Όπως συνέβη και με την ενεργειακή κρίση, έτσι και με την επισιτιστική- διατροφική κρίση, η αύξηση των τιμών είχε αρχίσει πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τώρα, όμως, προστίθενται παράγοντες διαταραχών στην παραγωγή και διάθεση σειράς προϊόντων από τη Ρωσία και την Ουκρανία, όπως σιτάρι, καλαμπόκι, ηλιέλαιο, αλλά και λιπάσματα και ζωοτροφές.
Ειδικότερα, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων ξεκίνησαν αμέσως μετά το άνοιγμα της οικονομίας με τα εμβόλια εναντίον του κορονοϊού. Αυξήθηκε απότομα η κατανάλωση σε πολύ μεγάλο βαθμό, ενώ δεν μπόρεσε να ακολουθήσει και η παραγωγή, γιατί είχε «χαλαρώσει» σε μεγάλο βαθμό, λόγω της πανδημίας. Αυτό είναι κάτι που έχει διαπιστωθεί εδώ και καιρό, όμως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υποστήριζε ότι επρόκειτο για ένα παροδικό φαινόμενο μέχρι που αντελήφθη ότι δεν είναι καθόλου παροδικό γιατί ήρθε και ο πόλεμος και επιδείνωσε την κατάσταση.
Η Ρωσία και η Ουκρανία παράγουν σχεδόν το 1/3 της παγκόσμιας παραγωγής σε ορισμένα βασικά αγροτικά προϊόντα που τώρα δεν μπορούν να εξαχθούν. Οπότε η μείωση της προσφοράς οδήγησε στις αυξήσεις των τιμών. Επί πλέον, όταν υπάρχει ένα σχετικό έλλειμμα προσφοράς παρατηρούνται φαινόμενα κερδοσκοπίας, φαινόμενα αποθεματοποιήσεων, φαινόμενα γνωστά στα διεθνή χρηματιστήρια καθώς τα προϊόντα αυτά είναι αντικείμενα χρηματιστηριακών διαπραγματεύσεων.
Όλα αυτά οδηγούν σε μεγάλες αυξήσεις των αγροτικών προϊόντων οι οποίες μπορεί να αντιμετωπιστούν σε έναν βαθμό στις ευρωπαϊκές χώρες, στις αναπτυγμένες χώρες, αλλά πολύ δύσκολα θα αντιμετωπιστούν σε χώρες λιγότερο αναπτυγμένες, όπου ήδη βλέπουμε μεγάλες αναστατώσεις, όπως στο Περού και πολύ σύντομα θα δούμε και σε άλλες χώρες κυρίως της Βόρειας και της υποσακχάριας Αφρικής, φαινόμενα κοινωνικής αναταραχής και προσφυγικά κύματα προς την Ευρώπη.
Το θέμα είναι πώς μπορούμε να βρούμε άλλες χώρες εφοδιασμού για αυτά τα προϊόντα; Κάθε υποκατάσταση, κάθε αλλαγή στις ροές του εμπορίου παίρνει χρόνο και επειδή όλα αυτά τα προϊόντα θα έρθουν από πιο μακριά από ότι η Ρωσία και η Ουκρανία, το κόστος μεταφοράς θα είναι μεγάλο. Ήδη είχε αυξηθεί πριν τον πόλεμο, τώρα αυξάνεται ακόμη περισσότερο, διότι υπάρχει αβεβαιότητα, και προφανώς ενσωματώνεται στις τιμές των ναύλων.
Η επισιτιστική-διατροφική κρίση με την αύξηση των τιμών και ενδεχομένως με κάποιες ελλείψεις, θα κρατήσει για καιρό. Θεωρώ ότι μπορεί να κρατήσει και πολύ περισσότερο από την ενεργειακή κρίση.
Επιπλέον, η ενεργειακή και διατροφική κρίση αναστέλλει την εφαρμογή της «Πράσινης Συμφωνίας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η οποία περιλάμβανε και τον «πράσινο μετασχηματισμό» του αγροτικού τομέα. Σήμερα, σε αυτές τις συνθήκες χρειάζεται άμεσα αύξηση της αγροτικής παραγωγής με κάθε τρόπο, καθώς κινδυνεύει η διατροφική ασφάλεια στην Ευρώπη και η οικονομική και κοινωνική σταθερότητα των φτωχότερων χωρών του πλανήτη.
O Ναπολέων Μαραβέγιας, είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Οικονομίας στο ΕΚΠΑ, υπήρξε πρόεδρος του ΕΘΙΑΓΕ (Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας) (1999-2004) και υπηρεσιακός Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης το 2012.