χαλαρά μόνο μέσω του ΝΑΤΟ.
Κάποιοι ευρωπαίοι ηγέτες – συμπεριλαμβανομένου του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολλάντ και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ – δε δείχνουν να απασχολούνται από αυτήν την πραγματικότητα. Υποστηρίζουν πως η Ευρώπη θα πρέπει να επιταχύνει την πρόοδο προς τη δημοσιονομική ένωση ακόμη περισσότερο, εισάγοντας ένα κοινό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων, έναν κοινό προϋπολογισμό, ευρωομόλογα, περισσότερο επιμερισμό χρηματοπιστωτική κινδύνου, και ένα ενοποιημένο σύστημα επιδομάτων ανεργίας όσο το δυνατόν πιο σύντομα.
Κάνουν λάθος. Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους τα μέτρα θα εκτράχυναν τις ροές στης δομές της ευρωζώνης. Θα συντηρούσαν λανθασμένες σχετικές τιμές – το αποτέλεσμα της πληθωριστικής πιστωτικής φούσκας στον νότο που σχηματίστηκε ύστερα από την υιοθέτηση του ευρώ – οι οποίες εμποδίσουν τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου να επανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Ως αποτέλεσμα, η δομική ανεργία στη Γαλλία και τη νότιο Ευρώπη θα παρέμενε.
Επιπλέον, τα προτεινόμενα μέτρα θα αναμίγνυαν τα προβλήματα δημοσίου χρέους της Ευρώπης μειώνοντας τις διαφορές επιτοκίων μεταξύ των χωρών ακόμη περισσότερο, διατηρώντας φούσκες τιμών περιουσιακών στοιχείων και καταστρέφοντας τον ρόλο της κεφαλαιαγοράς στην κατανομή των πόρων. Αυτό ήταν το λάθος που έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την ίδρυσή τους, όταν σειρές κοινοποίησης χρεών πυροδότησαν μια μη βιώσιμη πιστωτική φούσκα που οδήγησε εννέα από τις 29 πολιτείες και περιοχές των ΗΠΑ σε χρεοκοπία μεταξύ του 1835 και του 1842 και άνοιξε τον δρόμο για τον αμερικανικό εμφύλιο.
Τα μειονεκτήματα της περαιτέρω ενίσχυσης της δημοσιονομικής ένωσης της Ευρώπης δε σταματούν εδώ. Η συνεχής πρόοδος προς τη δημοσιονομική ένωση, παραδόξως, θα έκανε την πολιτική ένωση όλο και πιο απίθανη για έναν απλό, αλλά σημαντικό λόγο: τη Γαλλία.
Η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Ευρώπης με διαφορά, η Γαλλία έχει ανατρέψει όλες τις προσπάθειες για ένωση των ένοπλων δυνάμεων της Ευρώπης. Το 1954, η Εθνική Συνέλευση της Γαλλίας απέρριψε τη συνθήκη για τον Οργανισμό Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2005, η Γαλλία απέρριψε το προτεινόμενο Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο θα μπορούσε να σηματοδοτήσει το ξεκίνημα της διαδικασίας της πολιτικής ενοποίησης. Διαδοχικοί γάλλοι πρόεδροι έχουν ξεκαθαρίσει πως η Γαλλία δε θα αποδεχτεί τις Ηνωμένες Πολιτείες Ευρώπης, ούτε ως απόμακρο στόχο της ευρωπαϊκής πολιτικής.
Ωστόσο, η Γαλλία – της οποίας το τραπεζικό σύστημα και οι βιομηχανίες είναι σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένες στη νότιο Ευρώπη – είναι κύριος υπέρμαχος της δημοσιονομικής ένωσης. Όταν ξεκίνησε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η έκθεση των γαλλικών τραπεζών στην Ελλάδα, στα 58 δισεκατομμύρια ευρώ, ήταν διπλάσια αυτής των γερμανικών τραπεζών. Με αυτό το δεδομένο, είναι κατανοητό πως η Γαλλία προτιμά τη δημοσιονομική από την πολιτική ενοποίηση. Ωστόσο, αν άλλες ευρωπαϊκές χώρες αποδεχτούν αυτήν την προτίμηση, και η Ευρώπη συνεχίσει αυτόν τον ανισόρροπο δρόμο ενοποίησης, δε θα μείνει κανένας μοχλός πίεσης για να πειστεί η Γαλλία να στηρίξει την πολιτική ένωση.
Πιθανώς, οι τραγικές τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι θα αλλάξουν την εναντίωση της Γαλλίας στην πολιτική ενοποίηση. Υπογραμμίζοντας πως ακόμη και μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη κάποιες φορές χρειάζεται στήριξη, η επίθεση θα μπορούσε να αποδειχθεί σημείο καμπής στην προσπάθεια δημιουργίας μιας πολιτικής ένωσης στην Ευρώπη. Φυσικά, για να συμβεί αυτό, οι χώρες της Ευρώπης θα πρέπει να ενωθούν για να βοηθήσουν τη Γαλλία στη μάχη της κατά του Ισλαμικού Κράτους. Την ίδια στιγμή, η Γαλλία και άλλες χώρες της ΕΕ θα πρέπει να βοηθήσουν τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Σουηδία, την Ουγγαρία και τη Σλοβενία να ανακουφίσουν την προσφυγική κρίση, αποδεχόμενες το σύστημα κατανομής.
Καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να χτίσει μια βιώσιμη, σταθερή και ευδαίμονα ένωση, θα πρέπει να κοιτάξει τα παραδείγματα επιτυχημένων ενώσεων όπως οι ΗΠΑ και η Ελβετία για καθοδήγηση. Και οι δύο αυτές ενώσεις ξεκίνησαν ως οργανισμοί στρατιωτικής άμυνας, και μόνο αργότερα ανέπτυξαν δημοσιονομικές ενώσεις. Χρειάστηκαν δεκαετίες, αν όχι αιώνες, για να αποκτήσουν ευμεγέθεις δημόσιους προϋπολογισμούς και να ξεκινήσουν τη διανομή εισοδήματος. Και οι δύο απαγορεύουν το είδος των δημοσιονομικών ή νομισματικών λειτουργιών διάσωσης για ξεχωριστές πολιτείες ή καντόνια που πραγματοποίησε η ΕΕ κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Είναι καιρός η ΕΕ να αλλάξει την προσέγγιση της στην ενοποίηση. Αντί να συνεχίσει να πιέζει για μια ανισόρροπη δημοσιονομική ενοποίηση, θα πρέπει να εργαστεί για να εκπληρώσει βασικά στοιχεία μιας πολιτικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένης μιας ενοποιημένης αστυνομικής δύναμης, κοινή νομοθεσία ασύλου, μια ενιαία εξωτερική πολιτική και, πάνω απ’ όλα, έναν ενωμένο στρατό. Εάν τα πρόσφατε γεγονότα μας έχουν μάθει κάτι, αυτό είναι πως οι απειλές για την ΕΕ δεν προκύπτουν από τον ανεπαρκή επιμερισμό χρηματοπιστωτικού κινδύνου, αλλά από τον ανεπαρκή συντονισμό της εξωτερικής πολιτικής και των προκλήσεων ασφαλείας.